Κυριακή 16 Δεκεμβρίου 2012

Oι Γερμανικοί πύργοι διαφθοράς

Η μεγάλη επιχείρηση του γερμανικού ΣΔΟΕ και της αστυνομίας την περασμένη εβδομάδα οδήγησε στη σύλληψη 25 ατόμων και τη διεξαγωγή εισαγγελικής έρευνας σε βάρος του προέδρου της τράπεζας.  Αν άκουγε κανείς μόνο τις «διδαχές» της Ανγκελα Μέρκελ προς τους «αμαρτωλούς» του Νότου, θα πίστευε πως η διαφθορά είναι άγνωστη λέξη για τους Γερμανούς. Ωστόσο, όπως έχει αποδειχθεί αρκετές φορές, πολλές γερμανικές επιχειρήσεις και δη εξαγωγικοί κολοσσοί, έχουν χτίσει τις αυτοκρατορίες τους κάνοντας... πρωταθλητισμό στη δωροδοκία και τα «μαύρα» ταμεία.

Η μεγάλη επιχείρηση του γερμανικού ΣΔΟΕ και της αστυνομίας την περασμένη εβδομάδα οδήγησε στη σύλληψη 25 ατόμων και τη διεξαγωγή εισαγγελικής έρευνας σε βάρος του προέδρου της τράπεζας.
Το τελευταίο κρούσμα διαφθοράς ήταν...
η πανίσχυρη Deutsche Bank, για την οποία η εισαγγελία της Φρανκφούρτης έχει ανοίξει έρευνα για διαφθορά, ξέπλυμα χρήματος και απάτη σε βάρος του γερμανικού Δημοσίου με πλαστά πιστοποιητικά για τις εκπομπές ρυπογόνων αερίων. Η μεγάλη επιχείρηση του γερμανικού ΣΔΟΕ και της αστυνομίας την περασμένη εβδομάδα οδήγησε στη σύλληψη 25 ατόμων και τη διεξαγωγή εισαγγελικής έρευνας σε βάρος του προέδρου, ενώ αποκαλύφθηκε ότι αντί να συνεργαστεί, η τράπεζα μάλλον είχε διαγράψει πολλά ενοχοποιητικά μηνύματα και στοιχεία.
«Καμιά συναλλαγή δεν αξίζει να θέσουμε σε κίνδυνο την καλή φήμη της τράπεζάς μας» έλεγε λίγο πριν από την αποχώρησή του από το τιμόνι της Deutsche Bank ο πολύς Γιόζεφ Ακερμαν. Κι όμως το μεγαλύτερο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα της Γερμανίας πλήττεται από μια σειρά σκανδάλων και δικών που εκκρεμούν, οι οποίες συνολικά αναμένεται ότι θα κοστίσουν 2,5 δισ. ευρώ. Πέρα από το νέο σκάνδαλο διαφθοράς, η Deutsche Bank βρίσκεται στα δικαστήρια με τους κληρονόμους του μεγαλοεκδότη Λέο Κιρχ, ο οποίος είχε κατηγορήσει τον διευθυντή της τράπεζας, Ρολφ Μπρόιερ, ότι με τις δηλώσεις του και τις εκτιμήσεις του συνέβαλε στη χρεοκοπία της μιντιακής αυτοκρατορίας των Κιρχ.
Κι αν αυτή η δικαστική εκκρεμότητα είναι μια... παρωνυχίδα για την τράπεζα, δεν ισχύει το ίδιο για τις κατηγορίες που έρχονται από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού: η Deutsche Bank κατηγορείται ότι ήδη πριν από την κρίση είχε παραπληροφορήσει τις Αρχές και είχε εξαπατήσει τους πελάτες της με λάθος επενδύσεις. Ακόμη οι ΗΠΑ ερευνούν τις συνεργασίες που διατηρούσε η γερμανική τράπεζα με χώρες, οι οποίες τελούν υπό εμπάργκο, όπως το Ιράν. Σε αυτά έρχεται να προστεθεί η εμπλοκή της Deutsche Bank στο σκάνδαλο με το Libor.
Oι Γερμανικοί πύργοι διαφθοράς
Πλαστογραφία
Δεν είναι όμως μόνο η τράπεζα που έχει βρεθεί στο στόχαστρο των διωκτικών Αρχών. Ολοι -τουλάχιστον στην Ελλάδα- θυμούνται το σκάνδαλο Siemens, το οποίο είχε προεκτάσεις και στη χώρα μας. Από το 1999 έως το 2006 η γερμανική εταιρεία διατηρούσε «μαύρα» ταμεία και διέθεσε σε... μπαξίσια περίπου 1,3 δισ. ευρώ προς κυβερνητικούς αξιωματούχους και συνεργάτες στις χώρες όπου έκανε μπίζνες. Ακόμη είχε κατηγορηθεί στις ΗΠΑ για πλαστογράφηση στοιχείων, τήρηση πλαστών βιβλίων και δωροδοκία. Μετά από έναν χρόνο διαπραγματεύσεων, η Siemens κατάφερε να πετύχει συμβιβασμό που της κόστισε περίπου 800 εκατ. δολάρια, τα οποία έπρεπε να καταβάλει στο αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, ενώ όφειλε άλλα 350 εκατ. δολάρια στη ρυθμιστική αρχή SEC, για παραβίαση της συμφωνίας για τις συναλλαγές στο εξωτερικό. Το σκάνδαλο στοίχισε συνολικά στην εταιρεία περισσότερα από 2,5 δισ. ευρώ, των δικαστικών εξόδων.
Από το 1999 έως το 2006 η Siemens διατηρούσε «μαύρα» ταμεία και διέθεσε σε? μπαξίσια περίπου 1,3 δισ. για να προωθήσει τις δουλειές της
Από το 1999 έως το 2006 η Siemens διατηρούσε «μαύρα» ταμεία και διέθεσε σε? μπαξίσια περίπου 1,3 δισ. για να προωθήσει τις δουλειές της
Την τακτική των παράνομων πληρωμών σε διάφορες χώρες ακολούθησε και η γερμανική MAN, η οποία κατασκευάζει λεωφορεία και φορτηγά. Οπως διαπίστωσε η εφορία του Μονάχου, από το 2002 έως το 2005 ένα ποσό της τάξης των 16 εκατ. ευρώ βρέθηκε στα χέρια διαφόρων παραγόντων που αποφάσιζαν για την προμήθεια προϊόντων της συγκεκριμένης εταιρείας τόσο στη Γερμανία όσο και σε χώρες του εξωτερικού. Η εταιρεία αναγκάστηκε να πληρώσει 150 εκατ. ευρώ για να πετύχει συμβιβασμό, και άλλαξε ολόκληρη την ηγετική της ομάδα. Ακόμη αναγκάστηκε να συστήσει ειδική ομάδα εσωτερικού ελέγχου, υπό την επίβλεψη του πρώην επικεφαλής του FBI, Λούις Φρι.
Σάλος είχε προκληθεί πριν από αρκετούς μήνες, εξάλλου, και με την υπόθεση Daimler, καθώς η μεγάλη αυτοκινητοβιομηχανία βρέθηκε στο εδώλιο του κατηγορουμένου, επειδή «λάδωνε» αξιωματούχους σε διάφορα μέρη του πλανήτη για να κλείσει συμφωνίες. Για παράδειγμα στη Ρωσία η αυτοκινητοβιομηχανία έκανε υπερτιμολογήσεις των προϊόντων της και η διαφορά πήγαινε σε μεσάζοντες. Στην Ινδονησία έκαναν δώρα σε κυβερνητικούς αξιωματούχους, ενώ στο Βιετνάμ η «κομπίνα» ήταν ακόμη πιο ενδιαφέρουσα: η Daimler είχε κάνει συμφωνία να παραχωρήσει δωρεάν 78 πολυτελή αυτοκίνητα σε κυβερνητικούς αξιωματούχους για τη διοργάνωση μιας διάσκεψης. Σε αντάλλαγμα κατέβαλε δασμούς ύψους μόνο 25% αντί 100% που είναι το σύνηθες. Μόλις ολοκληρώθηκε η διάσκεψη, τα οχήματα επεστράφησαν στην Daimler, η οποία τα πούλησε με κέρδος 1,65 εκατ. ευρώ και έδωσε 400.000 σε «μπαξίσια».
Η Daimler Chrysler παραχώρησε 78 πολυτελή αυτοκίνητα σε αξιωματούχους του Βιετνάμ προκειμένου να καταβάλει το 1/4 των δασμών
Η Daimler Chrysler παραχώρησε 78 πολυτελή αυτοκίνητα σε αξιωματούχους του Βιετνάμ προκειμένου να καταβάλει το 1/4 των δασμών
Οι μεγάλες αυτές επιχειρήσεις δεν ήταν οι μοναδικές που ενεπλάκησαν σε σκάνδαλα διαφθοράς. Η Deutsche Telecom, για παράδειγμα, αναγκάστηκε να καταβάλει μαζί με την ουγγρική θυγατρική της περισσότερα από 73 εκατ. ευρώ στις αμερικανικές Αρχές ως πρόστιμο, επειδή είχαν κάνει «μαύρες» πληρωμές στο Μαυροβούνιο και τη ΦΥΡΟΜ, ενώ είναι γνωστή και η υπόθεση της Ferrostaal, που πλήρωσε πρόστιμο 149 εκατ. ευρώ λόγω της αμφιλεγόμενης πώλησης υποβρυχίων σε Ελλάδα και Πορτογαλία. Σε προληπτικά μέτρα κατά της διαφθοράς αναγκάστηκε να προχωρήσει η εταιρεία απορρυπαντικών Henkel, σε μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει εγκαίρως τις κατηγορίες για σύσταση μονοπωλίου σε ολόκληρο τον κλάδο.
ΕΡΕΥΝΑ ΤΗΣ ΕRNST&YOUNG
Εθισμένος με το λάδωμα ένας στους τρεις μάνατζερ
Παρά τα συχνά φαινόμενα διαφθοράς και τα μέτρα που έχουν λάβει αρκετές εταιρείες προκειμένου να μην ξαναβρεθούν ενώπιον της Δικαιοσύνης με τις κατηγορίες της διαφθοράς, το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν λαμβάνεται ιδιαίτερα σοβαρά υπόψη από την πλειονότητα των γερμανικών επιχειρήσεων.
Aπό το 2002 έως το 2005 ένα ποσό της τάξης των 16 εκατ. ευρώ βρέθηκε στα χέρια διάφορων παραγόντων που αποφάσιζαν για την προμήθεια προϊόντων της εταιρείας Man στη Γερμανία και στο εξωτερικό.
Aπό το 2002 έως το 2005 ένα ποσό της τάξης των 16 εκατ. ευρώ βρέθηκε στα χέρια διάφορων παραγόντων που αποφάσιζαν για την προμήθεια προϊόντων της εταιρείας Man στη Γερμανία και στο εξωτερικό.
Οπως δείχνει έρευνα της Ernst&Young που δημοσιοποιήθηκε πριν από μερικούς μήνες, οι Γερμανοί επιχειρηματίες δεν αντιμετωπίζουν τη διαφθορά ως ένα σοβαρό ζήτημα. Το σκεπτικό που επικρατεί, δε, είναι ότι εφόσον χρειάζεται, οι εταιρείες θα «λαδώσουν». Το ένα τρίτο των Γερμανών μάνατζερ δεν φαίνεται, βάσει της έρευνας, να ενδιαφέρονται για τους εταίρους με τους οποίους συνάπτουν συμφωνίες, δηλαδή εάν είναι διεφθαρμένοι ή όχι. Ακόμη, δεν θεωρούν σημαντικά τα αποκαλούμενα «προγράμματα ψυχαγωγίας», τα οποία παρέχουν στους εν δυνάμει πελάτες τους για να «σφραγίσουν» τη συνεργασία.
Το 38% των Γερμανών μάνατζερ υπογράφουν μετά χαράς τέτοιου είδους έκτακτες δαπάνες. Η έρευνα επισημαίνει ακόμη ότι τα μεγάλα σκάνδαλα δεν ήρθαν στο φως μετά από εσωτερική έρευνα, αλλά από εξωτερικούς παράγοντες, όπως θεσμούς και τράπεζες. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι οι γερμανικές επιχειρήσεις δεν έχουν αποτελεσματικούς εσωτερικούς μηχανισμούς καταπολέμησης της διαφθοράς.
Οι πιο «διεφθαρμένοι» κλάδοι παγκοσμίως, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Transparency International, είναι οι αγροτικές επιχειρήσεις, ακολουθούμενες από την παροχή υπηρεσιών, τις αεροπορικές εταιρείες, τις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας και τις τράπεζες.
Στη Γερμανία οι τομείς όπου παρατηρείται η μεγαλύτερη διαφθορά είναι το εμπόριο, οι φαρμακοβιομηχανίες, οι τηλεπικοινωνίες και οι κατασκευές, ενώ το τελευταίο διάστημα -λόγω των «αμαρτιών» του παρελθόντος- δείχνουν να συμμορφώνονται οι αυτοκινητοβιομηχανίες.
Από τις λίγες χώρες. Δύσκολα θα το πίστευε κανείς, κι όμως η Γερμανία είναι μια από τις ελάχιστες χώρες που δεν έχουν επικυρώσει τη Συνθήκη του ΟΗΕ για την πάταξη της διαφθοράς στην πολιτική - και μάλιστα επειδή την μπλοκάρουν βουλευτές των Χριστιανοδημοκρατών και των Φιλελευθέρων. Στις 9 Δεκεμβρίου του 2003 το Βερολίνο υπέγραψε τη Συνθήκη στο Μεξικό, η οποία δεσμεύει τις χώρες να καταπολεμήσουν κάθε μορφή πολιτικής διαφθοράς, είτε στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα, χωρίς να κάνει διάκριση μεταξύ βουλευτών και υπαλλήλων. Η νομοθεσία στη Γερμανία, όμως, διαχωρίζει τα πράγματα: εάν ένας δημόσιος υπάλληλος δεχθεί κάποιο δώρο, αντιμετωπίζει σοβαρή ποινή, κάτι που δεν ισχύει για τα «δωράκια» των βουλευτών. Η μόνη απαγόρευση προς τους βουλευτές είναι να? εξαγοράζουν μέσω δωροδοκίας ψήφους.
Προκειμένου, λοιπόν, να επικυρωθεί η Συνθήκη από την μπούντεσταγκ, πρέπει να τροποποιηθεί η σχετική νομοθεσία. Οι βουλευτές του κυβερνώντος συνασπισμού μπλοκάρουν τη διαδικασία με τη δικαιολογία ότι δεν μπορούν νομικά να εξισωθούν με τους... δημόσιους λειτουργούς. Δεν είναι όμως μόνο αυτό.
Είναι χαρακτηριστική η δήλωση που έκανε πριν από λίγους μήνες ο αναπληρωτής εκπρόσωπος του CDU, Μίχαλε Φουχς: «Φυσικά και είμαι κατά της διαφθοράς, αλλά οφείλουμε να προσέξουμε ώστε οι βουλευτές που έχουν επαφές με την οικονομία να μην ενοχοποιούνται αυτομάτως». Τα επιχειρήματά τους, βεβαίως, σε διεθνές επίπεδο, χαρακτηρίστηκαν από σαθρά έως απολύτως ανόητα και παράλογα.
Οι άλλες χώρες που αρνούνται να εφαρμόσουν τη Συνθήκη είναι η Βόρεια Κορέα, η Συρία και η Σαουδική Αραβία.
ΜΑΡΙΑ ΑΔΑΜΙΔΟΥ
madam@pegasus.gr

www.ethnos.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου