Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Η δικτατορία των "Αντικειμενικών"


olympicsγράφει ο Ευάγγελος Χ. Χανιώτης
Με έναν παράδοξο -είναι η αλήθεια- τρόπο επανήλθε στην ελληνική επικαιρότητα η φαρσοκωμωδία των «Ολυμπιακών Αγώνων», επιβεβαιώνοντας το αξίωμα πως η ιστορία επαναλαμβάνεται ως φάρσα. Στην αλήστου μνήμης εποχή του 2004 και των όσων προηγήθηκαν στο απίστευτο...
«φαγοπότι» δημοσίου χρήματος από το 1997, κράτος και οικονομικό παρακράτος καλούσαν τους πάντες ώστε να «ζήσουν τον μύθο τους στην Ελλάδα»!
Τα «Olympic Games» του 2004 υπήρξαν η αποθέωση και ταυτόχρονα το σημείο τέλους μιας απόλυτης παρακμής η οποία επιβλήθηκε στην Ελλάδα στο όνομα του «εκσυγχρονισμού», της «κοινωνίας της πληροφορίας» και του πολυπολιτισμού. Αυτή ακριβώς ήταν η χρονική περίοδος κατά την οποία δημιουργήθηκε ένα πραγματικό τέρας το οποίο υπήρξε πανταχού παρόν στην δημόσια ζωή. Αρχής γενομένης από τον πολιτικό υπόκοσμο των σημιτικών «εκσυγχρονιστών», στην σχολική εκπαίδευση του πολυπολιτισμικού «οράματος», στην δημοσιογραφία με τους κάθε λογής ινστρούχτορες και παντογνώστες, στην τηλεόραση
της μεσημεριανής εκπόρνευσης, στην οικονομία με τους «εθνικούς εργολάβους», και τέλος, στον αθλητισμό που κατά έναν θαυμαστό πραγματικά τρόπο συναντιούνταν όλοι οι ανωτέρω.
Ποιος αλήθεια μπορεί να ξεχάσει την προ-ολυμπιακή Ελλάδα, με τα δεκάδες κάθε χρόνο «meeting» στίβου, τα οποία ανάγκαζαν να παρακολουθούν παιδικές κατασκηνώσεις (!) για να έχει λίγα γεμάτα καθίσματα το στάδιο; Από το 1997 μέχρι το 2004, η έννοια του αθλητισμού μετατράπηκε σε μια γιγαντιαίων διαστάσεων βιομηχανία. Πιθανοί και απίθανοι, από εργολάβοι και καναλάρχες μέχρι καφετζήδες συντονίστηκαν σε μια τρομακτική και λυσσώδη κατασπάραξη δημοσίου χρήματος. Και γιατί να μην το κάνουν άλλωστε; Ήταν ο «χρυσούς αιών» της τηλεοπτικής δημοκρατίας, με τα χρήματα να πέφτουν βροχή, τα δάνεια επίσης και την κοινωνική πανώλη των «life style» επαρχιωτών εκδοτών, στο απόγειό της. Και αλίμονο σε όποιον τολμούσε να πει κάτι διαφορετικό! Η περίοδος αυτή ακόμη είναι χαρακτηριστική διότι με αφορμή το «live your myth in Greece», δημιουργήθηκαν μια σειρά από παρασιτικά επαγγέλματα, άγνωστα μέχρι τότε στην ελληνικήκοινωνία. Επαγγέλματα όπως του «αντικειμενικού δημοσιογράφου », του «πανελίστα», του «manager», του «συμβούλου επιχειρήσεων », του «διανοούμενου» κλπ.Όλα αυτά συνδέθηκαν μεταξύ τους, πέρα από την κερδοσκοπία, και με κάτι άλλο ακόμη χειρότερο: την καινοφανή έννοια του «πολιτικώς ορθού», μια απίστευτη ιερά εξέταση, μια στυγνή δικτατορία σκέψης και γνώμης, με την οποία οποίος ερχόταν έστω και κατά φαντασία σε αντίθεση, είχε διαγράψει το οποιοδήποτε δημόσιο μέλλον του. Από τα σχολεία και τα πανεπιστήμια, από τα ραδιόφωνα και τις τηλεοράσεις, μέχρι και το εργασιακό περιβάλλον, άπαντες έπρεπε να μιλούν με ένα συγκεκριμένο τρόπο, ύφος και λεξιλόγιο, αν ήθελαν να παραμείνουν μέρος αυτού του κοινωνικού βόθρου της «κοινής γνώμης». Η πολυπολιτισμική και εκσυγχρονισμένη Ελλάδα της ΟΝΕ και των «Ολυμπιακών Αγώνων», ήταν πλέον γεγονός. Αλλά όπως όλες οι κομπίνες έτσι και αυτή είχε το τέλος της, χάθηκε μέσα στα ίδια τα κοινωνικά συντρίμμια ψύχων και ανθρώπων τα οποία δημιούργησε.
Κανείς φυσικά δεν λογοδότησε, κανείς δεν πλήρωσε τον λογαριασμό, τον οποίο έστειλαν στα γνωστά κορόιδα... Και την ώρα που οι περισσότεροι Έλληνες σχεδόν είχαν ξεχάσει αυτόν τον φρικτό εφιάλτη, βιώνοντας πλέον τα απόνερα του, ήρθε αυτή η κωμικοτραγική ιστορία με την Ελληνίδα αθλήτρια να τους τον θυμίσει. Να τους θυμίσει για μια ακόμη φορά ποιο ήταν, και συνεχίζει να είναι, το αποκρουστικό δημιούργημα όλων αυτών των χρόνων της πλαστικής ευδαιμονίας, το οποίο νοσταλγούν οι κάθε λογής εργατοπατέρες και «μνημονιομάχοι».
Δεν πρόκειται καν να ασχοληθούμε με το ανέκδοτο της αθλήτριας Βούλας Παπαχρήστου. Το αν είναι ρατσιστικό ή αν η συγκεκριμένη κοπέλα το είπε για να «δηλώσει την φυλετική της ανωτερότητα εις βάρος των οικονομικών μεταναστών» όπως είπαν οι γνωστοί ψυχοπαθείς από τηλεοράσεως, το αφήνουμε στην ελάχιστη λογική κρίση του καθενός.
Αυτό το οποίο έχει σημασία είναι ο απίστευτος συντονισμός της σύγχρονης ιεράς εξέτασης. Όλα εκείνα τα κοινωνικά παράσιτα τα οποία βίασαν την ελληνική πατρίδα επί χρονιά, βρήκαν και πάλι την ευκαιρία να ξεσαλώσουν. Οι ίδιοι και οι ίδιοι για μια ακόμη φορά: «αντικειμενικοί» δημοσιογράφοι, τηλεοπτικοί ινστρούχτορες, πολιτικοί απατεώνες, διαπλεγμένοι φοροφυγάδες, των οποίων εθίγησαν τα αντιρατσιστικά τους αισθήματα από το «ρατσιστικό παραλήρημα» (!) μιας νεαρής αθλήτριας, την οποία κυριολεκτικά εξευτέλισαν και κατασπάραξαν.
Άθελα τους όμως δημιούργησαν, έστω και με τον τρόπο αυτό, ένα ηρωικό πρότυπο σε μια ταπεινωμένη ελληνική κοινωνία, η οποία ασυνείδητα ταυτίστηκε με την Βούλα Παπαχρήστου. Σύσσωμη η ελληνική κοινωνία ταυτίστηκε με την ελληνίδα αθλήτρια, διότι ένιωσε πως αυτή που την κατασπαράσσουν είναι ακριβώς οι ίδιοι που επί δώδεκα χρόνια κατασπάραξαν ένα ολόκληρο λαό.
Όσο για την συντονισμένη «αντιρατσιστική» εκστρατεία, δεν μας εκπλήσσει. Και αυτό γιατί παραλλάσσοντας την φράση του Samuel Johnson, γνωρίζουμε πως ο αντιρατσισμός είναι το τελευταίο καταφύγιο των απατεώνων.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου