Κανέναν τομέα της επιχειρηματικότητας δεν άφηναν (και πιθανότατα
εξακολουθούν να μην αφήνουν) να πάει χαμένο τα εγχώρια εθισμένα
αρπακτικά της μίζας.
96.000 δολαρίων, αποτελούν συστατικό στοιχείο της οικονομικής δραστηριότητας. Στα ηλεκτρονικά μηνύματα που αντάλλασσαν μεταξύ τους τα στελέχη της Smith & Nephew παραδέχονταν ότι ο μοναδικός λόγος ύπαρξης των εικονικών εξωχώριων εταιρειών ήταν «η διαρκής ανάγκη για δωροδοκίες. Ενα διαρκές, περίπλοκο πρόβλημα που αναδεικνύεται σε αναπόφευκτο ρυθμιστή της ελληνικής πραγματικότητας».
Υπόθεση Smith & Nephew / Εταιρεία ιατροτεχνολογικού εξοπλισμού
9,5 εκατ. $ σε «ελληνικές» μίζες 1997 - 2008
Η Smith & Nephew είναι πολυεθνική εταιρεία που δραστηριοποιείται διεθνώς στον τομέα του ιατρικού τεχνολογικού εξοπλισμού. Από το 1997 έως και τον Ιούνιο του 2008, δυο θυγατρικές της εταιρείες και ο Ελληνας αντιπρόσωπός τους ενεπλάκησαν σε παράνομες πληρωμές γιατρών του ΕΣΥ. Με έδρα το Λονδίνο, η S&N plc έκανε πωλήσεις ύψους 3,962 δισ. δολαρίων για το οικονομικό έτος 2010, παρουσιάζοντας κέρδη 920 εκατ. δολαρίων.
Η S&N Ιnc., αμερικανική θυγατρική της S&N plc, πωλούσε ορθοπεδικά προϊόντα στην Ελλάδα μέσω αντιπροσώπου. Η S&N GmbH, γερμανική θυγατρική της S&N plc, πωλούσε και αυτή ορθοπεδικά προϊόντα στην Ελλάδα και πάλι μέσω (διαφορετικού) αντιπροσώπου. Τα δύο φυσικά πρόσωπα- αντιπρόσωποι, συνιστούσαν την ελληνική αντιπροσωπεία. Οι πωλήσεις των δύο θυγατρικών της S&N στην Ελλάδα, χρονολογούνταν από τη δεκαετία του '70.
Το 1997 δημιουργήθηκε ειδικό εξωχώριο σχήμα με σκοπό την καταβολή μιζών σε γιατρούς του ΕΣΥ. Η ελληνική αντιπροσωπεία έστησε δύο εταιρείες-μαϊμού στο Ηνωμένο Βασίλειο. Οι δύο θυγατρικές της S&N χρέωναν την ελληνική αντιπροσωπεία με τιμές καταλόγου και στη συνέχεια κατέβαλλαν στις δύο εξωχώριες εταιρείες το ποσοστό (από 25-40%) που προοριζόταν για τις μίζες. Στα «χαρτιά» φαινόταν ότι οι δυο θυγατρικές της S&N πλήρωναν τις δύο εξωχώριες εταιρείες για υπηρεσίες μάρκετινγκ. Ετσι, η ελληνική αντιπροσωπεία αποκτούσε εξωχώριους, αφορολόγητους πόρους με τους οποίους δωροδοκούσε τους Ελληνες γιατρούς.
Το ηλεκτρονικό μήνυμα που περιλαμβάνεται στα επίσημα έγγραφα των αμερικανικών υπηρεσιών είναι χαρακτηριστικό και η έμφαση αυθεντική: «η προμήθεια των εξωχώριων εταιρειών δεν μπορεί να μειωθεί προς το παρόν, αφού έτσι κι αλλιώς δεν επαρκεί για να καλύψει τις τρέχουσες απαιτήσεις ρευστότητας. Οι ανταγωνιστές μας πληρώνουν 30-40% περισσότερο. Χρειάζομαι απολύτως αυτούς τους πόρους για να προωθήσω τις πωλήσεις μου στους χειρουργούς, όταν ο ανταγωνισμός προσφέρει σημαντικά υψηλότερα ποσά. Σας παρακαλώ να καταλάβετε ότι πληρώνω μεγάλα ποσά σε μετρητά αμέσως μετά την ολοκλήρωση των χειρουργικών επεμβάσεων», έγραφε ο Ελληνας αντιπρόσωπος το 2002 στον Αμερικανό υπήκοο, αντιπρόεδρο και υπεύθυνο διεθνών πωλήσεων που ζούσε στο Μέμφις του Τενεσί. Το συγκεκριμένο στέλεχος έφυγε από την εταιρεία το 2004.
Διάφορα φορολογικά προβλήματα της S&N GmbH, οδήγησαν το 2005 στη δημιουργία τρίτης εξωχώριας εταιρείας εκ μέρους του Ελληνα αντιπροσώπου, που και πάλι λειτουργούσε ως αφανής πόρος για τις δωροδοκίες των Ελλήνων γιατρών. Τα προϊόντα πωλούνταν πλέον με «έκπτωση» στη νέα εταιρεία η οποία, με τη σειρά της, τα μεταπωλούσε στην ελληνική αντιπροσωπεία. Την ίδια χρονιά η S&N GmbH σταμάτησε τη συνεργασία της με την ελληνική αντιπροσωπεία. Τον Μάιο της ίδιας χρονιάς, οι υπεύθυνοι της ελληνικής αντιπροσωπείας έμαθαν από εκπρόσωπο της S&N Ιnc. ότι η μαμά εταιρεία δεν ήταν πλέον διατεθειμένη να δίνει μίζες στους Ελληνες γιατρούς, αλλά η πρακτική δεν άλλαξε. Τον Ιούνιο του 2007, η S&N Ιnc. ενεργοποίησε μια νέα θυγατρική, μια ιδιωτική ελβετική εταιρεία, για να προωθεί τα προϊόντα της στην ελληνική αγορά. Η ελληνική αντιπροσωπεία προσπάθησε να διατηρήσει τη σχέση της με την S&N Ιnc., την οποία και ενημέρωσε ότι «επί των ημερών της» οι Ελληνες γιατροί κόστιζαν λιγότερο. Η S&N Ιnc. έμαθε αργότερα ότι η ελβετική εταιρεία είχε εμπλακεί σε «μη αποδεκτές πρακτικές πωλήσεων» πριν από την έναρξη της συνεργασίας τους. Σε κάθε περίπτωση και μέχρι τον Ιούνιο του 2008, η S&N Ιnc. συνέχισε να προμηθεύει με προϊόντα την ελληνική αντιπροσωπεία, έτσι ώστε να εξυπηρετεί τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια που είχε κλείσει με ελληνικά νοσοκομεία. Συνολικά, για το διάστημα 1997 - 2008, οι «ελληνικές» μίζες της Smith & Nephew ανήλθαν σε 9,5 εκατ. δολάρια.
Υπόθεση Alliance One International / Εταιρεία εμπορίας καπνού
96.000 $ σε μίζες που δόθηκαν σε Ελληνες το 2003
Προϊόν της συγχώνευσης των Dimon Inc. και Standard Commercial Corp., η εταιρεία εμπορίας καπνού Alliance One International ιδρύθηκε στις 13 Μαΐου 2005.
Τον Απρίλιο του 2003, η θυγατρική της Dimon στην Ελλάδα δωροδόκησε Ελληνα αξιωματούχο των φορολογικών και τελωνειακών αρχών με ποσό 96.000 δολαρίων που πέρασε στα βιβλία της εταιρείας ως «εξειδικευμένα έξοδα μάρκετινγκ».
Σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα των αμερικανικών υπηρεσιών, ο αξιωματούχος διεξήγαγε λογιστικό έλεγχο στην ελληνική θυγατρική εταιρεία.
Οι «ασυνέχειες» που εντόπισε είχαν ως αποτέλεσμα την προσφορά των 96.000 δολαρίων. Η εταιρεία πλήρωσε έτσι φόρους μόλις 600.000 ευρώ αντί για τα περίπου 2,5 εκατ. ευρώ που ήταν η κανονική της οφειλή προς το ελληνικό Δημόσιο, το οποίο ζημιώθηκε 1,9 εκατ. ευρώ. Το παραπάνω «μικροποσό» θυμίζει συνηθισμένο χρηματισμό εφοριακών και τελωνειακών υπαλλήλων που έχει ελάχιστη σχέση με τις γιγαντιαίες μίζες των προμηθειών.
Παρόμοιες πρακτικές της πολυεθνικής εταιρείας εμπορίας καπνού βεβαιώθηκαν σε πολλές άλλες χώρες.
Το υπόμνημα για «τις πτήσεις» της μεγάλης μπίζνας
Μετά το επεισόδιο του Σεπτεμβρίου του 2005, όταν οι ισραηλινές Αρχές ασφαλείας ενημέρωσαν τον υπεύθυνο ανθρωπίνων πόρων της Comverse Ltd για τα αλλεπάλληλα, ημερήσια, ταξίδια- αστραπή του «πράκτορα G» σε Αθήνα, Ρώμη και Λάρνακα, ο διευθυντής ασφαλείας της εταιρείας συνέταξε υπόμνημα, με ημερομηνία 01/01/2006 και αποδέκτες τον διευθυντή ανθρωπίνων πόρων και τον πρόεδρο του τομέα «Ευρώπης, Μέσης Ανατολής και Αφρικής» συγκεκριμένης επιχειρησιακής μονάδας ενός ευρύτερου επιχειρηματικού σχήματος που περιελάμβανε την Comverse Ltd. Το υπόμνημα έλεγε ότι τα ταξίδια του πράκτορα G, που αποδεδειγμένα διοργάνωνε η Comverse Ltd, γίνονταν για λογαριασμό της εταιρείας. Εξηγούσε ότι ο πράκτορας G λειτουργούσε ως μεταφορέας χρημάτων.
Οτι τα ποσά σε μετρητά που είχε επάνω του υπερέβαιναν κατά πολύ τα επιτρεπτά όρια για επιβάτες που ταξίδευαν προς την Ελλάδα ή την Ιταλία, γεγονός που πιθανόν θα οδηγούσε σε κατηγορίες για ξέπλυμα χρημάτων. Οτι, στο αεροδρόμιο της Ρώμης ή πολύ κοντά σε αυτό, ο πράκτορας G παρέδιδε φακέλους γεμάτους με χρήματα στον Ιταλό υπήκοο που ήταν ο διευθύνων σύμβουλος της ιταλικής θυγατρικής της Comverse Ltd και πρόεδρος της Comverse Europe. Το υπόμνημα έλεγε επίσης ότι πιθανή ανακάλυψη των φακέλων που μετέφερε ο πράκτορας G συνιστούσε σοβαρή απειλή για τα συμφέροντα της εταιρείας. Ακολουθούσαν προτάσεις για την αποφυγή ενός τέτοιου ενδεχομένου.
Ετσι, εις το εξής τα ταξίδια του πράκτορα G έπρεπε να τα διοργανώνει ταξιδιωτικός πράκτορας που δεν είχε καμία εμφανή σχέση με την Comverse Ltd. Ο πράκτορας G όφειλε να διαμένει σε διαφορετικά ξενοδοχεία, προκειμένου να μην αναγνωρίζεται ως υπάλληλος της Comverse Ltd.
Επιπλέον, όφειλε να παραμένει μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα στους κατά τόπους προορισμούς, έτσι ώστε να μη δημιουργεί υποψίες. Σε σχετικό βάθος χρόνου, πρότεινε το υπόμνημα, ο πράκτορας G έπρεπε να «αποσυνδεθεί» από την Comverse Ltd και τελικά να «λήξει» γιατί «γνώριζε πολλά». Καταλήγοντας, το υπόμνημα έλεγε ότι για όσο διάστημα το παρόν σύστημα εξακολουθούσε να παραμένει σε ισχύ, o πράκτορας G χρειαζόταν κατάλληλη κάλυψη με πλαστά έγγραφα που θα ήταν αδύνατον να τον συνδέσουν καθ' οιονδήποτε τρόπο με την Comverse Ltd.
Σύμφωνα με τα επίσημα έγγραφα των αμερικανικών υπηρεσιών, τα λογιστικά βιβλία της Converse Ltd. έβριθαν ασυνεχειών. Διάφορες συναλλαγές και παράνομες πληρωμές μέσω της Fintron χαρακτηρίζονταν λανθασμένα ως «προμήθειες αντιπροσώπων». Οταν η μητρική Comverse ενσωμάτωσε τα οικονομικά αποτελέσματα της Converse Ltd στα δικά της βιβλία, «φορτώθηκε» στην ουσία όλες τις, πολλές, λογιστικές παρατυπίες της. Οταν τελικά ήρθε η ώρα του ελέγχου, η Comverse, η οποία επισήμως υποτίθεται ότι είχε υιοθετήσει πολιτικές «ενάντια στη διαφθορά» που απαγόρευαν κάθε είδους αντικανονικές πληρωμές, ήταν έκθετη. Αποδείχθηκε, επιπλέον, ότι οι δυο εταιρείες δεν είχαν θεσπίσει πολιτικές εσωτερικού ελέγχου που να επιτρέπουν στον επικεφαλής ασφαλείας να ενημερώνει τα ανώτερα στελέχη για τη δράση του διαβόητου ισραηλινού μεσάζοντα που τα επίσημα έγγραφα αποκαλούν «πράκτορα G». Η δράση του τελευταίου στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου, που ορίζεται από το τρίγωνο «Ρώμη- Αθήνα- Λάρνακα», αποτελεί άλλη μία από τις προφανώς πολλές σχετικές υποθέσεις που αναμένουν την ανακάλυψη και αξιοποίησή τους από τις διεθνείς διωκτικές Αρχές.
www.ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου