Με άρθρο του αποκλειστικά για το «defence-point.gr», ο εκδότης του περιοδικού ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ & ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ, Δρ. Γεώργιος Κ. Φίλης, δίνει τη γεωπολιτική διάσταση της διαμορφούμενης κατάστασης στην Ανατολική Μεσόγειο, καταλήγοντας σε συμπεράσματα τα οποία θα προβληματίσουν.
Σε ένα νέο γύρο «ψυχρού πολέμου» εισέρχονται οι τουρκο-ισραηλινές σχέσεις όπου θα επιβιώσει ο πλέον αποφασισμένος αλλά και αυτός που θα διαχειριστεί...
τα νέα δεδομένα στην περιοχή πιο αποτελεσματικά η οποία αναμένεται να διέλθει από μία περίοδο κοσμογονικών αλλαγών.
Το Ισραήλ δεν πρόκειται να «υψώσει λευκή σημαία ενώπιον της Άγκυρας» δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών της χώρας Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, επισημαίνοντας ακόμα πως η χώρα του δεν ενδιαφέρεται σε καμία περίπτωση να κλιμακώσει την ένταση και την τριβή με την Τουρκία. Βέβαια, το τι ακριβώς σημαίνει η «λευκή σημαία» δε διευκρινίζεται από τον Ισραηλινό υπουργό. Δηλαδή, η ύψωση σημαίας «ανακωχής», πρόκειται να είναι δείγμα «ειρήνευσης» ή θα πρέπει η μία πλευρά να «παραδοθεί», με όρους ή χωρίς;
Σε κάθε περίπτωση μετά τα γεγονότα που λαμβάνουν χώρα και στην Αίγυπτο, η οποία ετοιμαζόμενη να υποδεχθεί το Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, φαίνεται να του κάνει «δώρο» την επιδρομή στην πρεσβεία του Ισραήλ και την «εκπαραθύρωση» ολόκληρης της διπλωματικής τους αποστολής, το Τελ-Αβίβ δείχνει όλο και πιο νευρικό αλλά και περισσότερο αποφασισμένο.
Το μεγάλο ερωτηματικό που ανακύπτει για τα τεκταινόμενα στην περιοχή σχετίζεται με το «τυχαίο» γεγονός της επιδρομής των… Μαμελούκων στην πρεσβεία του Ισραήλ σε συνδυασμό με την επίθεση φιλίας της Άγκυρας στο μετά-Μουμπάρακ καθεστώς στο Κάιρο, το οποίο δεν έχει βρει ακόμα τον βηματισμό του σε θέματα εξωτερικής πολιτικής, ενώ αγωνίζεται να αποκτήσει ισορροπία μεταξύ του κοσμικού ρόλου που οι ένοπλες δυνάμεις παραδοσιακά υπερασπίζονταν και της πλήρους ισλαμοποίησης η οποία, ας μην κρυβόμαστε, θέλγει τη μεγάλη πλειοψηφία ενός εξαθλιωμένου από τη φτώχια λαού.
Η στάση που θα κρατήσει το Κάιρο στην αντιπαράθεση Ισραήλ-Τουρκίας σε σχέση με το Παλαιστινιακό αλλά και σε σχέση με τις ενεργειακές εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, πρόκειται να κρίνουν και το κατά πόσο η «θέληση» της Τουρκίας θα φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε να οδηγήσει σε ανοιχτή σύγκρουση λαούς της περιοχής οι οποίοι δεν είχαν να χωρίσουν τίποτα στο παρελθόν. Με άλλα λόγια εάν και εφόσον το Κάιρο προσδεθεί στο άρμα της Άγκυρας τι θα συμβεί στις παραδοσιακά φιλικές και συνεργατικές σχέσεις του Ελληνισμού με την Αίγυπτο; Πως θα πρέπει να αντιδράσει η χώρα μας εάν στο πλαίσιο της αντιπαράθεσης στην Ανατολική Μεσόγειο, για παράδειγμα, λάβει χώρα παρόμοια επίθεση με αυτή στην πρεσβεία του Ισραήλ, στο ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο της Αλεξάνδρειας από ισλαμιστές οι οποίοι συνεχώς ισχυροποιούνται στη χώρα της Βόρειας Αφρικής;
Είναι προφανές πως οι εξελίξεις την ερχόμενη εβδομάδα στην Αίγυπτο θα προσδώσουν και το κλίμα το οποίο πρόκειται να επικρατήσει σε ολόκληρη τη περιοχή με επίκεντρο τη διαμάχη Τουρκίας-Ισραήλ. Με άλλα λόγια, εάν η Αίγυπτος, για λόγους εσωτερικούς κυρίως, πάρει το μέρος της Άγκυρας, κάτι το οποίο, όμως, θα είναι πολύ δύσκολο διότι με τον τρόπο αυτό θα στέλνει στα σκουπίδια την Ειρηνευτική Συμφωνία του 1979 με ό,τι αυτό συνεπάγεται, είναι σίγουρο πως το επόμενο βήμα στην αντιπαράθεσή με το Τελ-Αβίβ θα είναι η επέκταση της έντασης στην Ανατολική Μεσόγειο, για το φυσικό αέριο. Ακριβώς στη συγκεκριμένη περίπτωση η Αίγυπτος θα βρεθεί, εκούσια ή ακούσια, αντιμέτωπη με τον Ελληνισμό.
Έτσι, εάν ο Ρ. Τ. Ερντογάν οδηγήσει την υπόθεση στα άκρα θα συμβεί στην περιοχή κάτι το οποίο τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Δύση δεν θα ήθελε να το ζήσουν ούτε στα χειρότερα όνειρά της: Οι κύριες χώρες σύμμαχοι των ΗΠΑ στο περιφερειακό υποσύστημα, Ελλάδα-Τουρκία-Αίγυπτος-Ισραήλ θα μοιράζονταν σε δύο στρατόπεδα, με αποτέλεσμα να κινδυνεύει όχι μόνο η ειρήνη στην Μέση Ανατολή αλλά και η συνοχή του ΝΑΤΟ, ενώ οι εξελίξεις είναι σίγουρο πως αργά ή γρήγορα θα ανάγκαζαν και την Μόσχα να εμπλακεί και αυτή στην διελκυστίνδα.
Για την ώρα η Αίγυπτος δεν φαίνεται διατεθειμένη να «τραβήξει το σκοινί» στις σχέσεις της με το Ισραήλ, το οποίο αυτή τη στιγμή ετοιμάζεται για όλα. Οι αρχές προστάτευσαν όπως μπορούσαν τη διπλωματική αποστολή ενώ από τη πλευρά του το Τελ-Αβίβ δηλώνει έτοιμο να στείλει πίσω τον πρεσβευτή του, εάν όμως, δοθούν οι απαραίτητες εγγυήσεις ασφαλείας.
Είναι δυνατόν να οδηγηθούμε σε πιο θερμές καταστάσεις; Είναι δυνατόν ο πόλεμος «θελήσεων» μεταξύ Άγκυρας και Τελ-Αβίβ να εμπλέξει Ελλάδα-Κύπρο και Αίγυπτο σε μία κατάσταση η οποία δεν θα έχει γυρισμό; Κάθε νουνεχής παρατηρητής θα έλεγε πως «όχι», δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Η ανταπάντηση όμως θα ήταν η εξής: «Εάν η αληθινή αιτία των τεκταινομένων στην περιοχή δεν είναι απλά η ιδεολογική αντιπαράθεση αλλά ο πλούτος της Ανατολικής Μεσογείου τότε πόσο σίγουρος είναι κάποιος πως η Άγκυρα, αλλά και η Αίγυπτος, δε θα ήταν… θετικές στο να δημιουργήσουν τέτοια αναταραχή ώστε κάθε επενδυτική προσπάθεια να αποκτούσε αυτομάτως τεράστιο πολιτικό ρίσκο (political risk), για την κάθε εταιρεία η οποία θα ήθελε να επενδύσει»;
Πέραν της συγκεκριμένης άποψης θα πρέπει να υπογραμμιστεί και μία παράμετρος η οποία δεν έχει τεθεί με σαφή τρόπο στις αναλύσεις των ειδικών, και μη, έως σήμερα. Ναι, υπάρχει πιθανότητα η όλη αντιπαράθεση να είναι «στημένη», δηλαδή η Τουρκία να υιοθετεί μία τέτοια πολιτική και ρητορική πολεμική εναντίον του Ισραήλ για να τραβήξει προς αυτή τις αραβικές χώρες της ανατολικής Μεσογείου, χωρίς να έχει καμία πρόθεση να τραβήξει την υπόθεση στα άκρα. Η συγκεκριμένη, όμως, κίνηση αναπόφευκτα οδηγεί σε μία πολύ πιο στενή σχέση – στρατηγική θα λέγαμε, δύο πολιτισμούς και λαούς οι οποίοι διαχρονικά έχουν αναπτύξει μία περίεργη έλξη μεταξύ τους – αγάπης και μίσους, θα μπορούσαμε να πούμε, τον Ελληνισμό και τον Εβραϊσμό. Το διαμορφούμενο δίπολο Ελληνισμός-Εβραϊσμός εναντίον Τουρκισμού-Μεσογειακού Αραβικού Ισλάμ έχει ένα κοινό σημείο, και αυτό δεν είναι άλλο από το γεγονός πως ο Ελληνισμός τα τελευταία τριάντα έτη και κατά καιρούς έχει αναπτύξει σχέσεις φιλίας τόσο με τους «κουμπάρους» Τούρκους, όσο και με τους «αδερφούς» Άραβες, αλλά και με τους συμμάχους, πλέον, «Εβραίους».
Η Ελλάδα λοιπόν έχει ένα διττό ρόλο να παίξει μέσα στον κυκεώνα των καταιγιστικών εξελίξεων: Πρώτον, εάν τα πράγματα οδηγηθούν στα άκρα, η Αθήνα και η Λευκωσία θα πρέπει να είναι έτοιμες να υπερασπιστούν αυτό που δεν υπερασπίστηκαν 37 έτη, την τιμή και την ύπαρξή τους στην Ανατολική Μεσόγειο, και όπου αλλού αυτή διακυβευτεί. Δεύτερον, εάν η κατάσταση δεν οδηγηθεί στα άκρα δηλαδή, εάν η Τουρκία εγκαταλείψει τις μαξιμαλιστικές της επιδιώξεις τόσο στο θέμα με το Ισραήλ, όσο και στο μέγιστο ζήτημα της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) της Κύπρου και της Ελλάδας, τότε η Αθήνα έχει όλα τα εχέγγυα να αποτελέσει το «κέντρο βάρους» ενός νέου rapprochement μεταξύ κρατών τα οποία βρίσκονται στην ίδια σημαντική «γειτονιά» και τα οποία το καθένα από την πλευρά του περνάει αυτή την εποχή μία περίοδο τρομακτικής εσωτερικής κρίσης τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό αλλά κυρίως σε επίπεδο αναζήτησης μίας νέας ταυτότητας.
Και οι τέσσερεις χώρες οι οποίες πρωταγωνιστούν στα τεκταινόμενα στην περιοχή διατρέχουν άμεσο κίνδυνο εσωτερικής κατάρρευσης η οποία θα οδηγήσει σε ακραίες επιλογές στο εξωτερικό. Η Ελλάδα και η Κύπρος, δε χρειάζεται ανάλυση για να αντιληφθεί κάποιος τον βαθμό οικονομικής, και συνεπώς πολιτικής, αδυναμίας στον οποίο βρίσκονται. Η Τουρκία, βρίσκεται σε ακόμα πιο δύσκολή κατάσταση αφού οι Νεότουρκοι-Κεμαλικοί δεν θα είναι παράλογο να οδηγήσουν τη χώρα σε περιπέτειες μόνο και μόνο για να αποδυναμώσουν τους Πανισλαμιστές-Νεοθωμανούς. Η Αίγυπτος κινείται μεταξύ της ανάληψης της εξουσίας από ισλαμιστές ή εξτρεμιστές ισλαμιστές, ενώ το Ισραήλ μεταξύ άλλων έχει αποκτήσει και εκατοντάδες χιλιάδες «αγανακτισμένους» οι οποίοι μπορούν ανά πάσα στιγμή να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση.
Με άλλα λόγια η έννοια του «αστάθμητου παράγοντα», της «ανεξάρτητης μεταβλητής» η οποία για την Ελλάδα ακούει στο όνομα «χρεοκοπία», στην Τουρκία ονομάζεται «κεμαλικό κατεστημένο», στην Αίγυπτο «Αδερφοί Μουσουλμάνοι» και στο Ισραήλ «αγανακτισμένοι», μπορεί να οδηγήσει τις διεθνείς σχέσεις σε καταστάσεις τις οποίες κανένας από τους εμπλεκομένους δε θα ήθελε να δει. Εάν σε όλα αυτά προσθέσουμε και δρώντες όπως η ΗΠΑ, η Ρωσία και η ΕΕ τότε τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο πολύπλοκα.
Σε κάθε περίπτωση, είτε με το καλό είτε με το κακό σενάριο, ο ρόλος του ελληνισμού αποτελεί τον κρίσιμο παράγοντα σταθεροποίησης, είτε μέσω της δημιουργίας των δύο «αντιπάλων στρατοπέδων», είτε μέσω της ανάληψης του ρόλου του «έντιμου ενδιάμεσου» (honest broker) που θα φέρει μία νέα ισορροπία στην Ανατολική Μεσόγειο και την Παγκόσμια Νήσο γενικότερα.
Είμαστε έτοιμοι για όλα αυτά;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου