Ένα γεγονός που αποδείχτηκε, στην πορεία
των πραγμάτων, κεντρικής σημασίας για την εξέλιξη του ελληνισμού,
επηρεάζοντας για πολλά χρόνια το πολιτικό σκηνικό αυτού εδώ του τόπου.
Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι η πολιτική αστάθεια που προέκυψε μετά τα
«Ιουλιανά» του 1965 οδήγησε στη διέξοδο της επέμβασης των Ενόπλων
Δυνάμεων, στις 21 Απριλίου του 1967. Αλλά και πολύ ενδεικτικό της
σημασίας τους είναι ότι ακόμα και μετά από 20 και πλέον χρόνια η
αντιπαράθεση των κομμάτων στην Ελλάδα γινόταν με βάση τη «ρήξη» της 15ης
Ιουλίου του 1965! Π.χ. οι βουλευτικές εκλογές της 2ας Ιουνίου 1985 και η
σύγκρουση ΠΑΣΟΚ-ΝΔ έγιναν με βάση την προσωπική «βεντέτα» των δύο
αρχηγών τους από την εποχή των «Ιουλιανών»..
Όμως κάθε νευραλγικής σημασίας γεγονός σε μια χώρα υψίστης γεωπολιτικής υπεραξίας, όπως είναι η Ελλάδα, θα πρέπει να βλέπεται σε συνάρτηση με τις γενικότερες διεθνείς εξελίξεις. Μόνο τότε μπορεί κάποιος να δει το σύνολο των καταστάσεων στην ευρύτερη περιοχή (και όχι μόνο) και να συνδέσει με επιτυχία τα κομμάτια του πλανητικού «παζλ» που κρίνει και τις ζωές των λαών του κόσμου. Σε ό,τι λοιπόν αφορά το θέμα «Αποστασία ’65», διακρίνουμε δύο ειδών γεωπολιτικά συμφέροντα:
1. Τα συμφέροντα της ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης των ΗΠΑ, οι οποίες στα μέσα του 1965 είναι βέβαιο ότι επιθυμούσαν μία «ρευστοποίηση» της πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα και την ανυπαρξία ισχυρών κυβερνήσεων. Το Κυπριακό θέμα είχε ήδη πάρει ανεξέλεγκτες διαστάσεις (έναν χρόνο πιο πριν, τον Ιούνιο του 1964, η Τουρκία παραλίγο να εισβάλλει στρατιωτικά στο νησί) και η στάση της τότε ελληνικής κυβέρνησης, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, είναι βέβαιο ότι δεν ικανοποιούσε τις ΗΠΑ. Επιπροσθέτως, λόγω του Κυπριακού, η Ουάσιγκτον διέκρινε τότε μία επικίνδυνη τάση της ΕΣΣΔ να κατέλθει στη ζεστή θάλασσα της Μεσογείου, μέσω «κουβανοποίησης» της Κύπρου, και να «σπάσει» την ανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ (Ελλάδα-Τουρκία)... Γι’ αυτόν βασικά τον λόγο οι ΗΠΑ θέλησαν τότε να εξασθενίσουν το ελληνικό πολιτικό σύστημα και να απαξιώσουν το κοινοβούλιο, κάτι που τελικά πέτυχαν μέσω χρηματισμού από την ίδια τη CIA βουλευτών της Ένωσης Κέντρου για να «αποστατήσουν»!
2. Τα συμφέροντα του υποϊμπεριαλιστικού σταθμού της περιοχής μας, δηλ. του Ισραήλ, το οποίο επίσης έβλεπε πίσω από ένα σχέδιο αποσταθεροποίησης του ελληνικού πολιτικού σκηνικού εξελίξεις ευνοϊκές προς αυτό. Μία ισχυρή κυβέρνηση στην Αθήνα τότε θα έδινε προτεραιότητα στην επίλυση του Κυπριακού, κάτι που σε καμία περίπτωση δεν βόλευε το κράτος του Ισραήλ. Γεωπολιτική επιδίωξη του Ισραήλ εκείνη την περίοδο ήταν η διάσπαση της νήσου αυτής και η εχθρότητα Ελληνοκυπρίων-Τουρκοκυπρίων, προκειμένου να συντηρείται έτσι ο πάγιος στόχος του Τελ Αβίβ για «εβραιοποίηση» της Κύπρου... Πράγματι, με την «Αποστασία» του 1965 η ελληνική πολιτική σκηνή αδυνάτισε, μην μπορώντας πια να παίρνει σημαντικές πρωτοβουλίες σε διεθνές επίπεδο (επειδή είχε υποπέσει σε πλήρη εσωστρέφεια), και έτσι το Ισραήλ «ανάσανε», πόσο μάλλον που οι ελληνοτουρκικές σχέσεις χειροτέρευαν!
CIA και Εβραίοι των ΗΠΑ λοιπόν είχαν κάθε συμφέρον να συνεργαστούν και να υποδαυλίσουν τις εσωκομματικές «κόντρες» στους κόλπους της Ένωσης Κέντρου, με απώτερο στόχο την πολιτική ανωμαλία στην Ελλάδα και τη διχοτόμηση της Κύπρου. Επαναλαμβάνουμε: με απώτερο στόχο οι μεν Αμερικανοί να αποκλείσουν την κάθοδο της Μόσχας στη Μεσόγειο, οι δε Ισραηλινοί για να εντάξουν μια μέρα την Κύπρο στον δικό τους ζωτικό χώρο. Τα δύο φιλόδοξα τότε στελέχη της Ένωσης Κέντρου, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και ο Ανδρέας Παπανδρέου, οδηγήθηκαν σταδιακά σε σφοδρή σύγκρουση, στοχεύοντας ο καθένας στη διαδοχή του «Γέρου της Δημοκρατίας». Η πολιτική αποσταθεροποίηση ήταν θέμα χρόνου. Ουσιαστικά ήδη από τα τέλη του 1964 η Ένωση Κέντρου είχε σπάσει στα δύο: στους «παπανδρεϊκούς» (με τον Ανδρέα Παπανδρέου να εκμεταλλεύεται τον «παπανδρεϊσμό» του πατέρα του, έστω και αν πολιτικά διαφωνούσε μαζί του) και στους μετέπειτα «αποστάτες», οι οποίοι, έχοντας ως άτυπο ηγέτη τους τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, διαφωνούσαν έντονα με τις κινήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου και προσπαθούσαν να κρατήσουν την Ένωση Κέντρου σε έναν φιλοδυτικό προσανατολισμό.
Βλέποντας πού οδηγούνται τα πράγματα, μετά και από τα όσα κατήγγειλε ο Γεώργιος Γρίβας-Διγενής περί ΑΣΠΙΔΑ στην Κύπρο, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος έλαβε τη σωστή απόφαση: μετά την αποπομπή του Πέτρου Γαρουφαλιά (φίλου του Γεωργίου Παπανδρέου και χρηματοδότη της Ένωσης Κέντρου) από το υπουργείο εθνικής άμυνας ο βασιλιάς πολύ ορθά αρνήθηκε να αναλάβει το εν λόγω υπουργείο ο ίδιος ο τότε πρωθυπουργός! Αυτό, διότι στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ βασικός κατηγορούμενος για εσχάτη προδοσία ήταν ο γιος του πρωθυπουργού, δηλ. ο Ανδρέας Παπανδρέου, και θα ήταν τελείως αντιδημοκρατικό και άκομψο των διαδικασιών του υπουργείου να ηγείται ο... πατέρας του κατηγορούμενου!!! Τέτοια αθλιότητα δεν είχε ξαναγίνει ποτέ παγκοσμίως. Και όμως ο «χοντροκέφαλος» Γεώργιος Παπανδρέου επέμενε ανοήτως στην ανάληψη του υπουργείου από αυτόν τον ίδιο (λες και δεν είχε κάποιον «αχυράνθρωπο» για να βάλει στη θέση αυτή!) και έτσι ο βασιλιάς Κωνσταντίνος αναγκάστηκε να αποπέμψει τον «Γέρο της Δημοκρατίας»...
Τότε, μπροστά στον κίνδυνο η χώρα να μείνει ακυβέρνητη και την κατάσταση να εκμεταλλευτούν οι κομμουνιστές, οδηγώντας την πατρίδα μας σε νέο εμφύλιο σπαραγμό, τα μεγαλύτερα στελέχη-υπουργοί της Ένωσης Κέντρου και ο ίδιος ο πρόεδρος της βουλής μπήκαν μπροστά, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες, αλλά και το τεράστιο βάρος της ευθύνης, εφόσον έκτοτε τους συνόδευε η «ρετσινιά» του δήθεν «αποστάτη»! Βασικός πρωταγωνιστής των εν λόγω πρωτοβουλιών υπήρξε ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος έτσι έγινε ο «αποδιοπομπαίος τράγος» του Κέντρου και, μετά τη Μεταπολίτευση, αναγκάστηκε να προσχωρήσει στη Δεξιά. Μάλιστα έγινε και αρχηγός της ΝΔ, η οποία βέβαια ήδη από το 1974 είχε εγκαταλείψει τις προ 1967 θέσεις της και ενστερνίστηκε πλέον τις παλιές αντιλήψεις της Ένωσης Κέντρου...
Εδώ να σημειωθεί, προς χάριν της ιστορικής αλήθειας, ότι ο περιβόητος «κομμουνιστικός κίνδυνος» υπήρξε μάλλον μία υπερβολή, εφόσον η ΕΣΣΔ δεν θα είχε κανένα συμφέρον εκείνη την εποχή να ταράξει τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην περιοχή μας. Ασφαλώς η κομμουνιστική Αριστερά δεν είχε εγκαταλείψει τον στόχο της να καταλάβει μία ημέρα την εξουσία στην Ελλάδα. Αυτό όμως κατάφερε να το πετύχει εντελώς αναίμακτα το 1974, εξαιτίας του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος έδιωξε τον βασιλιά Κωνσταντίνο και έφερε τον Χαρίλαο Φλωράκη! Έκτοτε οι κομμουνιστές επικράτησαν ιδεολογικά στην Ελλάδα, με τα γνωστά θλιβερά σήμερα αποτελέσματα...
Αξίζει εδώ να παραθέσουμε μερικά από αυτά που είπαν αργότερα οι δύο πρωταγωνιστές των «Ιουλιανών» σχετικά με τα τότε γεγονότα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Τα Νέα», στις 15 Ιουλίου 1985 (20 χρόνια μετά), είπε μεταξύ άλλων και τα εξής:
«Το θέμα είναι ότι στην Ένωση Κέντρου, που αρχικά αποτέλεσε ένα είδος συνασπισμού αρχηγών του Κέντρου, αλλά και της Δεξιάς, όπως ο Στεφανόπουλος (μην ξεχνάμε ότι ο Στεφανόπουλος ήταν ο διεκδικητής της αρχηγίας της ΕΡΕ), υπήρχαν πολλοί παράγοντες, οι οποίοι μπορούσαν να αποτελέσουν πόλο έλξης και συσπείρωσης.
Και εδώ ασφαλώς ξεκινάει – πώς να την πούμε, συνωμοσία; Δεν θέλω να χρησιμοποιήσω βαριές λέξεις – ξεκινάει πάντως μια υπόθεση που βρίσκεται και στην καρδιά της 15ης Ιουλίου του ’65.
Ο Μητσοτάκης και οι περί αυτόν σε πολύ στενή συνεργασία με τον Πάνο Κόκκα (Σ.Σ. εκδότη της εφημερίδας «Ελευθερία»), που ήταν ο εγκέφαλος όλης αυτής της ιστορίας και τον Χοϊδά των Ανακτόρων – αυτό είναι το τρίο – σχεδιάζουν μια πολιτική, η οποία στηρίζεται σε δύο παράλληλες δραστηριότητες.
Από τη μια μεριά υπάρχει μια σκληρή γραμμή της «Ελευθερίας», η οποία εκφράζει αυτήν την κίνηση, εναντίον κάθε δυνατής «παραχώρησης» του Γεωργίου Παπανδρέου προς το κατεστημένο, προς τα Ανάκτορα.
Είναι γνωστή η μεγάλη επίθεση για το Γεννηματά, τον τότε αρχηγόν του Γενικού Επιτελείου Στρατού, με βάση τη συμμετοχή του στη βία και νοθεία του ’61.
Και ενώ χτυπιέται ο Γεώργιος Παπανδρέου ως «ο συμβιβαζόμενος» – «αιδώς Αργείοι» ήταν ένας καταλυτικός τίτλος της «Ελευθερίας» –, ταυτόχρονα ο Μητσοτάκης, ο Κόκκας και ο Χοϊδάς σε συνεργασία με τα Ανάκτορα, οργανώνουν παρασκηνιακά την ανατροπή του Γεωργίου Παπανδρέου, με στόχο την εξυπηρέτηση βέβαια των ανακτορικών επιθυμιών και συμφερόντων.
Είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα πολιτική δραστηριότητα και τακτική. Παράλληλα δύο κινήσεις. Και έτσι, ενώ μειώνεται το κύρος προσωπικά του Γεωργίου Παπανδρέου ως «συμβιβαζόμενου», από την άλλη μεριά ετοιμάζεται η διαδοχή. Διαβεβαιώνονται από τον κύκλο αυτό ο Κωνσταντίνος και η Φρειδερίκη, ότι ο Μητσοτάκης ελέγχει περίπου 80 βουλευτές και ότι επομένως θα υπάρξει αμέσως βιώσιμη κυβέρνηση με τη στήριξη και της ΕΡΕ.
Οι λεπτομέρειες ίσως δεν έχουν και τόση σημασία πια, αλλά ο Γεώργιος Παπανδρέου έχοντας ο ίδιος συγκρουστεί επίσημα και δημόσια με τον Γαρουφαλιά και τα Ανάκτορα – όχι με τον Μητσοτάκη, αποφασίζει να προχωρήσει στην αντικατάσταση του Γεννηματά, ακολουθώντας τη γραμμή που προωθούσε η «Ελευθερία» και πεπεισμένος πλέον ότι έπρεπε να γίνει αυτό.
Ο Γαρουφαλιάς αρνείται να υπογράψει την αντικατάσταση του Γεννηματά. Ο Γεώργιος Παπανδρέου θέλει να απολύσει τον Γαρουφαλιά και να πάει ο ίδιος στο υπουργείο Άμυνας. Αυτό δεν το δέχεται ο Κωνσταντίνος, ο οποίος εδώ παραβιάζει σαφώς το Σύνταγμα και επέρχεται η σύγκρουση, καθώς οδηγείται ο Γεώργιος Παπανδρέου σε παραίτηση».
Επίσης, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης έγραψε την παρακάτω μαρτυρία του, της οποίας παρατίθεται απόσπασμα, για τα τότε γεγονότα (η μαρτυρία περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου «Η ταραγμένη εξαετία (1961-1967)»):
«Η πολιτική κρίση του Ιουλίου 1965 μπορούσε να αποφευχθεί. Κατ’ αρχήν δεν θα υπήρχε διαφωνία, εάν ο Γ. Παπανδρέου δεν είχε κάνει λάθος να παραχωρήσει στον τότε Βασιλέα το δικαίωμα να έχει αποφασιστική γνώμη στα θέματα των Ενόπλων Δυνάμεων. Την παραχώρηση αυτή προς το παλάτι είχε συμφωνήσει ανάμεσα στις εκλογές του ’63 και του ’64, ξαφνικά όμως σκλήρυνε τη στάση του και ζήτησε πίσω όσα ο ίδιος είχε παραχωρήσει. Η αιφνίδια αυτή αλλαγή στάσης, που πιθανότατα σχετίζεται με την πολιτική φθορά που ήδη είχε υποστεί η Κυβέρνηση της Ε.Κ., προκάλεσε την έντονη αντίδραση των ανακτόρων τα οποία, όπως ήταν φυσικό, επέμεναν, πάση θυσία, να διατηρήσουν τα κεκτημένα.
Ασφαλώς δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση το δικαίωμα του εκλεγμένου Πρωθυπουργού να επιλέγει τους υπουργούς του, όπως και το δικαίωμα να αναλάβει ο ίδιος προσωπικά οποιοδήποτε Υπουργείο. Εάν όμως η επιλογή αυτή τον οδηγούσε στη ρήξη με το Ρυθμιστή του Πολιτεύματος, σε μία εποχή άλλωστε που ο συσχετισμός των δυνάμεων δεν τον ευνοούσε, ώφειλε να αντιμετωπίσει και την περίπτωση ενός τακτικού συμβιβασμού, τον οποίο πρότειναν όλα τα βασικά στελέχη της Κυβερνήσεως και ο οποίος θα απέτρεπε τα όσα ακολούθησαν. Εν πάση περιπτώσει, έπρεπε τουλάχιστον να σκεφτεί ότι παραιτούμενος εξωθούσε τον Κωνσταντίνο στο δίλημμα, εκλογές με χαρακτήρα δημοψηφίσματος ή βασιλική δικτατορία. Ζητούσε δηλαδή από το παλάτι να διαλέξει ανάμεσα στην αυτοκτονία και στην εκτροπή.
Οι δυνάμεις που έσπρωχναν τον Γ. Παπανδρέου στην αναμέτρηση με το παλάτι δεν θα μπορούσαν να επιβάλουν την πολιτική τους χωρίς τη στήριξη της Αριστεράς, με τις γνωστές δυνατότητες στις λαϊκές κινητοποιήσεις. Η εκ των υστέρων αυτοκριτική της Αριστεράς, για την αδιάλλακτη στάση της στα γεγονότα του ’65, έρχεται σήμερα να δικαιώσει την πολιτική εκείνων που, χωρίς να σκεφτούν το πολιτικό κόστος, με αυτοθυσία προσπάθησαν να συμβάλουν σε μια συμβιβαστική λύση εκτόνωσης.
Η ομάδα των στελεχών που διαφώνησε με τον Γ. Παπανδρέου κατηγορήθηκε για συνωμοσία. Ποτέ, όμως, η κατηγορία αυτή δεν στηρίχθηκε σε στοιχεία, παραμένοντας ένας αβάσιμος ισχυρισμός. Αντίθετα τα τελευταία χρόνια ενισχύεται η άποψη ότι η έμπρακτη διαφωνία με την πολιτική της ρήξης, αποτελούσε μία όχι μόνο θεμιτή αλλά και επιβεβλημένη πολιτική ενέργεια. Άλλωστε το σενάριο της συνωμοσίας δεν άντεχε σε καμία λογική από την πρώτη στιγμή, δεδομένου ότι οι υποτιθέμενοι συνωμότες κατέβαλαν αγωνιώδεις προσπάθειες για να αποτρέψουν τη ρήξη, δηλαδή το γεγονός χωρίς το οποίο συνωμοσία δεν μπορούσε να υπάρξει»...
Δρ. Ησαΐας Κωνσταντινίδης
www.elora.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου