Μπορεί ακόμη να μην φαίνεται, αλλά στην ελληνική αγορά αρχίζουν να διαμορφώνονται συνθήκες που τους επόμενους μήνες θα ευνοήσουν φαινόμενα ελλείψεων σε βασικά είδη και στη συνέχεια την εμφάνιση μαύρης αγοράς και ό,τι αυτή συνεπάγεται: δηλαδή μαυραγορίτες και λαθρέμπορους.
Αυτή είναι η τάση, αυτές είναι οι ενδείξεις, και δυστυχώς δεν πρόκειται για υπερβολή. Το θέμα προκύπτει τόσο από το ρεπορτάζ όσο και από τις πραγματικές συνθήκες...
της ελληνικής οικονομίας.
Πριν από περίπου έναν χρόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας, που διεκδικούσαν έργα σε χώρες του εξωτερικού, διαπίστωσαν με μεγάλη έκπληξη ότι οι εγγυητικές επιστολές που τους χορηγούσαν οι μεγάλοι ελληνικοί τραπεζικοί όμιλοι δεν γίνονταν δεκτές. Και ο λόγος δεν ήταν άλλος από το ψαλίδισμα της πιστοληπτικής ικανότητας των ελληνικών τραπεζών. Εφόσον λοιπόν οι τράπεζες δεν είχαν «πίστη», δεν είχαν και οι πελάτες τους. Διόλου λοιπόν περίεργο που αρκετοί από τους «εξωστρεφείς» επιχειρηματίες, τους οποίους με ευκολία προέβαλλαν από την κυβέρνηση ως «παραδείγματα του επιχειρείν», έχαναν τα επιχειρηματικά τους όπλα πριν καν περάσουν τα σύνορα. Σήμερα, που μετά τις αλλεπάλληλες υποβαθμίσεις η πιστοληπτική ικανότητα τραπεζών και κράτους έχει φτάσει στο ναδίρ, τα πράγματα γίνονται δυσκολότερα, μια και αφορούν την καθημερινότητα όλων. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι εδώ και μερικές εβδομάδες (ιδιαίτερα από τότε που άρχισε να παίζει στα διεθνή ΜΜΕ η πιθανότητα να «παγώσει» η 6η δόση του δανείου) οι μεγάλες επιχειρήσεις του εξωτερικού που συνεργάζονται με την Ελλάδα για εισαγωγές (από εκεί δηλαδή που εμείς εισάγουμε) σταμάτησαν να δέχονται παραγγελίες επί πιστώσει. Και απαιτούν την πλήρη και προκαταβολική εξόφλησή τους με μετρητό, για να προβούν στην αποστολή. Ο λόγος είναι ο ίδιος: η περιορισμένη πιστοληπτική ικανότητα και η έλλειψη εμπιστοσύνης.
Οι παλαιότεροι θα θυμούνται ότι στην εποχή της δραχμής και της... πτωχής πλην τίμιας Ελλάδας (αν υπήρξε ποτέ κάτι τέτοιο), «κούτελο», δηλαδή οικονομική επιφάνεια, είχε αυτός που διέθετε ρευστό. Το ζεστό μετρητό χρήμα ήταν ανέκαθεν το «μέσο» με το οποίο αποτιμάτο η οικονομική επιφάνεια, κυρίως στον εμπορικό κόσμο, εντός και εκτός συνόρων... Σήμερα, ο κανόνας αυτός επιστρέφει για να φέρει όχι απλώς εμπορικούς πονοκεφάλους, αλλά και αγωνία για την επόμενη ημέρα.
Όσο κι αν φαίνεται περίεργο, οι πρώτες επιχειρήσεις που αντιμετώπισαν το πρόβλημα αυτό ήταν αυτές που εισάγουν ρουχισμό αλλά και κτηνοτροφικά είδη. Δηλαδή το κρέας του οικογενειακού τραπεζιού. Κι αν για τα «Γκούτσι» και τα «Αρμάνι», τα οποία πωλούνται στην Ελλάδα με περιθώριο κέρδους από 500 έως και 1.000%, οι έμποροι μπορούν (εάν θέλουν) να βάλουν το χέρι στην τσέπη που τόσα χρόνια γέμιζε άκοπα, οι κρεατέμποροι δεν μπορούν να κάνουν το ίδιο, μια και τα περιθώρια κέρδους είναι πολύ μικρότερα.
Ο καταναλωτής θα παρατηρήσει ότι είναι ευκαιρία, λοιπόν, να σταματήσει και ο ανταγωνισμός από τα εισαγόμενα στα ελληνικά κρέατα. Το πρόβλημα βέβαια είναι ότι εδώ και δεκαετίες η ελληνική παραγωγή δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών και ένα σημαντικό ποσοστό της κατανάλωσης καλύπτεται από εισαγωγές. Εισαγωγές που όχι μόνο καλύπτουν τη ζήτηση, αλλά και κρατούν τις τιμές σε ανταγωνιστικά επίπεδα, μια και το εισαγόμενο κρέας είναι συνήθως φθηνότερο από το ελληνικό. Το τι θα συμβεί αν οι εισαγωγές περιοριστούν δραστικά είναι προφανές. Αύξηση των τιμών και κυρίως ελλείψεις στο τραπέζι. Αντίστοιχοι κίνδυνοι υπάρχουν και για πολλές άλλες κατηγορίες τροφίμων, όπου είτε η ζήτηση καλύπτεται σε σημαντικό βαθμό από εισαγωγές είτε αυτές παίζουν ρυθμιστικό ρόλο στην αγορά, κρατώντας τις τιμές σε λογικά επίπεδα.
Ανωμαλίες στην αγορά από το επερχόμενο κούρεμα
Παράγοντες της αγοράς προειδοποιούν ότι το επερχόμενο κούρεμα με τις ανωμαλίες που θα επιφέρει στη λειτουργία της οικονομίας, έστω και προσωρινά, θα επιδεινώσει ακόμη περισσότερο την κατάσταση, μειώνοντας τις δυνατότητες για εύκολες εισαγωγές, με επιταγές μηνών, όπως γινόταν μέχρι σήμερα. Κάτι που μπορεί να φέρει από μικρές ελλείψεις μέχρι και πανικό στην αγορά. Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα φέρει ένα νέο κύμα ακρίβειας που θα πλήξει το σύνολο των ειδών διατροφής και πρώτης ανάγκης.
Αυτός είναι και ένας βασικός λόγος που εξηγεί γιατί στην κατηγορία των ειδών πρώτης ανάγκης δεν θα υπάρξει μείωση των τιμών (όπως πολλοί σπεύδουν να προεξοφλήσουν), λόγω της συμπίεσης που φέρνει η κρίση και το επερχόμενο κούρεμα των ομολόγων, αλλά αντίθετα αύξησή τους. Άλλωστε η οικονομική ιστορία της τελευταίας 15ετίας διδάσκει ότι σε όσες χώρες (πολλές από αυτές γειτονικές) σημειώθηκαν αρνητικές οικονομικές εξελίξεις, οι τιμές στα είδη πρώτης ανάγκης και διατροφής για μια οικογένεια εκτινάχθηκαν υπερκαλύπτοντας τους μισθούς.
Η Ιστορία διδάσκει
Και πάντοτε σε αυτές τις περιστάσεις τον πρώτο λόγο έχουν αυτοί που διαθέτουν ρευστό στο χέρι. Δηλαδή αυτοί που φρόντισαν να μην το ξοδέψουν για να το αξιοποιήσουν κατάλληλα σε μια «καλή» περίσταση. Η ίδια ιστορία διδάσκει ότι το εγχώριο σύστημα χονδρεμπορίας πάντοτε λειτούργησε προς ίδιον όφελος.
Όποιοι μελέτησαν το παράδειγμα της τελευταίας απεργίας στην αγορά των καυσίμων έβγαλαν χρήσιμα συμπεράσματα: η απεργία των τελωνειακών ήταν γνωστό ότι δεν θα κρατήσει για περισσότερες από 48 ώρες. Επίσης ήταν γνωστό ότι τα αποθέματα των εταιρειών επαρκούσαν για περισσότερο διάστημα. Παρ' όλα αυτά τα πρατήρια γέμισαν ουρές σε συνθήκες πραγματικού πανικού, ενώ οι τιμές αυξήθηκαν μέχρι και 20 λεπτά το λίτρο, έως ότου επιβλήθηκε το πλαφόν. Και όλα αυτά για μια «μη απεργία». Κάτι που σημαίνει ότι σε μια πραγματική περίσταση έλλειψης οι τιμές θα φτάσουν τα ύψη, ενώ στα πρατήρια καυσίμων δεν θα αποφευχθούν τα επεισόδια.
Κι αν αυτό φαίνεται υποθετικό, οι πηγές της αγοράς αναφέρουν φαινόμενα «μαυραγοριτισμού» στα οπωροκηπευτικά. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έφτασαν στο «Π», οι παραγωγοί τους τελευταίους τρεις μήνες πιέζονται με πρόσχημα την κρίση να ρίξουν τις τιμές. Κάτι που έχουν κάνει σε ποσοστό μέχρι και 30%. Την ίδια στιγμή, όμως, οι τιμές των προϊόντων αυτών στην Κεντρική Λαχαναγορά Αθηνών δεν έχουν πέσει... Πού να έρθουν και οι Γερμανοί και οι φίλοι τους δηλαδή...
Το ίδιο πρόβλημα θα συναντήσουν το προσεχές διάστημα και άλλες κατηγορίες ειδών πρώτης ανάγκης, όπως η ενέργεια. Και στην περίπτωση αυτή, τα ερωτήματα είναι εύλογα: Μα δεν έχουν οι ενεργειακοί κολοσσοί της χώρας να πληρώσουν τις εισαγωγές; Βεβαίως και έχουν, με τη διαφορά ότι στην περίπτωση αυτή, οι περιορισμοί που μπαίνουν στις συναλλαγές ευνοούν τη δράση των λαθρεμπόρων. Και όπως είναι γνωστό, το λαθρεμπόριο καυσίμων είναι μία από τις μεγαλύτερες πηγές φοροδιαφυγής, νοθείας καυσίμων και παράνομου πλουτισμού στη χώρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου