Ο Κύπριος Πρόεδρος Νίκος Αναστασιάδης, όπως προέκυψε και από
το διάγγελμα του χθες, διαγράφει την εισβολή και την παράνομη κατοχή της
Κύπρου από τα Τουρκικά στρατεύματα και προχωρά στην υιοθέτηση ενός
σχεδίου, νέου «σχεδίου Ανάν» το οποίο ικανοποιεί πλήρως όλες τις
απαιτήσεις των Τουρκοκυπρίων και μετατρέπει την Κυπριακή Δημοκρατία σε
«κοινότητα». Αυτό που σε καμία περίπτωση δεν ήθελε ο Εθνάρχης Τάσσος
Παπαδόπουλος και με ένα μεγάλο «ΟΧΙ» απέρριψε το σχέδιο Αναν...
Από την αντιπαραβολή των διαγγελμάτων ξεχωρίζει ο ηγέτης Τάσσος Παπαδόπουλος που ενήργησε με καθαρά εθνική συνείδηση και στις 7 Απριλίου του 2004 με ένα ιστορικό διάγγελμα είπε «ΟΧΙ» σε αυτούς που ήθελαν να επιβάλλουν μία λύση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Τουρκίας, καταδικάζοντας τον Κυπριακό λαό.
Δέκα χρόνια μετά, ο υποστηρικτής του τότε «σχεδίου Ανάν» Ν. Αναστασιάδης γίνεται ο άνθρωπος που από τη θέση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας προωθεί ένα σχέδιο χειρότερο από αυτό που απέρριψε ο Τάσσος Παπαδόπουλος χωρίς δεύτερη σκέψη. Ένα σχέδιο που επιβλήθηκε από τις ΗΠΑ και για το οποίο ήδη πανηγυρίζουν οι Τούρκοι και οι Τουρκοκύπριοι.
Πανηγυρίζουν οι Τουρκοκύπριοι γιατί μπαίνουν στην Ευρωπαική Ένωση με τη μία και οι Τούρκοι γιατί άμεσα θα προχωρήσουν στην «τουρκοποίηση» του νησιού μέσω των επίκων και των τουρκικών στρατευμάτων που παραμένουν στο νησί, ενώ την ίδια στιγμή υποχρεώνεται σε διάλυση η Εθνική Φρουρά.
Με την αποδοχή του σχεδίου που προωθείται, οι Τουρκοκύπριοι αποκτούν ίσα δικαιώματα με τους Ελληνοκύπριους στα ενεργειακά κοιτάσματα της Κυπριακής ΑΟΖ και αποτελούν «προέκταση» της Άγκυρας που θέλει να βάλει «πόδι» στα πετρέλαια και το φυσικό αέριο της Κύπρου.
Μέσα από την αντιπαραβολή των δύο διαγγελμάτων φαίνεται πώς ο Τάσσος Παπαδόπουλος είχε ενημερώσει πλήρως τον Κυπριακό λαό, ήταν ξεκάθαρος για το τι σημαίνει «σχέδιο Ανάν», ενώ ο Νίκος Αναστασιάδης είναι προφανές πώς επιχειρεί να παραπλανήσει και να περάσει τη γραμμή που άλλοι θέλουν.
Διαβάστε αποσπάσματα από το διάγγελμα του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου:
«Διαγράφεται η εισβολή και η κατοχή. Οι κάτοχοι της Τουρκοκυπριακής υπηκοότητας, γίνονται αποδεκτοί ως νόμιμοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Τουρκοκύπριοι εξασφαλίζουν ισότιμη συμμετοχή στη διοίκηση του νέου Ομοσπονδιακού Κράτους, με το καθεστώς των ισότιμων «συμπροέδρων» και ισότιμη και ισάριθμη συμμετοχή των εκπροσώπων του Τουρκοκυπριακού συνιστώντος Κράτους, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και σε όλες τις ειδικές Επιτροπές και Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
«Όσα προσδοκεί να αποκτήσει η Ελληνοκυπριακή κοινότητα, έστω και από μια κακή και οδυνηρή λύση, παραπέμπονται χωρίς εγγυήσεις στο μέλλον και εξαρτώνται από την καλή πίστη της Τουρκίας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει. Υπόκεινται ακόμη, στην προϋπόθεση ότι όλα θα λειτουργήσουν ομαλά. Με λίγα λόγια «αγοράζουμε ελπίδα», με μόνο αντάλλαγμα και διασφάλιση την καλή θέληση της Τουρκικής πλευράς να τηρήσει τη συμφωνία».
«Η επιστροφή των κατεχόμενων δικών μας εδαφών, θα γίνει σε περίοδο μεταξύ τρεισήμισι μηνών και τρεισήμισι χρόνων, από την υπογραφή της λύσης, χωρίς καμία εγγύηση ότι αυτό θα εφαρμοστεί. Η πρότασή μας όπως υπαχθούν τα εδάφη αυτά υπό τον έλεγχο της Ειρηνευτικής Δύναμης και όχι του τουρκικού στρατού, έχει απορριφθεί».
«Το κόστος των αποζημιώσεων θα κληθούν να καταβάλουν στο μεγαλύτερο του μέρος, οι Ελληνοκύπριοι. Εγείρονται σοβαρά ερωτήματα αν το Ομοσπονδιακό Κράτος που θα εγγυηθεί το ένα τρίτο των αποζημιώσεων, θα έχει το τεκμήριο έγκυρου εγγυητή για να μην σημειωθεί πτώση στην αξία των Ομολόγων, όπως έγινε με το Χρηματιστήριο. Το ίδιο ισχύει και για τον Οργανισμό δανειοδότησης με υποθήκη για απόκτηση των περιουσιών Ελληνοκυπρίων που δεν θα επιστραφούν από Τουρκοκύπριους».
«Με το τελικό Σχέδιο Ανάν δεν ικανοποιήθηκαν οι Κύπριοι αλλά ικανοποιήθηκε απόλυτα η επιδίωξη της Τουρκίας να ελέγχει και να κηδεμονεύει την Κύπρο. Παραμένουν στην ουσία όλοι οι έποικοι, ενώ μετά από 19 χρόνια, εμφανής είναι η πιθανότητα της κατάργησης της παρέκκλισης του 5% Ελλήνων και Τούρκων υπηκόων που θα μπορούν να εγκατασταθούν στην Κύπρο, με ορατό τον κίνδυνο για νόμιμο μαζικό εποικισμό της Κύπρου από την Τουρκία. Διότι η συνέχιση της διασφάλισης του 5%, μετά τα 19 χρόνια, θα εξαρτάται από την έγκριση νόμου από το Προεδρικό Συμβούλιο, τη Βουλή και τη Γερουσία, όπου χρειάζεται και η συναίνεση των αντίστοιχων Τουρκοκυπριακών μελών αυτών των οργάνων».
«Η παραμονή έστω και μικρού αριθμού Τουρκικών στρατευμάτων μόνιμα στην Κύπρο, με διευρυμένα παρεμβατικά δικαιώματα στο Ελληνοκυπριακό κρατίδιο χωρίς εγγυητικούς μηχανισμούς, ενώ εμείς θα έχουμε διαλύσει την Εθνική Φρουρά, δημιουργεί συνθήκες ανασφάλειας για τους Ελληνοκυπρίους. Τόσο ο εποικισμός όσο και η συνεχής παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, δεν εξυπηρετεί βέβαια ούτε τους Ελληνοκύπριους ούτε τους Τουρκοκύπριους, παρά μόνο την Τουρκία».
«Μέσα από προσεκτική μελέτη των οικονομικών πτυχών του Σχεδίου Ανάν, διαπιστώνουμε ότι είναι αμφίβολη η οικονομική βιωσιμότητά του. Η εφαρμογή των σχετικών προνοιών συνεπάγεται δυσβάστακτες οικονομικές επιπτώσεις για τους Ελληνοκύπριους, ενώ η όλη δομή του Σχεδίου θα οδηγήσει, αν όχι σε κατάρρευση της Κυπριακής οικονομίας, σίγουρα σε σοβαρή οικονομική κρίση και επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των Ελληνοκυπρίων που με τόσες θυσίες οικοδομήσαμε».
«Με άλλα λόγια, το Σχέδιο Ανάν δεν καταλύει την de facto διχοτόμηση, αλλά, αντίθετα τη νομιμοποιεί και την εμβαθύνει. Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θέλουμε τη λύση και επανένωση της πατρίδας μας. Διότι σε αυτό το ερώτημα, η καθολική απάντηση είναι «ναι». Το πραγματικό ερώτημα είναι εάν το Σχέδιο Ανάν επιφέρει την επανένωση ή αν διαιωνίζει τη διαίρεση και, μάλιστα, με τη συγκατάθεση και υπογραφή μας».
«Οι πιο σοβαρές ανησυχίες και προβληματισμοί μου για το Σχέδιο Ανάν, δεν εστιάζονται στους συμβιβασμούς που προτάθηκαν ή επιβλήθηκαν, που πολλοί κρίνουν ως άδικους για την πλευρά μας. Άλλωστε, εδώ και πολύ χρόνο, έχω πει ότι η οποιαδήποτε λύση που θα εξευρεθεί κάτω από τη σκιά και τα τετελεσμένα της εισβολής και της παρουσίας 35.000 Τουρκικού στρατού στην Κύπρο, δεν μπορούσε να είναι δίκαιη».
Και κατέληξε ο Τάσσος Παπαδόπουλος με την ιστορική φράση: «Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «Κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της».
Σε αντίθεση με αυτά που είχε επισημάνει ο Τάσσος Παπαδόπουλος στους πολίτες της Κύπρου, ο κ. Αναστασιάδης έμεινε σε γενικότητας και έφτασε στο σημείο να πει πώς «η λύση που προωθείται δεν θα έχει νικητές και ηττημένους».
Σαφώς και θα έχει κύριε Αναστασιάδη. Οι Τούρκοι έχουν καταλάβει το μισό νησί και τώρα διαπραγματεύονται για τις προυποθέσεις «κατάληψης» και του υπόλοιπου νησιού. Μπορεί χωρίς όπλα, αλλά με άλλα μέσα, όπως η οικονομία.
Παραθέτουμε και ορισμένα σημεία του διαγγέλματος του κ. Αναστασιάδη, ο οποίος όμως δεν μπήκε στην ουσία των πραγμάτων:
«Με στόχο την άρση των προβαλλομένων προσχημάτων, προχωρήσαμε στο διορισμό διαπραγματευτή της Ε/Κ κοινότητας, παρά τις ενστάσεις της άλλης πλευράς, και για πρώτη φορά από το 1974 έγινε κατορθωτό να εμπλέξουμε στις συνομιλίες και την Τουρκία».
«Επιπλέον, προκειμένου να επιτύχουμε μια λύση συμβατή με της ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, σε αλλεπάλληλες επαφές με τους προέδρους των τριών θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. αλλά και τους ηγέτες ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, έγινε τελικά κατορθωτό να αναβαθμιστεί ο ρόλος που θα διαδραματίσει η Ε.Ε. στον υπό έναρξη διάλογο».
«Διασφαλίζεται πως η συνιστώσες πολιτείες δεν έχουν την όποια κυριαρχία ή προϋπάρχον δικαίωμα ανεξάρτητου κράτους όπως κάποιοι ισχυρίζονται, αλλά την ιδιότητα που αποκτούν σαν συστατικά μέρη (συνιστώσες πολιτείες) της ομοσπονδίας, όπως καθορίζεται από το ομοσπονδιακό Σύνταγμα. Αρκεί να αναφερθεί πως στο κοινό ανακοινωθέν ρητά προνοείται πως οι συνομιλίες διεξάγονται μεταξύ των δύο κοινοτήτων και όχι και όχι των όποιων κρατικών οντοτήτων».
«Η αναφορά στον αλληλοσεβασμό και στη διαφύλαξη της εθνικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής ταυτότητας και ακεραιότητας του κάθε πολίτη του Ομόσπονδου Κράτους δεν αφορά μόνο την Τουρκοκυπριακή κοινότητα αλλά διασφαλίζει και την επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού. Ούτε και εκχωρεί όπως ισχυρίζονται κάποιοι κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά απλώς διασφαλίζει τη συμφωνηθείσα πολιτική ισότητα».
«Πρόσθετα θα ήθελα αναφέρω πως το ότι η κυριαρχία πηγάζει εξίσου από τους Ε/κ και τους Τ/κ και όχι από τις δύο κοινότητες όπως είχαμε αποδεχτεί στο παρελθόν θα πρέπει να θεωρείται επίτευγμα, αφού παραπέμπει στα συστατικά στοιχεία που αποτελούν τον κυπριακό λαό και όχι στις κοινότητες όπως αυτές αναγνωρίζονται και από το σύνταγμα του 1960. Ως εκ τούτου, καμιά κυριαρχία δεν εκχωρείται χωριστά σε πολίτες που αποτελούν το λαό ενός κράτους».
«Επιπλέον, είναι πασιφανές πως η αναφορά σε «εσωτερική ιθαγένεια» γίνεται για να προστατευθεί το δικαίωμα πολιτικής ισότητας των δύο συνιστωσών πολιτειών, λόγω του ότι η συμφωνία για λύση προβλέπει πως η μετεξέλιξη του σημερινού ενιαίου κράτους θα οδηγήσει σε μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα των δύο συνιστωσών πολιτειών».
«Η άποψη πως η εσωτερική ιθαγένεια ενέχει τους κινδύνους νομιμοποίησης της εθνοκάθαρσης όχι μόνο δεν με βρίσκει σύμφωνο, αλλά αντιθέτως, κατά την άποψη μου συνηγορεί και ενισχύει τον αγώνα μας διασφάλιση του δικαιώματος επιστροφής και επανεγκατάστασης των προσφύγων μας, αφού η επανεγκατάσταση τους δεν θα προκαλεί κινδύνους για αλλοίωση του δικαιώματος πολιτικής ισότητας των δύο συνιστωσών πολιτειών. Είναι προφανές,, πως το δικαίωμα ψήφου για την Άνω βουλή ή τη Γερουσία με το οποίο διασφαλίζεται η πολιτική ισότητα θα ενασκείται όχι με βάση τον τόπο κατοικίας αλλά την ιδιότητα του πολίτη της κάθε μιας των συνιστωσών πολιτειών».
Από τις κινήσεις του κ. Αναστασιάδη, το διάγγελμα του, τα όσα έχουν ειπωθεί, τις δηλώσεις της βοηθού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, τα πανηγύρια των Τούρκων δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πώς στόχος είναι ο «ενταφιασμός» της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Α, ρε Τάσσο Παπαδόπουλε. Εσύ άφησες Κράτος, αλλά άλλοι, δέκα μόλις χρόνια μετά πάνε να παραδώσουν Κοινότητα.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Από την αντιπαραβολή των διαγγελμάτων ξεχωρίζει ο ηγέτης Τάσσος Παπαδόπουλος που ενήργησε με καθαρά εθνική συνείδηση και στις 7 Απριλίου του 2004 με ένα ιστορικό διάγγελμα είπε «ΟΧΙ» σε αυτούς που ήθελαν να επιβάλλουν μία λύση κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της Τουρκίας, καταδικάζοντας τον Κυπριακό λαό.
Δέκα χρόνια μετά, ο υποστηρικτής του τότε «σχεδίου Ανάν» Ν. Αναστασιάδης γίνεται ο άνθρωπος που από τη θέση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας προωθεί ένα σχέδιο χειρότερο από αυτό που απέρριψε ο Τάσσος Παπαδόπουλος χωρίς δεύτερη σκέψη. Ένα σχέδιο που επιβλήθηκε από τις ΗΠΑ και για το οποίο ήδη πανηγυρίζουν οι Τούρκοι και οι Τουρκοκύπριοι.
Πανηγυρίζουν οι Τουρκοκύπριοι γιατί μπαίνουν στην Ευρωπαική Ένωση με τη μία και οι Τούρκοι γιατί άμεσα θα προχωρήσουν στην «τουρκοποίηση» του νησιού μέσω των επίκων και των τουρκικών στρατευμάτων που παραμένουν στο νησί, ενώ την ίδια στιγμή υποχρεώνεται σε διάλυση η Εθνική Φρουρά.
Με την αποδοχή του σχεδίου που προωθείται, οι Τουρκοκύπριοι αποκτούν ίσα δικαιώματα με τους Ελληνοκύπριους στα ενεργειακά κοιτάσματα της Κυπριακής ΑΟΖ και αποτελούν «προέκταση» της Άγκυρας που θέλει να βάλει «πόδι» στα πετρέλαια και το φυσικό αέριο της Κύπρου.
Μέσα από την αντιπαραβολή των δύο διαγγελμάτων φαίνεται πώς ο Τάσσος Παπαδόπουλος είχε ενημερώσει πλήρως τον Κυπριακό λαό, ήταν ξεκάθαρος για το τι σημαίνει «σχέδιο Ανάν», ενώ ο Νίκος Αναστασιάδης είναι προφανές πώς επιχειρεί να παραπλανήσει και να περάσει τη γραμμή που άλλοι θέλουν.
Διαβάστε αποσπάσματα από το διάγγελμα του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου:
«Διαγράφεται η εισβολή και η κατοχή. Οι κάτοχοι της Τουρκοκυπριακής υπηκοότητας, γίνονται αποδεκτοί ως νόμιμοι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι Τουρκοκύπριοι εξασφαλίζουν ισότιμη συμμετοχή στη διοίκηση του νέου Ομοσπονδιακού Κράτους, με το καθεστώς των ισότιμων «συμπροέδρων» και ισότιμη και ισάριθμη συμμετοχή των εκπροσώπων του Τουρκοκυπριακού συνιστώντος Κράτους, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και σε όλες τις ειδικές Επιτροπές και Όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
«Όσα προσδοκεί να αποκτήσει η Ελληνοκυπριακή κοινότητα, έστω και από μια κακή και οδυνηρή λύση, παραπέμπονται χωρίς εγγυήσεις στο μέλλον και εξαρτώνται από την καλή πίστη της Τουρκίας να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνει. Υπόκεινται ακόμη, στην προϋπόθεση ότι όλα θα λειτουργήσουν ομαλά. Με λίγα λόγια «αγοράζουμε ελπίδα», με μόνο αντάλλαγμα και διασφάλιση την καλή θέληση της Τουρκικής πλευράς να τηρήσει τη συμφωνία».
«Η επιστροφή των κατεχόμενων δικών μας εδαφών, θα γίνει σε περίοδο μεταξύ τρεισήμισι μηνών και τρεισήμισι χρόνων, από την υπογραφή της λύσης, χωρίς καμία εγγύηση ότι αυτό θα εφαρμοστεί. Η πρότασή μας όπως υπαχθούν τα εδάφη αυτά υπό τον έλεγχο της Ειρηνευτικής Δύναμης και όχι του τουρκικού στρατού, έχει απορριφθεί».
«Το κόστος των αποζημιώσεων θα κληθούν να καταβάλουν στο μεγαλύτερο του μέρος, οι Ελληνοκύπριοι. Εγείρονται σοβαρά ερωτήματα αν το Ομοσπονδιακό Κράτος που θα εγγυηθεί το ένα τρίτο των αποζημιώσεων, θα έχει το τεκμήριο έγκυρου εγγυητή για να μην σημειωθεί πτώση στην αξία των Ομολόγων, όπως έγινε με το Χρηματιστήριο. Το ίδιο ισχύει και για τον Οργανισμό δανειοδότησης με υποθήκη για απόκτηση των περιουσιών Ελληνοκυπρίων που δεν θα επιστραφούν από Τουρκοκύπριους».
«Με το τελικό Σχέδιο Ανάν δεν ικανοποιήθηκαν οι Κύπριοι αλλά ικανοποιήθηκε απόλυτα η επιδίωξη της Τουρκίας να ελέγχει και να κηδεμονεύει την Κύπρο. Παραμένουν στην ουσία όλοι οι έποικοι, ενώ μετά από 19 χρόνια, εμφανής είναι η πιθανότητα της κατάργησης της παρέκκλισης του 5% Ελλήνων και Τούρκων υπηκόων που θα μπορούν να εγκατασταθούν στην Κύπρο, με ορατό τον κίνδυνο για νόμιμο μαζικό εποικισμό της Κύπρου από την Τουρκία. Διότι η συνέχιση της διασφάλισης του 5%, μετά τα 19 χρόνια, θα εξαρτάται από την έγκριση νόμου από το Προεδρικό Συμβούλιο, τη Βουλή και τη Γερουσία, όπου χρειάζεται και η συναίνεση των αντίστοιχων Τουρκοκυπριακών μελών αυτών των οργάνων».
«Η παραμονή έστω και μικρού αριθμού Τουρκικών στρατευμάτων μόνιμα στην Κύπρο, με διευρυμένα παρεμβατικά δικαιώματα στο Ελληνοκυπριακό κρατίδιο χωρίς εγγυητικούς μηχανισμούς, ενώ εμείς θα έχουμε διαλύσει την Εθνική Φρουρά, δημιουργεί συνθήκες ανασφάλειας για τους Ελληνοκυπρίους. Τόσο ο εποικισμός όσο και η συνεχής παρουσία τουρκικών στρατευμάτων στην Κύπρο, δεν εξυπηρετεί βέβαια ούτε τους Ελληνοκύπριους ούτε τους Τουρκοκύπριους, παρά μόνο την Τουρκία».
«Μέσα από προσεκτική μελέτη των οικονομικών πτυχών του Σχεδίου Ανάν, διαπιστώνουμε ότι είναι αμφίβολη η οικονομική βιωσιμότητά του. Η εφαρμογή των σχετικών προνοιών συνεπάγεται δυσβάστακτες οικονομικές επιπτώσεις για τους Ελληνοκύπριους, ενώ η όλη δομή του Σχεδίου θα οδηγήσει, αν όχι σε κατάρρευση της Κυπριακής οικονομίας, σίγουρα σε σοβαρή οικονομική κρίση και επιπτώσεις στο βιοτικό επίπεδο των Ελληνοκυπρίων που με τόσες θυσίες οικοδομήσαμε».
«Με άλλα λόγια, το Σχέδιο Ανάν δεν καταλύει την de facto διχοτόμηση, αλλά, αντίθετα τη νομιμοποιεί και την εμβαθύνει. Το ερώτημα, λοιπόν, δεν είναι αν θέλουμε τη λύση και επανένωση της πατρίδας μας. Διότι σε αυτό το ερώτημα, η καθολική απάντηση είναι «ναι». Το πραγματικό ερώτημα είναι εάν το Σχέδιο Ανάν επιφέρει την επανένωση ή αν διαιωνίζει τη διαίρεση και, μάλιστα, με τη συγκατάθεση και υπογραφή μας».
«Οι πιο σοβαρές ανησυχίες και προβληματισμοί μου για το Σχέδιο Ανάν, δεν εστιάζονται στους συμβιβασμούς που προτάθηκαν ή επιβλήθηκαν, που πολλοί κρίνουν ως άδικους για την πλευρά μας. Άλλωστε, εδώ και πολύ χρόνο, έχω πει ότι η οποιαδήποτε λύση που θα εξευρεθεί κάτω από τη σκιά και τα τετελεσμένα της εισβολής και της παρουσίας 35.000 Τουρκικού στρατού στην Κύπρο, δεν μπορούσε να είναι δίκαιη».
Και κατέληξε ο Τάσσος Παπαδόπουλος με την ιστορική φράση: «Παρέλαβα Κράτος διεθνώς αναγνωρισμένο. Δεν θα παραδώσω «Κοινότητα» χωρίς δικαίωμα λόγου διεθνώς και σε αναζήτηση κηδεμόνα. Και όλα αυτά έναντι κενών, παραπλανητικών, δήθεν, προσδοκιών. Έναντι της ανεδαφικής ψευδαίσθησης ότι η Τουρκία θα τηρήσει τις δεσμεύσεις της».
Σε αντίθεση με αυτά που είχε επισημάνει ο Τάσσος Παπαδόπουλος στους πολίτες της Κύπρου, ο κ. Αναστασιάδης έμεινε σε γενικότητας και έφτασε στο σημείο να πει πώς «η λύση που προωθείται δεν θα έχει νικητές και ηττημένους».
Σαφώς και θα έχει κύριε Αναστασιάδη. Οι Τούρκοι έχουν καταλάβει το μισό νησί και τώρα διαπραγματεύονται για τις προυποθέσεις «κατάληψης» και του υπόλοιπου νησιού. Μπορεί χωρίς όπλα, αλλά με άλλα μέσα, όπως η οικονομία.
Παραθέτουμε και ορισμένα σημεία του διαγγέλματος του κ. Αναστασιάδη, ο οποίος όμως δεν μπήκε στην ουσία των πραγμάτων:
«Με στόχο την άρση των προβαλλομένων προσχημάτων, προχωρήσαμε στο διορισμό διαπραγματευτή της Ε/Κ κοινότητας, παρά τις ενστάσεις της άλλης πλευράς, και για πρώτη φορά από το 1974 έγινε κατορθωτό να εμπλέξουμε στις συνομιλίες και την Τουρκία».
«Επιπλέον, προκειμένου να επιτύχουμε μια λύση συμβατή με της ευρωπαϊκές αρχές και αξίες και το ευρωπαϊκό κεκτημένο, σε αλλεπάλληλες επαφές με τους προέδρους των τριών θεσμικών οργάνων της Ε.Ε. αλλά και τους ηγέτες ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, έγινε τελικά κατορθωτό να αναβαθμιστεί ο ρόλος που θα διαδραματίσει η Ε.Ε. στον υπό έναρξη διάλογο».
«Διασφαλίζεται πως η συνιστώσες πολιτείες δεν έχουν την όποια κυριαρχία ή προϋπάρχον δικαίωμα ανεξάρτητου κράτους όπως κάποιοι ισχυρίζονται, αλλά την ιδιότητα που αποκτούν σαν συστατικά μέρη (συνιστώσες πολιτείες) της ομοσπονδίας, όπως καθορίζεται από το ομοσπονδιακό Σύνταγμα. Αρκεί να αναφερθεί πως στο κοινό ανακοινωθέν ρητά προνοείται πως οι συνομιλίες διεξάγονται μεταξύ των δύο κοινοτήτων και όχι και όχι των όποιων κρατικών οντοτήτων».
«Η αναφορά στον αλληλοσεβασμό και στη διαφύλαξη της εθνικής, θρησκευτικής και πολιτιστικής ταυτότητας και ακεραιότητας του κάθε πολίτη του Ομόσπονδου Κράτους δεν αφορά μόνο την Τουρκοκυπριακή κοινότητα αλλά διασφαλίζει και την επιβίωση του κυπριακού Ελληνισμού. Ούτε και εκχωρεί όπως ισχυρίζονται κάποιοι κυριαρχικά δικαιώματα, αλλά απλώς διασφαλίζει τη συμφωνηθείσα πολιτική ισότητα».
«Πρόσθετα θα ήθελα αναφέρω πως το ότι η κυριαρχία πηγάζει εξίσου από τους Ε/κ και τους Τ/κ και όχι από τις δύο κοινότητες όπως είχαμε αποδεχτεί στο παρελθόν θα πρέπει να θεωρείται επίτευγμα, αφού παραπέμπει στα συστατικά στοιχεία που αποτελούν τον κυπριακό λαό και όχι στις κοινότητες όπως αυτές αναγνωρίζονται και από το σύνταγμα του 1960. Ως εκ τούτου, καμιά κυριαρχία δεν εκχωρείται χωριστά σε πολίτες που αποτελούν το λαό ενός κράτους».
«Επιπλέον, είναι πασιφανές πως η αναφορά σε «εσωτερική ιθαγένεια» γίνεται για να προστατευθεί το δικαίωμα πολιτικής ισότητας των δύο συνιστωσών πολιτειών, λόγω του ότι η συμφωνία για λύση προβλέπει πως η μετεξέλιξη του σημερινού ενιαίου κράτους θα οδηγήσει σε μια δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα των δύο συνιστωσών πολιτειών».
«Η άποψη πως η εσωτερική ιθαγένεια ενέχει τους κινδύνους νομιμοποίησης της εθνοκάθαρσης όχι μόνο δεν με βρίσκει σύμφωνο, αλλά αντιθέτως, κατά την άποψη μου συνηγορεί και ενισχύει τον αγώνα μας διασφάλιση του δικαιώματος επιστροφής και επανεγκατάστασης των προσφύγων μας, αφού η επανεγκατάσταση τους δεν θα προκαλεί κινδύνους για αλλοίωση του δικαιώματος πολιτικής ισότητας των δύο συνιστωσών πολιτειών. Είναι προφανές,, πως το δικαίωμα ψήφου για την Άνω βουλή ή τη Γερουσία με το οποίο διασφαλίζεται η πολιτική ισότητα θα ενασκείται όχι με βάση τον τόπο κατοικίας αλλά την ιδιότητα του πολίτη της κάθε μιας των συνιστωσών πολιτειών».
Από τις κινήσεις του κ. Αναστασιάδη, το διάγγελμα του, τα όσα έχουν ειπωθεί, τις δηλώσεις της βοηθού υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, τα πανηγύρια των Τούρκων δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πώς στόχος είναι ο «ενταφιασμός» της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Α, ρε Τάσσο Παπαδόπουλε. Εσύ άφησες Κράτος, αλλά άλλοι, δέκα μόλις χρόνια μετά πάνε να παραδώσουν Κοινότητα.
Τμήμα ειδήσεων defencenet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου