Καλημέρα
αξιότιμα μέλη του Συμβουλίου της Ομοσπονδίας, αξιότιμοι βουλευτές της
Κρατικής Δούμας! Αξιότιμοι εκπρόσωποι της Δημοκρατίας της Κριμαίας και
της Σεβαστούπολης - είναι εδώ, ανάμεσά μας, πολίτες της Ρωσίας, κάτοικοι
της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης!...
Αγαπητοί φίλοι, συγκεντρωθήκαμε σήμερα
για ένα ζήτημα, που είναι ζωτικής και ιστορικής σημασίας για όλους μας.
Στις 16 Μαρτίου στην Κριμαία πραγματοποιήθηκε Δημοψήφισμα, που ήταν σε
πλήρη συμμόρφωση με τις δημοκρατικές διαδικασίες και τους κανόνες του
διεθνούς δικαίου .
Στην ψηφοφορία συμμετείχε άνω του 82 %
των ψηφοφόρων. Περισσότεροι του 96 % τάχθηκαν υπέρ της επανένωσης με τη
Ρωσία. Οι αριθμοί είναι εξαιρετικά πειστικοί.
Για να καταλάβουμε γιατί έγινε ακριβώς
αυτή η επιλογή, είναι αρκετό να γνωρίζουμε την ιστορία της Κριμαίας, να
γνωρίζουμε τί σήμαινε και σημαίνει η Ρωσία για την Κριμαία και η Κριμαία
για τη Ρωσία.
Στην Κριμαία τα πάντα κυριολεκτικά είναι
διαποτισμένα από την κοινή μας ιστορία και υπερηφάνεια. Εδώ είναι η
αρχαία Χερσόνησος, όπου βαφτίστηκε χριστιανός ο Άγιο πρίγκιπας
Βλαδίμηρος. Το πνευματικό του επίτευγμα – η στροφή προς την Ορθοδοξία –
προκαθόρισε την κοινή πολιτιστική, αξιακή, πολιτισμική βάση, η οποία
ενώνει τους λαούς της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας. Στην
Κριμαία βρίσκονται οι τάφοι των Ρώσων στρατιωτών, χάρη στην ανδρεία των
οποίων το 1783 η Κριμαία κυριεύθηκε από το ρωσικό κράτος. Η Κριμαία
είναι η Σεβαστούπολη, η πόλη-θρύλος, η πόλη του μεγάλου πεπρωμένου, η
πόλη-φρούριο και γενέτειρα του ρωσικού Στόλου της Μαύρης Θάλασσας.
Κριμαία είναι η Μπαλακλάβα και το Κερτς, το ανάχωμα Μαλάχοφ και το ύψωμα
Σαλούν. Κάθε ένα από αυτά τα εδάφη είναι ιερά για μας, είναι σύμβολα
της ρωσικής στρατιωτικής δόξας και της πρωτοφανούς ανδρείας.
Η Κριμαία είναι και ένα μοναδικό μείγμα
πολιτισμών και παραδόσεων διαφορετικών λαών. Και γι' αυτό μοιάζει τόσο
με την ηπειρωτική Ρωσία, όπου στη διάρκεια αιώνων δεν έχει εξαφανιστεί,
ούτε «εξατμιστεί» ούτε ένα έθνος. Ρώσοι και Ουκρανοί, Τάταροι της
Κριμαίας και εκπρόσωποι άλλων λαών έζησαν και εργάστηκαν δίπλα δίπλα στη
γη της Κριμαίας, διατηρώντας την ιδιαιτερότητα, τις παραδόσεις, τη
γλώσσα και τη θρησκεία τους.
Με την ευκαιρία, σήμερα, από τα 2,2
εκατομμύρια κατοίκων της χερσονήσου της Κριμαίας, σχεδόν το ενάμισι
εκατομμύριο είναι Ρώσοι, 350 χιλιάδες είναι Ουκρανοί, οι οποίοι θεωρούν
κατά κύριο λόγο τη ρωσική ως μητρική τους γλώσσα και περίπου 290-300
χιλιάδες Τάταροι της Κριμαίας, σημαντικό μέρος των οποίων, όπως έδειξε
το Δημοψήφισμα, επίσης προσανατολίζονται στη Ρωσία.
Ναι, υπήρξε μια περίοδος, όταν έναντι
των Τάταρων της Κριμαίας, όπως και έναντι ορισμένων άλλων λαών της ΕΣΣΔ,
επιδείχθηκε σκληρή αδικία. Θα πω ένα πράγμα: από τις διώξεις τότε
υπέφεραν πολλά εκατομμύρια άνθρωποι διαφορετικών εθνικοτήτων και
πρωτίστως, βέβαια, Ρώσοι στην εθνικότητα. Οι Τάταροι της Κριμαίας
επέστρεψαν στην πατρική γη τους. Θεωρώ ότι πρέπει να ληφθούν όλε οι
αναγκαίες πολιτικές, νομοθετικές αποφάσεις, οι οποίες θα ολοκληρώσουν τη
διαδικασία της αποκατάστασης του λαού των Τάταρων της Κριμαίας,
αποφάσεις, οι οποίες θα αποκαταστήσουν τα δικαιώματά τους και το καλό
τους όνομα στο ακέραιο.
Αντιμετωπίζουμε με σεβασμό τους
εκπροσώπους όλων των εθνικοτήτων, που ζουν στην Κριμαία. Αυτό είναι το
κοινό τους σπίτι, η ιδιαίτερη πατρίδα τους και θα είναι σωστό εάν στην
Κριμαία – γνωρίζω ότι οι κάτοικοι της Κριμαίας το υποστηρίζουν αυτό – θα
υπάρχουν τρεις ισότιμες επίσημες γλώσσες: τα ρωσικά, τα ουκρανικά και
τα ταταρικά.
Αγαπητοί συνάδελφοι! Στην καρδιά και τη
συνείδηση των ανθρώπων η Κριμαίας ήταν πάντοτε και παραμένει αναπόσπαστο
μέρος της Ρωσίας. Αυτή η πεποίθηση βασίζεται στην αλήθεια και τη
δικαιοσύνη, ήταν ακλόνητη, μεταφερόταν από γενιά σε γενιά, μπροστά της
ήταν ανίσχυροι και ο χρόνος και οι συνθήκες, ήταν ανίσχυρες όλες οι
δραματικές αλλαγές, που βιώσαμε και υπέστη η χώρα μας κατά τη διάρκεια
ολόκληρου του εικοστού αιώνα.
Μετά την επανάσταση, οι μπολσεβίκοι με
διάφορες αιτιολογήσεις, ας αφήσουμε το Θεό να τους κρίνει, συμπεριέλαβαν
στα εδάφη της Ουκρανικής Ενωσιακής Δημοκρατίας σημαντικές ιστορικές
εκτάσεις της Νότιας Ρωσίας. Αυτό έγινε χωρίς να ληφθεί υπόψη η εθνική
σύνθεση των κατοίκων και σήμερα αυτά είναι η σύγχρονη νοτιο-ανατολική
Ουκρανία. Και το 1954 ακολούθησε η απόφαση για την παραχώρηση στην
Ουκρανίακαι της περιφέρειας της Κριμαίας, μαζί με την οποία
μεταβιβάστηκε και η Σεβαστούπολη, αν και ήταν ήδη πόλη απευθείας
διευθυνόμενη από το ομοσπονδιακό κέντρο. Την πρωτοβουλία είχε προσωπικά ο
επικεφαλής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης Νικίτα
Χρουστσόφ. Ποιο ήταν το κίνητρό του, η επιδίωξη να εξασφαλίσει την
υποστήριξη της ουκρανικής νομενκλατούρας, είτε να μειώσει τις ευθύνες
του για τη διοργάνωση των μαζικών διώξεων στην Ουκρανία τη δεκαετία του
1930, ας ασχοληθούν με αυτό οι ιστορικοί.
Για εμάς το σημαντικό είναι άλλο: η
απόφαση αυτή ελήφθη με προφανείς παραβιάσεις ακόμη και των συνταγματικών
κανόνων, που ίσχυαν τότε. Το ζήτημα διευθετήθηκε στους διαδρόμους,
μεταξύ ολίγων. Είναι φυσικό, ότι στις συνθήκες ενός ολοκληρωτικού
κράτους οι κάτοικοι της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης δεν ερωτήθηκαν
για τίποτα. Απλώς τους έθεσαν προ του τετελεσμένου γεγονότος. Οι
άνθρωποι, βέβαια, και τότε αναρωτήθηκαν, πώς ξαφνικά η Κριμαία έγινε
μέρος της Ουκρανίας. Αλλά σε γενικές γραμμές – είναι ανάγκη να το πούμε
ευθέως, όλοι το κατανοούμε αυτό – σε μεγάλο βαθμό η απόφαση αυτή
αντιμετωπίστηκε ως ένα είδος τυπικής διαδικασίας, επειδή τα εδάφη
μεταβιβάζονταν στο πλαίσιο μιας μεγάλης χώρας. Τότε ήταν απλά αδύνατο να
φανταστεί κανείς ότι η Ουκρανία και η Ρωσία μπορεί να μην ζουν μαζί,
μπορεί να γίνουν διαφορετικά κράτη. Να όμως, που αυτό συνέβη.
Αυτό, που φαινόταν αδιανόητο, δυστυχώς
έγινε πραγματικότητα. Η ΕΣΣΔ διαλύθηκε. Τα γεγονότα εκτυλίχθηκαν τόσο
γρήγορα, που λίγοι πολίτες κατανόησαν το δραματικό χαρακτήρα των
εξελίξεων, που έλαβαν τότε χώρα και των συνεπειών τους. Πολλοί άνθρωποι
και στη Ρωσία και στην Ουκρανία, αλλά και στις άλλες Δημοκρατίες ήλπιζαν
ότι η Κοινοπολιτεία των Ανεξαρτήτων Κρατών, που γεννήθηκε τότε θα
καταστεί μια νέα μορφή κοινής κρατικής υπόστασης. Αφού τους είχαν
υποσχεθεί και κοινό νόμισμα και ένα κοινό οικονομικό χώρο και κοινές
ένοπλες δυνάμεις, αλλά όλα αυτά παρέμειναν μόνο υποσχέσεις και η μεγάλη
χώρα έπαψε να υπάρχει. Και όταν η Κριμαία βρέθηκε ξαφνικά σε ένα άλλο
πλέον κράτος, από τότε ήδη η Ρωσία αισθάνθηκε ότι όχι μόνο την λήστεψαν,
αλλά κυριολεκτικά την λεηλάτησαν.
Την ίδια στιγμή πρέπει επίσης ανοιχτά να
παραδεχθούμε ότι και η ίδια η Ρωσία, εγκαινιάζοντας την «παρέλαση των
κυριαρχιών», συνέβαλε στην κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και κατά την
τυπική πιστοποίηση της διάλυσης της ΕΣΣΔ ξέχασαν και την Κριμαία και
την κύρια βάση του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας, τη Σεβαστούπολη.
Εκατομμύρια Ρώσων πήγαν για ύπνο στη μία τους χώρα και ξύπνησαν εκτός
συνόρων, βρέθηκαν να είναι αστραπιαία εθνικές μειονότητες στις πρώην
σοβιετικές Δημοκρατίες και ο ρωσικός λαός κατέστη ένας από τους
μεγαλύτερους, να το πούμε έτσι, μοιρασμένος λαός στον κόσμο.
Σήμερα, μετά από πολλά πλέον χρόνια,
άκουσα πως οι κάτοικοι της Κριμαίας, εντελώς πρόσφατα, λένε ότι τότε, το
1991, τους παρέδωσαν από χέρι σε χέρι σαν να είναι απλώς ένα σακί
πατάτες. Είναι δύσκολο να διαφωνήσει κανείς. Το ρωσικό κράτος, πού
είναι; Τι έκανε η Ρωσία; Κατέβασε το κεφάλι και το αποδέχθηκε, κατάπιε
αυτήν την προσβολή. Η χώρα μας ήταν τότε σε μια τόσο δύσκολη κατάσταση,
που απλά δεν μπορούσε πραγματικά να υπερασπιστεί τα συμφέροντά της. Όμως
οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να δεχθούν την κραυγαλέα ιστορική αδικία. Όλα
αυτά τα χρόνια και οι πολίτες και πολλά δημόσια πρόσωπα επανειλημμένως
έχουν εγείρει το θέμα αυτό, έλεγαν ότι η Κριμαία είναι αμιγώς ρωσική γη
και η Σεβαστούπολη ρωσική πόλη. Ναι, όλα αυτά τα καταλαβαίναμε καλά, το
αισθανόμασταν και με την καρδιά και με την ψυχή μας, αλλά έπρεπε να
έχουμε ως αφετηρία μας την πραγματικότητα, όπως είχε διαμορφωθεί και σε
μια νέα πλέον βάση να οικοδομήσουμε καλές σχέσεις με την ανεξάρτητη
Ουκρανία. Και οι σχέσεις με την Ουκρανία, με τον αδελφό ουκρανικό λαό
ήταν και παραμένουν και πάντοτε θα είναι για μας σημαντικότατες,
θεμελιώδεις, χωρίς καμία υπερβολή.
Σήμερα μπορώ να μιλήσω ανοιχτά, θέλω να
μοιραστώ μαζί σας τις λεπτομέρειες των διαπραγματεύσεων, που είχαν λάβει
χώρα στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Ο πρόεδρος τότε της Ουκρανίας
Κούτσμα μου ζήτησε να επιταχύνουμε τη διαδικασία οριοθέτησης των ρωσο-
ουκρανικών συνόρων. Μέχρι τότε αυτή η διαδικασία είχε πρακτικά
ακινητοποιηθεί. Η Ρωσία υποτίθεται ότι αναγνώρισε την Κριμαία ως τμήμα
της Ουκρανίας, αλλά συνομιλίες για την οριοθέτηση των συνόρων δεν
διεξάγονταν. Κατανοώντας όλες τις δυσκολίες αυτής της διαδικασίας, παρ'
όλ' αυτά ανέθεσα αμέσως στις ρωσικές υπηρεσίες να ενεργοποιήσουν αυτές
τις εργασίες, για την οριοθέτηση των συνόρων, ώστε να καταστεί σαφές σε
όλους: συμφωνώντας με την οριοθέτηση, τόσο νομικά, όσο και στην πράξη
αναγνωρίζαμε την Κριμαία έδαφος της Ουκρανίας και υπ' αυτήν την έννοια
κλείναμε οριστικά το ζήτημα αυτό.
Κάναμε βήματα προσέγγισης προς την
Ουκρανία όχι μόνο ως προς την Κριμαία, αλλά και σε ένα τόσο
πολυπλοκότατο θέμα, όπως είναι η οριοθέτηση της λεκάνης της Αζοφικής
θάλασσας και των Στενών του Κερτς. Ποια ήταν τότε η αφετηρία μας;
Ξεκινούσαμε από την παραδοχή ότι οι καλές σχέσεις με την Ουκρανία είναι
για μας το βασικό και γι' αυτό δεν πρέπει να καταστούν όμηρος αδιέξοδων
εδαφικών διαφορών. Αλλά την ίδια στιγμή, φυσικά, αναμέναμε ότι η
Ουκρανία θα είναι ένα καλός μας γείτονας, ότι οι Ρώσοι και οι ρωσόφωνοι
πολίτες στην Ουκρανία, ιδιαίτερα στις νοτιο-ανατολικές της περιφέρειες
και στην Κριμαία θα ζουν υπό τις συνθήκες ενός φιλικού, δημοκρατικού,
πολιτισμένου κράτους, ότι τα νόμιμα συμφέροντά τους θα είναι
κατοχυρωμένα, σύμφωνα με τους κανόνες του διεθνούς δικαίου.
Ωστόσο η κατάσταση άρχισε να εξελίσσεται
με διαφορετικό τρόπο. Συστηματικά καταβάλλονταν προσπάθειες να
στερηθούν οι Ρώσοι την ιστορική τους μνήμη και μερικές φορές ακόμη και
τη μητρική τους γλώσσα, να υποστούν αναγκαστική αφομοίωση. Και φυσικά οι
Ρώσοι, όπως και άλλοι πολίτες της Ουκρανίας υπέφεραν από τη συνεχή
πολιτική και τη μόνιμη πολιτειακή κρίση, η οποία συγκλονίζει την
Ουκρανία για περισσότερα από 20 χρόνια ήδη.
Καταλαβαίνω γιατί οι άνθρωποι στην
Ουκρανία ήθελαν αλλαγές. Κατά τα χρόνια της «ανεξαρτησίας» τους, η
εξουσία τους τους έφτασε, όπως λέμε, στα όριά τους, έγινε μισητή.
Άλλαζαν πρόεδροι, πρωθυπουργοί, βουλευτές της Ράντα (Βουλής), αλλά δεν
άλλαζε η στάση τους απέναντι στη χώρα και το λαό της. «Άρμεγαν» την
Ουκρανία, τσακώνονταν μεταξύ τους για αρμοδιότητες, περιουσιακά στοιχεία
και χρηματοοικονομικές ροές. Την ίδια στιγμή οι κυρίαρχες δυνάμεις λίγο
ενδιαφέρονταν για το πώς και με τί ζουν οι απλοί άνθρωποι, μεταξύ άλλων
γιατί εκατομμύρια πολίτες της Ουκρανίας δεν βλέπουν προοπτικές για τους
ίδιους στην πατρίδα τους και είναι αναγκασμένοι να φεύγουν σε άλλες
χώρες για να βρουν μεροκάματο. Θέλω να σημειώσω, όχι σε κάποια Silicon
Valley, αλλά για μεροκάματα. Μόνο στη Ρωσία πέρυσι δούλευαν σχεδόν 3
εκατομμύρια άνθρωποι. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, ο όγκος των
αποδοχών τους το 2013 στη Ρωσία ανήλθε σε περισσότερα από 20
δισεκατομμύρια δολάρια, που είναι περίπου το 12 τοις εκατό του ΑΕΠ της
Ουκρανίας.
Θα το επαναλάβω, καταλαβαίνω καλά όσους
βγήκαν στις πλατείες με ειρηνικά συνθήματα, τασσόμενοι κατά της
διαφθοράς, της αναποτελεσματικής διαχείρισης του κράτους, της φτώχειας.
Τα δικαιώματα στην ειρηνική διαμαρτυρία, οι δημοκρατικές διαδικασίες, οι
εκλογές γι' αυτό και υπάρχου, ώστε να αλλάζει η εξουσία, που δεν
ικανοποιεί τους ανθρώπους. Όμως εκείνοι, που βρίσκονταν πίσω από τις
τελευταίες εξελίξεις στην Ουκρανία, επιδίωκαν άλλους στόχους: ετοίμαζαν
άλλο ένα πραξικόπημα, σχεδίαζαν να καταλάβουν την εξουσία, χωρίς να
σταματούν μπροστά σε τίποτα. Επιστρατεύτηκαν και η τρομοκρατία και οι
δολοφονίες και τα πογκρόμ. Κορυφαίοι εκτελεστές του πραξικοπήματος
έγιναν οι εθνικιστές, οι νεοναζί, οι ρωσοφικοί και οι αντισημίτες.
Ειδικά αυτοί καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό ακόμη και έως σήμερα τη ζωή στην
Ουκρανία.
Το πρώτο πράγμα, που έκαναν οι νέες
λεγόμενες «Αρχές» ήταν να εισαγάγουν προς ψήφιση το σκανδαλώδες
νομοσχέδιο για την αναθεώρηση της γλωσσικής πολιτικής, το οποίο ευθέως
παραβίαζε τα δικαιώματα των εθνικών μειονοτήτων. Η αλήθεια είναι ότι οι
ξένοι χορηγοί αυτών των σημερινών «πολιτικών», οι συντονιστές των
σημερινών «Αρχών» αμέσως απέτρεψαν τους εμπνευστές αυτής της
πρωτοβουλίας. Είναι έξυπνοι άνθρωποι, πρέπει να τους το αναγνωρίσουμε
και κατανοούν, πού θα οδηγήσουν οι προσπάθειες να χτιστεί ένα εθνικά
καθαρό ουκρανικό κράτος. Το νομοσχέδιο μπήκε στην άκρη, προφανώς προς
εφεδρική επανεξέταση. Ενώ αυτό καθεαυτό το γεγονός της ύπαρξής του τώρα
αποσιωπάται, προφανώς γιατί υπολογίζουν στην κοντή ανθρώπινη μνήμη. Όμως
ήδη σε όλους έγινε πολύ σαφές, τί ακριβώς προτίθενται να κάνουν στο
εξής οι Ουκρανοί ιδεολογικοί κληρονόμοι του Μπαντέρα - πρωτοπαλίκαρου
του Χίτλερ κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Είναι επίσης σαφές ότι νόμιμη
εκτελεστική εξουσία στην Ουκρανία δεν υπάρχει έως και τώρα, δεν έχουμε
με ποιον να συνομιλήσουμε. Πολλές κρατικές υπηρεσίες έχουν αρπαχτεί από
αυτόκλητους, οι οποίοι μάλιστα δεν ελέγχουν τίποτε στη χώρα, ενώ οι
ίδιοι - θέλω να το τονίσω αυτό - συχνά οι ίδιοι ελέγχονται από
εξτρεμιστές. Ακόμη και για να κλείσεις ραντεβού με κάποιους υπουργούς
της σημερινής κυβέρνησης, αυτό είναι δυνατό μόνο με την άδεια των
μαχητών του Μαϊντάν. Αυτό δεν είναι αστείο, αλλά η πραγματικότητα της
σημερινής ζωής.
Αυτοί, που αντιστάθηκαν στο πραξικόπημα,
άρχισαν αμέσως να απειλούνται με διώξεις και πράξεις αντιποίνων. Και
πρώτος στη σειρά ήταν, φυσικά, η Κριμαία, η ρωσόφωνη Κριμαία. Εξαιτίας
αυτού οι κάτοικοι της Κριμαίας και της Σεβαστούπολη απευθύνθηκαν στη
Ρωσία με την έκκληση να υπερασπιστεί τα δικαιώματα και την ίδια τους τη
ζωή, να μην επιτρέψει αυτό, που συνέβαινε, αλλά και τώρα ακόμη συμβαίνει
και στο Κίεβο και στο Ντονιέτσκ, στο Χάρκοβο, σε ορισμένες άλλες πόλεις
της Ουκρανίας.
Είναι ευνόητο ότι δεν θα μπορούσαμε να
μην ανταποκριθούμε σε αυτό το αίτημα, δεν θα μπορούσαμε να αφήσουμε την
Κριμαία και τους κατοίκους της την ώρα της συμφοράς, διαφορετικά αυτό θα
ήταν απλώς προδοσία.
Πρώτα απ' όλα χρειαζόταν να βοηθήσουμε
να δημιουργηθούν συνθήκες ειρηνικής, ελεύθερης έκφρασης της βούλησης,
ώστε οι κάτοικοι της Κριμαίας να μπορέσουν μόνοι τους να καθορίσουν τη
μοίρα τους για πρώτη φορά στην ιστορία. Ωστόσο τί ακούμε σήμερα από τους
συναδέλφους μας από τη Δυτική Ευρώπη, από τη Βόρεια Αμερική; Μας λένε
ότι παραβιάζουμε τους κανόνες του διεθνούς δικαίου. Κατά πρώτον, είναι
καλό, έστω και που θυμήθηκαν ότι υπάρχει διεθνές δίκαιο, και γι' αυτό
τους ευχαριστούμε, κάλλιο αργά παρά ποτέ.
Και δεύτερον, το πιο σημαντικό: τί
υποτίθεται ότι παραβιάζουμε; Ναι, ο πρόεδρος της Ρωσικής Ομοσπονδίας
έλαβε από την Άνω Βουλή του Κοινοβουλίου το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει
τις Ένοπλες Δυνάμεις στην Ουκρανία. Αλλά το δικαίωμα αυτό, για να
κυριολεκτήσουμε, προς το παρόν δεν το αξιοποίησα καν. Οι ρωσικές Ένοπλες
Δυνάμεις δεν εισέβαλαν στην Κριμαία, βρίσκονταν ήδη έτσι κι αλλιώς εκεί
σύμφωνα με διεθνή συμφωνία. Ναι, ενισχύσαμε το εκστρατευτικό μας σώμα,
αλλά την ίδια στιγμή - θέλω αυτό να το τονίσω, ώστε όλοι να το γνωρίζουν
και να το ακούσουν – δεν ξεπεράσαμε καν τον οριακό επιτρεπόμενο αριθμό
των Ενόπλων μας Δυνάμεων στην Κριμαία, που έχει προβλεφθεί στο μέγεθος
των 25 χιλιάδων ανδρών, γιατί γι' αυτό απλώς δεν υπήρχε ανάγκη.
Εν συνεχεία. Διακηρύσσοντας την
ανεξαρτησία της, ορίζοντας το Δημοψήφισμα, το Ανώτατο Σοβιέτ της
Κριμαίας επικαλέστηκε τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, στον οποίο
αναφέρεται το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση. Παρεμπιπτόντως και η
ίδια η Ουκρανία, θα ήθελα αυτό να το υπενθυμίσω, ανακοινώνοντας την
έξοδό της από την ΕΣΣΔ, έκανε το ίδιο πράγμα, σχεδόν αυτολεξεί το ίδιο.
Στην Ουκρανία εκμεταλλεύτηκαν αυτό το δικαίωμα και το αρνούνται στους
κατοίκους της Κριμαίας. Για ποιο λόγο;
Πέραν τούτου, οι Αρχές της Κριμαίας
βασίστηκαν και στο γνωστό προηγούμενο του Κοσσυφοπεδίου, ένα
προηγούμενο, το οποίο οι δυτικοί μας εταίροι δημιούργησαν μόνοι τους,
όπως λέγεται, με τα ίδια τους τα χέρια, σε μια κατάσταση, απολύτως
ανάλογη με την κριμαϊκή, αναγνώρισαν την απόσχιση του Κοσσυφοπεδίου από
τη Σερβία ως νόμιμη, αποδεικνύοντας σε όλους ότι ουδεμία άδεια από τις
κεντρικές Αρχές της χώρας δεν απαιτείται για τη μονομερή διακήρυξη της
ανεξαρτησίας. Το Διεθνές Δικαστήριο του ΟΗΕ βάσει της παραγράφου 2 του
άρθρου 1 του Χάρτη του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών συμφώνησε σε αυτό
και στην απόφασή του της 22ας Ιουλίου 2010 επεσήμανε τα ακόλουθα.
Παραθέτω επιλέξει το απόσπασμα: «Ουδεμία γενική απαγόρευση για τη
μονομερή ανακήρυξη της ανεξαρτησίας δεν προκύπτει από την πρακτική του
Συμβουλίου Ασφαλείας», και στη συνέχεια: «Το γενικό διεθνές δίκαιο δεν
περιέχει οποιαδήποτε εφαρμόσιμη απαγόρευση για την κήρυξη της
ανεξαρτησίας». Όλα όσα αναφέρονται είναι απολύτως σαφή.
Δεν μου αρέσει να επικαλούμαι τσιτάτα,
αλλά παρ' όλ' αυτά δεν μπορώ να αντισταθώ σε ένα ακόμη απόσπασμα από
άλλο ένα επίσημο έγγραφο, αυτή τη φορά πρόκειται για το Έγγραφο Μνημόνιο
των ΗΠΑ από 17 Απριλίου του 2009, που παρουσιάστηκε σε αυτό το ίδιο
Διεθνές Δικαστήριο σε σχέση με τις ακροάσεις για το Κοσσυφοπέδιο.
Παραθέτω και πάλι: «Οι διακηρύξεις Ανεξαρτησίας μπορούν και συχνά έτσι
συμβαίνει, να παραβιάζουν την εσωτερική νομοθεσία. Ωστόσο, αυτό δεν
σημαίνει ότι υπάρχει παραβίαση του διεθνούς δικαίου». Τέλος της
παράθεσης. Οι ίδιοι τα έχουν γράψει, τα διαλάλησαν σε όλον τον κόσμο,
τους υποχρέωσαν όλους να σκύψουν και τώρα δυσανασχετούν. Για ποιο
πράγμα; Αφού οι ενέργειες των Αρχών της Κριμαίας συμβαδίζουν σαφώς με
αυτές, για να το πούμε έτσι, τις οδηγίες. Για κάποιο λόγο, αυτό, που
επιτρέπεται στους Αλβανούς στο Κόσοβο (και μεις τους αντιμετωπίζουμε με
σεβασμό), απαγορεύεται στους Ρώσους, τους Ουκρανούς και τους Τάταρους
της Κριμαίας. Και πάλι τίθεται το ερώτημα: γιατί;
Από τις ίδιες τις Ηνωμένες Πολιτείες και
την Ευρώπη ακούμε ότι το Κοσσυφοπέδιο - είναι δήθεν και πάλι κάποια
ειδική περίπτωση. Πού έγκειται, κατά τη γνώμη των συναδέλφων μας, η
ιδιαιτερότητα; Προκύπτει ότι έγκειται στο ότι κατά τη διάρκεια της
σύγκρουσης στο Κοσσυφοπέδιο υπήρξαν πολλά ανθρώπινα θύματα. Αυτό τί
είναι, νομικό και δικαιικό επιχείρημα άραγε; Στην απόφαση του Διεθνούς
Δικαστηρίου τίποτε απολύτως δεν λέγεται για το θέμα αυτό. Εξάλλου,
ξέρετε, αυτά όλα δεν είναι καν διπλά μέτρα και σταθμά. Είναι ένα είδος
εντυπωσιακού πρωτόγονου και απόλυτου κυνισμού. Δεν πρέπει όλα με τόση
αγένεια να τα προσαρμόζεις στα συμφέροντά σου, το ίδιο πράγμα σήμερα να
το ονομάζεις λευκό και αύριο - μαύρο. Το συμπέρασμα είναι ότι πρέπει,
δηλαδή, κάθε σύγκρουση να οδηγηθεί στα ανθρώπινα θύματα;
Θα το πω ευθέως: εάν οι τοπικές δυνάμεις
αυτοάμυνας της Κριμαίας δεν έπαιρναν εγκαίρως την κατάσταση υπό τον
έλεγχό τους, θα μπορούσαν επίσης κι εκεί να υπάρξουν θύματα. Και δόξα τω
Θεώ, που δεν συνέβη αυτό! Στην Κριμαία δεν σημειώθηκε ούτε μία ένοπλη
σύγκρουση και δεν υπήρξαν ανθρώπινα θύματα. Τι νομίζετε, για ποιο λόγο; Η
απάντηση είναι απλή: γιατί ενάντια στο λαό και τη θέλησή του είναι
δύσκολο να πολεμήσεις ή πρακτικά αδύνατο. Και στο πλαίσιο αυτό, θα ήθελα
να ευχαριστήσω τους Ουκρανούς στρατιωτικούς και δεν είναι μικρή δύναμη,
είναι 22 χιλιάδες άνδρες με πλήρη εξοπλισμό. Θέλω να ευχαριστήσω κι
εκείνους τους στρατιωτικούς της Ουκρανίας, οι οποίοι δεν προχώρησαν σε
αιματοχυσία και δεν έβαψαν τα χέρια τους με αίμα.
Ως προς αυτό, βέβαια, γεννώνται και
άλλες σκέψεις. Μας λένε για κάποιου είδους ρωσική επέμβαση στην Κριμαία,
για επίθεση. Είναι περίεργο να το ακούμε αυτό. Δεν θυμάμαι ξανά στην
ιστορία ούτε μία περίπτωση, που μια εισβολή να έγινε χωρίς ούτε έναν
πυροβολισμό και χωρίς ανθρώπινα θύματα.
Αξιότιμοι συνάδελφοι! Στην κατάσταση της
Ουκρανίας, σαν σε καθρέπτη, αντανακλάται ό,τι συμβαίνει τώρα, αλλά και
συνέβαινε κατά τη διάρκεια των τελευταίων δεκαετιών στον κόσμο. Μετά την
εξαφάνιση του διπολικού συστήματος στον πλανήτη δεν προέκυψε μεγαλύτερη
σταθερότητα. Θεμελιώδεις και διεθνείς θεσμοί δεν ενισχύονται, αλλά
συχνά, δυστυχώς, παρακμάζουν. Οι δυτικοί μας εταίροι, με επικεφαλής τις
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, προτιμούν στην πρακτική τους πολιτική
να καθοδηγούνται όχι από το διεθνές δίκαιο, αλλά από το δίκαιο της
πυγμής. Πίστεψαν στο ότι είναι εκλεκτοί και εξαιρετικοί, στο ότι τους
επιτρέπεται να ρυθμίζουν τις τύχες κόσμου, στο ότι δίκιο μπορούν πάντοτε
να έχουν μόνο αυτοί. Ενεργούν όπως επιθυμήσουν: πότε εδώ, πότε εκεί
χρησιμοποιούν βία εναντίον κυρίαρχων κρατών, συγκροτούν συμμαχίες βάσει
της αρχής «όποιος δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον μας». Για να δώσουν
στις επιθέσεις όψη νομιμότητας, αποσπούν τα επιθυμητά ψηφίσματα από
τους διεθνείς οργανισμούς και αν για κάποιο λόγο αυτό δεν πετύχει, τότε
αγνοούν παντελώς και το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και τον ΟΗΕ στο
σύνολό του.
Έτσι συνέβη στη Γιουγκοσλαβία, το
θυμόμαστε άλλωστε καλά αυτό, το 1999. Ήταν δύσκολο να το πιστέψουμε, δεν
πιστεύαμε τί βλέπαμε, αλλά στα τέλη του εικοστού αιώνα μια από τις
ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, το Βελιγράδι, κατά τη διάρκεια αρκετών εβδομάδων
βομβαρδιζόταν με πυρά από πυραύλους και βόμβες και στη συνέχεια
ακολούθησε μια πραγματική εισβολή. Υπήρξε άραγε ψήφισμα του Συμβουλίου
Ασφαλείας του ΟΗΕ για το ζήτημα αυτό, που επέτρεψε παρόμοιες ενέργειες;
Τίποτα τέτοιο. Και αργότερα ακολούθησαν και το Αφγανιστάν και το Ιράκ
και οι ανοιχτές παραβιάσεις των ψηφισμάτων του ΣΑ του ΟΗΕ για τη Λιβύη,
όταν αντί για τη διασφάλιση της λεγόμενης ζώνης απαγόρευσης πτήσεων,
επίσης άρχισαν οι βομβαρδισμοί.
Υπήρξε και μια ολόκληρη σειρά από
κατευθυνόμενες «έγχρωμες» επαναστάσεις. Κατανοητό ότι οι άνθρωποι στις
χώρες αυτές, όπου συνέβησαν τέτοια γεγονότα, είχαν κουραστεί από την
τυραννία, την εξαθλίωση, την έλλειψη προοπτικών, όμως αυτά τα
συναισθήματα απλώς χρησιμοποιήθηκαν με κυνικό τρόπο. Στις χώρες αυτές
επιβλήθηκαν πρότυπα, τα οποία δεν ανταποκρίνονταν ουδόλως ούτε στον
τρόπο ζωής τους, ούτε στις παραδόσεις, ούτε στον πολιτισμό αυτών των
λαών. Ως αποτέλεσμα, αντί της δημοκρατίας και της ελευθερίας ήρθε το
χάος, οι εκρήξεις βίας, μια σειρά από πραξικοπήματα. Η «αραβική άνοιξη»
αντικαταστάθηκε από τον «αραβικό χειμώνα».
Παρόμοιο σενάριο εφαρμόστηκε και στην
Ουκρανία. Το 2004 για να προωθήσουν τον κατάλληλο υποψήφιο στις
προεδρικές εκλογές, επινόησαν κάποιον τρίτο γύρο, ο οποίος δεν
προβλεπόταν από το νόμο. Απλώς παραλογισμός και παρωδία επί του
Συντάγματος. Και τώρα έριξαν στη μάχη έναν εκ των προτέρων εκπαιδευμένο
και καλά εξοπλισμένο στρατό μαχητών.
Καταλαβαίνουμε τί συμβαίνει, κατανοούμε
ότι αυτές οι ενέργειες στρέφονται εναντίον και της Ουκρανίας και της
Ρωσίας, καθώς και κατά της ενοποίησης στον ευρασιατικό χώρο. Και αυτό τη
στιγμή που η Ρωσία ειλικρινά επεδίωκε το διάλογο με τους συναδέλφους
μας στη Δύση. Προτείνουμε μονίμως συνεργασία σε όλα τα βασικά ζητήματα,
θέλουμε να ενισχύσουμε το επίπεδο της εμπιστοσύνης, θέλουμε οι σχέσεις
μας να είναι ισότιμες, ανοιχτές και έντιμες. Αλλά δεν βλέπουμε τα βήματα
αμοιβαιότητας.
Αντιθέτως, επανειλημμένως μας
εξαπατούσαν, ελάμβαναν αποφάσεις πίσω από την πλάτη μας, μας έθεταν προ
τετελεσμένου γεγονότος. Έτσι συνέβη και με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα
ανατολικά, με την εγκατάσταση στρατιωτικών υποδομών στα σύνορά μας. Μας
έλεγαν όλη την ώρα ένα και το αυτό: «Μα, αυτό δεν σας αφορά». Εύκολο
είναι να πεις ότι δεν μας αφορά.
Έτσι συνέβη και με την ανάπτυξη των
συστημάτων αντιπυραυλικής άμυνας. Παρ' όλους τους φόβους μας, η μηχανή
προχωρά, προωθείται. Έτσι συνέβη και με την ατελείωτη παράταση των
συνομιλιών σχετικά με τα προβλήματα των θεωρήσεων, με τις υποσχέσεις του
έντιμου ανταγωνισμού και της ελεύθερης πρόσβασης στις παγκόσμιες
αγορές.
Σήμερα μας απειλούν με κυρώσεις, αλλά
έτσι κι αλλιώς ζούμε ήδη σε συνθήκες μια σειράς από περιορισμούς και
πολύ ουσιαστικών για μας, για την οικονομία μας, για τη χώρα μας. Για
παράδειγμα, ακόμη από την εποχή του «ψυχρού πολέμου» οι ΗΠΑ και στη
συνέχεια και άλλες χώρες έχουν απαγορεύσει την πώληση στην ΕΣΣΔ μεγάλου
αριθμού τεχνολογιών και εξοπλισμού, συντάσσοντας τις λεγόμενες λίστες
COCOM. Σήμερα τυπικά έχουν καταργηθεί, αλλά μόνο τυπικά, στην
πραγματικότητα πολλές απαγορεύσεις εξακολουθούν να ισχύουν.
Εν ολίγοις έχουμε κάθε λόγο να
πιστεύουμε ότι η περιβόητη πολιτική «περιορισμού» της Ρωσίας, η οποία
ακολουθείτο και στον 18ο και στον 19ο και στον 20ό αιώνα, συνεχίζεται
μέχρι και σήμερα. Προσπαθούν διαρκώς να μας στριμώξουν σε κάποια γωνία
για το ότι έχουμε μια ανεξάρτητη θέση, για το ότι την υπερασπιζόμαστε,
για το ότι λέμε τα πράγματα με το όνομά τους και δεν υποκρινόμαστε. Αλλά
όλα έχουν τα όριά της. Και στην περίπτωση της Ουκρανίας, οι δυτικοί
εταίροι μας ξεπέρασαν τα όρια, φέρθηκαν τόσο χυδαία, ανεύθυνα και
αντιεπαγγελματικά.
Αφού γνώριζαν καλά ότι και στην Ουκρανία
και στην Κριμαία ζουν εκατομμύρια Ρώσων πολιτών. Πόσο πρέπει να έχεις
χάσει το πολιτικό σου αισθητήριο και την αίσθηση του μέτρου, για να μην
προβλέψεις όλες τις συνέπειες των πράξεών σου. Η Ρωσία βρέθηκε στο όριο,
πέραν του οποίου δεν μπορούσε πλέον να υποχωρήσει. Εάν συμπιέσεις το
ελατήριο ως το άκρο, τότε κάποια στιγμή θα εκτιναχθεί με δύναμη. Κι αυτό
πρέπει να το θυμούνται για πάντα.
Σήμερα είναι απαραίτητο να σταματήσει η
υστερία, να εγκαταλείψουμε τη ρητορική του «ψυχρού πολέμου» και να
παραδεχθούμε ένα προφανές πράγμα: Η Ρωσία είναι ένας ανεξάρτητος,
δραστήριος μέτοχος της διεθνούς ζωής, έχει, όπως και άλλες χώρες, εθνικά
συμφέροντα, τα οποία πρέπει να υπολογίζονται και να γίνονται σεβαστά.
Ταυτοχρόνως είμαστε ευγνώμονες σε όλους,
όσοι αντιμετώπισαν με κατανόηση τις ενέργειές μας στην Κριμαία, είμαστε
ευγνώμονες στο λαό της Κίνας, η ηγεσία της οποίας εξέτασε και εξετάζει
την κατάσταση γύρω από την Ουκρανία και την Κριμαία σε όλη την ιστορική
και πολιτική της πληρότητα, αποδίδουμε υψηλή εκτίμηση στην
αυτοσυγκράτηση και την αντικειμενικότητα της Ινδίας.
Σήμερα θα ήθελα να απευθυνθώ και στο λαό
των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής, στους ανθρώπους, που από την
ίδρυση του κράτους αυτού, από την υιοθέτηση της Διακήρυξης της
Ανεξαρτησίας υπερηφανεύονται ότι γι' αυτούς η ελευθερία είναι πάνω από
όλα. Άραγε η επιδίωξη από τους κατοίκους της Κριμαίας της ελεύθερης
επιλογής της μοίρας τους δεν αποτελεί μια ίση αξία; Κατανοήστε μας.
Πιστεύω ότι θα με καταλάβουν και οι
Ευρωπαίοι και πρωτίστως οι Γερμανοί. Θα θυμίσω ότι κατά τη διάρκεια των
πολιτικών διαβουλεύσεων για την ενοποίηση της ΟΔΓ και της ΓΛΔ, σε
επίπεδο, για να το θέσουμε ήπια, εμπειρογνωμόνων, αλλά σε πολύ υψηλό
επίπεδο, υποστήριξαν αυτή καθεαυτή την ιδέα της ενοποίησης οι εκπρόσωποι
κάθε άλλο, παρά όλων των χωρών, που είναι και ήταν και τότε σύμμαχοι
της Γερμανίας. Ενώ η δική μας χώρα, αντιθέτως, υποστήριξε ξεκάθαρα και
ειλικρινώς την ασυγκράτητη επιθυμία των Γερμανών να ενωθούν εθνικά.
Είμαι πεπεισμένος ότι δεν το έχετε ξεχάσει αυτό και υπολογίζω ότι οι
πολίτες της Γερμανίας επίσης θα υποστηρίξουν την επιδίωξη του ρωσικού
κόσμου, της ιστορικής Ρωσίας να αποκαταστήσει την ενότητά της.
Απευθύνομαι και προς το λαό της
Ουκρανίας. Θέλω ειλικρινώς να μας καταλάβουν: σε καμία περίπτωση δεν
θέλουμε να σας βλάψουμε, να προσβάλλουμε τα εθνικά σας αισθήματα.
Πάντοτε σεβόμασταν την εδαφική ακεραιότητα του ουκρανικού κράτους, σε
αντίθεση μάλιστα από εκείνους, που θυσίασαν την ενότητα της Ουκρανίας
για χάρη των πολιτικών τους φιλοδοξιών. Φουσκώνουν με τα συνθήματα για
τη μεγάλη Ουκρανία, αλλά ακριβώς αυτοί έκαναν τα πάντα για να διαιρέσουν
τη χώρα. Η σημερινή αντιπαράθεση μεταξύ πολιτών ας είναι εξολοκλήρου
βάρος στη συνείδησή τους. Θέλω να με ακούσετε, αγαπητοί φίλοι. Μην
πιστεύετε αυτούς, που σας τρομάζουν με τη Ρωσία, που φωνάζει ότι την
Κριμαία θα ακολουθήσουν άλλες περιοχές. Δεν θέλουμε το διαμελισμό της
Ουκρανίας, δεν μας χρειάζεται κάτι τέτοιο. Όσον αφορά την Κριμαία, ήταν
και θα παραμείνει και ρωσική και ουκρανική και ταταρική.
Θα επαναλάβω ότι θα είναι, όπως και ήταν
για αιώνες πατρικό σπίτι για τους εκπροσώπους όλων των λαών που ζουν
εκεί. Αλλά δεν θα περάσει ποτέ στα χέρια των υποστηρικτών του Μπαντέρα!
Η Κριμαία είναι η κοινή μας κληρονομιά
κι ένας σημαντικότατος παράγοντας σταθερότητας στην περιοχή. Και αυτή η
στρατηγική περιοχή θα πρέπει να βρίσκεται υπό μια ισχυρή, σταθερή
κυριαρχία, η οποία αντικειμενικά μπορεί να είναι μόνο ρωσική σήμερα.
Διαφορετικά, αγαπητοί φίλοι, απευθύνομαι και στην Ουκρανία και στη
Ρωσία, εμείς κι εσείς μαζί, και οι Ρώσοι και οι Ουκρανοί, μπορούμε να
χάσουμε εντελώς την Κριμαία και μάλιστα όχι σε μακρινή ιστορική
προοπτική. Σκεφτείτε, σας παρακαλώ, αυτά τα λόγια.
Θα υπενθυμίσω επίσης, ότι στο Κίεβο ήδη
ακούστηκαν δηλώσεις για την ταχύτερη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ. Τί
θα σήμαινε αυτή η προοπτική για την Κριμαία και τη Σεβαστούπολη; Το ότι
στην πόλη της ρωσικής στρατιωτικής δόξας θα εμφανιζόταν ο Στόλος του
ΝΑΤΟ, ότι θα εμφανιζόταν μια απειλή για ολόκληρο το νότο της Ρωσίας, όχι
κάποια εφήμερη απειλή, αλλά μια απολύτως συγκεκριμένη. Όλα, όσα
πραγματικά θα μπορούσαν να συμβούν, είναι αυτά που όντως θα μπορούσαν να
γίνουν, εάν δεν υπήρχε η επιλογή των κατοίκων της Κριμαίας. Τους
ευχαριστούμε γι' αυτό.
Με την ευκαιρία, δεν είμαστε κατά της
συνεργασίας με το ΝΑΤΟ, κάθε άλλο. Είμαστε αντίθετοι στο μια στρατιωτική
συμμαχία, και το ΝΑΤΟ παραμένει παρ' όλες τις εσωτερικές διαδικασίες
του μια στρατιωτική συμμαχία, είμαστε αντίθετοι λοιπόν στο να κάνει
κουμάντο μια στρατιωτική οργάνωση έξω από το φράχτη μας, δίπλα στο σπίτι
μας και στα ιστορικά εδάφη μας. Ξέρετε απλώς δεν μπορώ να φανταστώ ότι
θα πηγαίνουμε επίσκεψη στη Σεβαστούπολη σε ναύτες του ΝΑΤΟ.
Παρεμπιπτόντως στην πλειονότητά τους είναι εξαιρετικά παιδιά, αλλά
καλύτερα ας έρχονται αυτοί επίσκεψη σε μας στη Σεβαστούπολη, παρά εμείς
σε αυτούς.
Θα το πω ευθέως, πονάει η ψυχή μας για
όλα, όσα συμβαίνουν τώρα στην Ουκρανία, που υποφέρουν άνθρωποι, που δεν
γνωρίζουν πώς να ζήσουν σήμερα και τί θα συμβεί αύριο. Και η ανησυχία
μας είναι κατανοητή, γιατί δεν είμαστε απλώς κοντινοί γείτονες, είμαστε
στην πραγματικότητα, όπως ήδη έχω πει πολλές φορές, ένας λαός. Το Κίεβο
είναι η μητέρα των ρωσικών πόλεων. Το παλαιό ρωσικό κράτος των Ρος είναι
η κοινή μας πηγή, σε κάθε περίπτωση δεν μπορούμε να ζήσουμε ο ένας
χωρίς τον άλλον.
Και θα πω και κάτι ακόμη. Στην Ουκρανία
ζουν και θα συνεχίσουν να ζουν εκατομμύρια Ρώσων και ρωσόφωνων πολιτών
και η Ρωσία θα υπερασπίζεται πάντοτε τα συμφέροντά τους με πολιτικά,
διπλωματικά, νομικά μέσα. Ωστόσο, πρώτα απ' όλα, η ίδια η Ουκρανία θα
πρέπει να ενδιαφέρεται ώστε τα δικαιώματα και τα συμφέροντα αυτών των
ανθρώπων να είναι εγγυημένα. Εδώ βρίσκεται η εγγύηση της σταθερότητας
της ουκρανικής κρατικής υπόστασης και της εδαφικής ακεραιότητας της
χώρας.
Θέλουμε φιλία με την Ουκρανία, θέλουμε
να είναι ένα ισχυρό, κυρίαρχο, αύταρκες κράτος. Διότι για μας η Ουκρανία
είναι ένας από τους κορυφαίους συνέταιρους, έχουμε πολλά κοινά έργα και
παρ' όλες τις αντιξοότητες, πιστεύω στην επιτυχία τους. Και το βασικό:
θέλουμε να έρθουν στην Ουκρανία η ειρήνη και η ομόνοια και μαζί με άλλες
χώρες είμαστε έτοιμοι να παράσχουμε κάθε δυνατή βοήθεια και υποστήριξη.
Αλλά θα επαναλάβω: μόνο οι ίδιοι οι πολίτες της Ουκρανίας είναι σε θέση
να αποκαταστήσουν την τάξη στο σπίτι τους.
Αγαπητοί κάτοικοι της Κριμαίας και της
πόλης της Σεβαστούπολης! Όλη η Ρωσία σας θαυμάζει για την ανδρεία σας,
την αξιοπρέπεια και το θάρρος σας, γιατί εσείς ακριβώς αποφασίσατε την
τύχη της Κριμαίας. Εκείνες τις ημέρες βρισκόμασταν πιο κοντά από ποτέ,
υποστηρίζαμε ο ένας τον άλλον. Ήταν ειλικρινά αισθήματα αλληλεγγύης.
Ειδικά σε τέτοιες ιστορικές στιγμές καμπής ελέγχεται η ωριμότητα και η
δύναμη του πνεύματος ενός έθνους. Και ο ρωσικός λαός έδειξε τέτοια
ωριμότητα και τέτοια δύναμη, με τη συσπείρωσή του υποστήριξε τους
συμπατριώτες της.
Η σκληρότητα της θέσης της Ρωσίας στην
εξωτερική πολιτική βασίζεται στη θέληση εκατομμυρίων ανθρώπων, στην
πανεθνική ενότητα, στην υποστήριξη κορυφαίων πολιτικών και κοινωνικών
δυνάμεων. Θέλω να τους ευχαριστήσω όλους γι' αυτήν την πατριωτική
διάθεση. Όλους χωρίς εξαίρεση. Όμως είναι για μας σημαντικό να
διατηρήσουμε και στο εξής την ίδια συσπείρωση, ώστε να αντιμετωπίσουμε
τις προκλήσεις, που στέκονται ενώπιον της Ρωσίας.
Είναι προφανές ότι θα αντιμετωπίσουμε
και εξωτερική αντίδραση, αλλά θα πρέπει να αποφασίσουμε, αν είμαστε
διατεθειμένοι με συνέπεια να υπερασπιζόμαστε τα εθνικά μας συμφέροντα ή
αιωνίως θα τα παραδίδουμε, υποχωρώντας άγνωστο προς τα πού. Ορισμένοι
δυτικοί πολιτικοί ήδη μας φοβίζουν όχι μόνο με κυρώσεις, αλλά και με την
προοπτική όξυνσης των εσωτερικών μας προβλημάτων. Θα θέλαμε να
καταλάβουμε τί εννοούν: τις ενέργειες κάποιας «πέμπτης» φάλαγγας –
διαφόρων ειδών εθνοπροδότες – είτε υπολογίζουν ότι θα κατορθώσουν να
επιδεινώσουν τόσο την κοινωνικο-οικονομική κατάσταση στη Ρωσία και ως εκ
τούτου να προκαλέσουν δυσαρέσκεια του λαού. Εξετάζουμε παρόμοιες
δηλώσεις ως ανεύθυνες και εμφανώς επιθετικές και θα αντιδράσουμε με τον
αρμόζοντα τρόπο σε αυτές. Την ίδια στιγμή εμείς οι ίδιοι ποτέ δεν θα
επιδιώξουμε την αντιπαράθεση με τους εταίρους μας, ούτε στην Ανατολή,
ούτε στη Δύση, αντίθετα, θα κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να οικοδομήσουμε
πολιτισμένες σχέσεις καλής γειτονίας, όπως και θα έπρεπε στο σύγχρονο
κόσμο.
Αγαπητοί Συνάδελφοι!
Κατανοώ τους κατοίκους της Κριμαίας, οι
οποίοι έθεσαν το ερώτημα στο Δημοψήφισμα απολύτως ευθέως και σαφώς: θα
είναι η Κριμαία με την Ουκρανία ή με τη Ρωσία. Και μπορούμε με
βεβαιότητα να πούμε ότι η ηγεσία της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης, οι
βουλευτές των νομοθετικών οργάνων της εξουσίας, διατυπώνοντας το ερώτημα
του Δημοψηφίσματος, υψώθηκαν πάνω από τα ομαδικά και πολιτικά
συμφέροντα και καθοδηγήθηκαν θέτοντας ως κορυφαίο κριτήριο αποκλειστικά
τα ριζικά συμφέροντα των ανθρώπων. Οποιαδήποτε άλλη εκδοχή του
Δημοψηφίσματος, όσο ελκυστική και αν φαινόταν με την πρώτη ματιά, λόγω
των ιστορικών, δημογραφικών, πολιτικών και οικονομικών ιδιαιτεροτήτων
αυτού του εδάφους θα ήταν ενδιάμεση, προσωρινή και ασήμαντη, θα οδηγούσε
αναπόφευκτα σε περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης γύρω από την Κριμαία
και με τον πλέον θανατηφόρο τρόπο θα αντανακλούσε στις ζωές των
ανθρώπων. Οι κάτοικοι της Κριμαίας έθεσαν το ζήτημα αυστηρά, χωρίς
συμβιβασμούς, χωρίς οποιαδήποτε ημιτόνια. Το Δημοψήφισμα διεξήχθη
ανοιχτά και έντιμα και οι άνθρωποι στην Κριμαία με σαφήνεια και
πειστικότητα εξέφρασαν τη βούλησή τους: θέλουν να είναι με τη Ρωσία.
Η Ρωσία επίσης οφείλει να πάρει μια
δύσκολη απόφαση, υπολογίζοντας το σύνολο και των εσωτερικών και των
εξωτερικών παραγόντων. Ποια είναι τώρα η γνώμη των ανθρώπων στη Ρωσία;
Εδώ, όπως και σε κάθε δημοκρατική κοινωνία, υπάρχουν διαφορετικές
απόψεις, αλλά η θέση της απόλυτης - θέλω να το τονίσω αυτό – της
απόλυτης πλειονότητας των πολιτών είναι επίσης προφανής.
Ξέρετε στις τελευταίες δημοσκοπήσεις, οι
οποίες πραγματοποιήθηκαν στη Ρωσία τις ημέρες αυτές περίπου 95 τοις
εκατό των πολιτών θεωρούν ότι η Ρωσία πρέπει να προστατεύσει τα
συμφέροντα των Ρώσων και των εκπροσώπων άλλων εθνοτήτων, που ζουν στην
Κριμαία. Το 95 τοις εκατό. Και περισσότεροι από το 83 τοις εκατό
πιστεύουν ότι η Ρωσία πρέπει να το κάνει αυτό, ακόμη και αν μια τέτοια
θέση περιπλέξει τις σχέσεις μας με ορισμένα κράτη. 86 τοις εκατό των
πολιτών μας είναι πεπεισμένοι ότι η Κριμαία εξακολουθεί ως και σήμερα να
είναι ρωσικό έδαφος, ρωσική γη. Και σχεδόν – να ένας πολύ σημαντικός
αριθμός, που συσχετίζεται απολύτως με εκείνον, που υπήρξε στην Κριμαία
στο Δημοψήφισμα – σχεδόν το 92 τοις εκατό τάσσεται υπέρ της ένωσης της
Κριμαίας με τη Ρωσία.
Κατ' αυτόν τον τρόπο και η συντριπτική
πλειονότητα των κατοίκων της Κριμαίας και η απόλυτη πλειοψηφία των
πολιτών της Ρωσικής Ομοσπονδίας υποστηρίζουν την επανένωση της
Δημοκρατίας της Κριμαίας και της πόλης της Σεβαστούπολης με τη Ρωσική
Ομοσπονδία.
Το θέμα είναι η πολιτική απόφαση της
ίδιας της Ρωσίας. Και αυτή μπορεί να βασιστεί μόνο στη βούληση του λαού,
γιατί μόνο ο λαός είναι η πηγή κάθε εξουσίας.
Αξιότιμα μέλη του Συμβουλίου της
Ομοσπονδίας! Αγαπητοί βουλευτές της Κρατικής Δούμας! Πολίτες της Ρωσίας,
κάτοικοι της Κριμαίας και της Σεβαστούπολης! Σήμερα, βασιζόμενος στα
αποτελέσματα του Δημοψηφίσματος, το οποίο πραγματοποιήθηκε στην Κριμαία,
βασιζόμενος στη βούληση του λαού, εισηγούμαι στην Ομοσπονδιακή
Συνέλευση και ζητώ να εξεταστεί ο Συνταγματικός Νόμος για την αποδοχή
στη σύνθεση της Ρωσίας δύο νέες οντότητες της Ομοσπονδίας: τη Δημοκρατία
της Κριμαίας και την πόλη της Σεβαστούπολης, καθώς και να επικυρώσουν
το έτοιμο προς υπογραφή Σύμφωνο για την είσοδο της Δημοκρατίας της
Κριμαίας και την πόλη της Σεβαστούπολη στη Ρωσική Ομοσπονδία. Δεν
αμφιβάλλω για την υποστήριξή σας!
elkosmos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου