Η κρατικοποίηση της ισπανικών συμφερόντων πετρελαϊκής YPF από την
Κριστίνα Φερνάντεζ Κίρσνερ προκαλεί ντόμινο αντιδράσεων από τις
Βρυξέλλες μέχρι τη Χιλή και από το Λονδίνο έως το Πεκίνο. Αντίποινα
αποφασίζει η Μαδρίτη. «Δεν πρόκειται να πληρώσουμε όσα λένε, θα
καθορίσουμε εμείς την τιμή», διαμηνύει το Μπουένος Αϊρες.
Πού να το φανταζόταν η 59χρονη πρόεδρος της Αργεντινής, Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κίρσνερ, όταν ανακοίνωνε προ ημερών την απόφασή της να κρατικοποιήσει....
την ισπανικών συμφερόντων YPF (τη μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία της χώρας της), πως η εν λόγω μονομερής κίνηση θα οδηγούσε σε... παγκόσμιο πόλεμο;
Κι, όμως, ο «σεισμός» που ξεκίνησε τη Δευτέρα με επίκεντρο το προεδρικό μέγαρο του Μπουένος Αϊρες έμελλε μέσα στα επόμενα 24ωρα να προκαλέσει δονήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, από τις Βρυξέλλες μέχρι το Σαντιάγκο της Χιλής και από το Λονδίνο έως το Πεκίνο.
Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της διεθνούς αναστάτωσης, αρκεί να αναλογιστεί πως όλοι εκείνοι που είχαν προτιμήσει τους περασμένους μήνες να τηρήσουν ουδέτερη στάση στη αναζωπυρωμένη βρετανοαργεντινή διαμάχη για την κυριότητα των Νήσων Φόκλαντς, πλέον επιλέγουν να αναμειχθούν ενεργά στην ισπανοαργεντινή σύρραξη για το πετρέλαιο.
Η ΕE (Μπαρόζο, Αστον, Γκουχτ κ.ά.), το Λονδίνο (ο ΥΠΕΞ Ουίλιαμ Χαγκ), η Χιλή, το Μεξικό και η Βολιβία του αριστερού Εβο Μοράλες ήταν κάποιες από τις δυνάμεις που, άλλες περισσότερο κι άλλες λιγότερο κατηγορηματικά, έσπευσαν να πάρουν θέση στο πλευρό της Ισπανίας. Στον αντίποδα, ο μόνος που στήριξε ανοιχτά το Μπουένος Αϊρες ήταν ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες.
Εντονότατη υπήρξε η αντίδραση της Μαδρίτης, η οποία ανακάλεσε τον πρεσβευτή της και απείλησε με διπλωματικά, βιομηχανικά και εμπορικά αντίποινα, ενώ ήδη κάποιοι εντός των ισπανικών συνόρων ζητούν από τους πολίτες να σταματήσουν να καταναλώνουν προϊόντα Αργεντινής (κρέας και σόγια).
Το υπουργικό συμβούλιο της κεντροδεξιάς κυβέρνησης Ραχόι προβλέπεται να αποφασίσει αύριο, Παρασκευή, για τις συγκεκριμένες κινήσεις στις οποίες θα προβεί, ενώ σύμφωνα με χθεσινές διαρροές η Μαδρίτη ενδέχεται να ζητήσει από την ΕΕ να προσφύγει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ή στο διαιτητικό δικαστήριο της Παγκόσμιας Τράπεζας) υποβάλλοντας καταγγελία ενάντια στην Αργεντινή.
Για το συγκεκριμένο θέμα πρόκειται να εκδώσουν απόφαση οι Ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών μετά το πέρας συνάντησης που θα έχουν την επόμενη Δευτέρα στο Λουξεμβούργο, ενώ πλέον υπάρχουν και φωνές που ζητούν την «εκδίωξη» της Αργεντινής από την ομάδα του G20.
Από την πλευρά του ο Αντόνιο Μπρουφάου, πρόεδρος της ισπανικής Repsol (η οποία αρχής γενομένης από το 1999 κατέχει το 57,4% της YPF), δήλωσε χθες πως η Αργεντινή «θα πρέπει να πληρώσει το τίμημα για τις λάθος και δόλιες αποφάσεις της». Οσο για το ύψος του συγκεκριμένου «τιμήματος», αυτό, πάντα σύμφωνα με τον Μπρουφάου, υπολογίζεται σε 10,5 δισ. δολ. (8 δισ. ευρώ) και για τη διεκδίκησή του ο ισπανικός ενεργειακός κολοσσός είναι αποφασισμένος να προσφύγει στα «αμερόληπτα» δικαστήρια (σε διεθνή διαιτησία).
Ωστόσο, σε πείσμα των ισπανικών πιέσεων, το Μπουένος Αϊρες δεν φαίνεται διατεθειμένο να πληρώσει όσα του ζητούν. «Δεν πρόκειται να πληρώσουμε όσα λένε, θα καθορίσουμε εμείς την τιμή», ξεκαθάρισε ο «ανερχόμενος» Αργεντινός υφυπουργός Οικονομικών Αξελ Κισιλόφ.
Και ενώ συνέβαιναν όλα τα παραπάνω, οι βρετανικοί «Financial Times» ήρθαν να εμπλέξουν στην υπόθεση και το Πεκίνο. Συγκεκριμένα, οι «FT« υποστηρίζουν πως η ισπανική Repsol βρισκόταν σε «κρυφές διαπραγματεύσεις» με τη Sinopec (τη δεύτερη μεγαλύτερη κινεζική πετρελαϊκή) προκειμένου να της πωλήσει το 57,4% που κατέχει στην YPF.
Μάλιστα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Caixin.com, οι δύο πλευρές φέρονται να είχαν συμφωνήσει και στην τιμή (περίπου 15 δισ. δολ.). Από την πλευρά της, η Repsol δεν διαψεύδει τα παραπάνω. Αντιθέτως, μάλιστα, παραδέχεται πως βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις όχι με έναν αλλά με «δυο-τρεις» ενδιαφερομένους, διαπραγματεύσεις που πλέον φυσικά έχουν καταρρεύσει.
ΜΑΔΡΙΤΗ
Ανησυχεί και για άλλες επενδύσεις
Η απόφαση του Μπουένος Αϊρες να πάρει πίσω την πετρελαϊκή YPF έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στη Μαδρίτη κι αυτό επειδή η Repsol δεν είναι η μοναδική ισπανική εταιρεία που δραστηριοποιείται στην Αργεντινή. Κάθε άλλο μάλιστα.
«Χωμένοι βαθιά» στην αργεντίνικη αγορά είναι και άλλοι ισπανικοί επιχειρηματικοί κολοσσοί, όπως για παράδειγμα οι: Telefonica S.A. (τηλεπικοινωνίες), Santander Group (χρηματοπιστωτικός τομέας) και η Inditex S.A. (ένδυση, ιδιοκτήτρια μεταξύ άλλων των: Massimo Dutti, Pull and Bear και Zara). Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Ισπανού υπουργού Βιομηχανίας Χοσέ Μανουέλ Σόρια, σύμφωνα με τον οποίο η μονομερής απόφαση της Αργεντινής να κρατικοποιήσει την YPF δημιουργεί κλίμα αβεβαιότητας και πρόκειται να διώξει μακριά τις ξένες επενδύσεις.
ΑΓΩΝΑΣ ΔΡΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Η επέκταση της Κίνας και οι εθνικοποιήσεις στη Λ. Αμερική
Το μεγάλο κύμα αντιδράσεων που προκάλεσε παγκοσμίως η απόφαση της προέδρου Κριστίνα Φερνάντεζ να κρατικοποιήσει την πετρελαϊκή YPF, αλλά και το δημοσίευμα των Financial Times σύμφωνα με το οποίο οι Κινέζοι ενδιαφέρονταν να αγοράσουν το μερίδιο (57,4%) που κατέχει η Repsol στην αργεντίνικη εταιρεία, επαναφέρουν στο φως της δημοσιότητας τον φρενήρη αγώνα δρόμου που διεξάγεται παγκοσμίως, ανάμεσα σε κράτη και εταιρείες-κολοσσούς, με στόχο τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών και της αγοράς ενέργειας.
Αξίζει να αναφερθεί πως η κρατική κινεζική πετρελαϊκή Sinopec (η εταιρεία που φέρεται να ενδιαφερόταν για την εξαγορά του ισπανικού μεριδίου της YPF) έχει μόνο τα τελευταία επτά χρόνια (από το 2005 και μετά) προχωρήσει παγκοσμίως σε περισσότερες από 74 εξαγορές εταιρειών καταβάλλοντας συνολικά περισσότερα από 48 δισ. δολ.
Ενδεικτικά, μόνο πέρυσι και πρόπερσι, ξόδεψε πάνω από 10 δισ. δολ. για να αγοράσει μέρος των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της ισπανικής Repsol και της πορτογαλικής Galp Energia στη Βραζιλία. Ωστόσο, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά σε ανάλυσή της η βρετανική εφημερίδα Guardian, η κίνηση του Μπουένος Αϊρες να (επανα)κρατικοποιήσει την YPF δεν θα έπρεπε να ξενίζει.
Αντιθέτως, μάλλον θα έπρεπε να θεωρηθεί αναμενόμενη. Αλλωστε, σε ανάλογες κινήσεις έχουν προβεί τα τελευταία χρόνια κι άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Πιο συγκεκριμένα, πέρα από τον πρώτο διδάξαντα Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα, και η Βολιβία του Εβο Μοράλες (επανα)εθνικοποίησε τη βιομηχανία των υδρογονανθράκων της το 2006 (αν και έκτοτε, αξίζει να σημειωθεί πως έχει συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με εταιρείες όπως η ισπανική Repsol), ενώ και το Εκουαδόρ υπό τον Ραφαέλ Κορέα ενίσχυσε τον έλεγχο που έχει στα εθνικά πετρελαϊκά του αποθέματα.
Ακόμη και η Βραζιλία, παρά τις μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις της δεκαετίας του 1990, φρόντισε να διατηρήσει τον έλεγχο του ενεργειακού κολοσσού της Petrobras.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΦΙΔΑΣ
www.ethnos.gr
Πού να το φανταζόταν η 59χρονη πρόεδρος της Αργεντινής, Κριστίνα Φερνάντεζ ντε Κίρσνερ, όταν ανακοίνωνε προ ημερών την απόφασή της να κρατικοποιήσει....
την ισπανικών συμφερόντων YPF (τη μεγαλύτερη πετρελαϊκή εταιρεία της χώρας της), πως η εν λόγω μονομερής κίνηση θα οδηγούσε σε... παγκόσμιο πόλεμο;
Κι, όμως, ο «σεισμός» που ξεκίνησε τη Δευτέρα με επίκεντρο το προεδρικό μέγαρο του Μπουένος Αϊρες έμελλε μέσα στα επόμενα 24ωρα να προκαλέσει δονήσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, από τις Βρυξέλλες μέχρι το Σαντιάγκο της Χιλής και από το Λονδίνο έως το Πεκίνο.
Προκειμένου να αντιληφθεί κανείς το μέγεθος της διεθνούς αναστάτωσης, αρκεί να αναλογιστεί πως όλοι εκείνοι που είχαν προτιμήσει τους περασμένους μήνες να τηρήσουν ουδέτερη στάση στη αναζωπυρωμένη βρετανοαργεντινή διαμάχη για την κυριότητα των Νήσων Φόκλαντς, πλέον επιλέγουν να αναμειχθούν ενεργά στην ισπανοαργεντινή σύρραξη για το πετρέλαιο.
Η ΕE (Μπαρόζο, Αστον, Γκουχτ κ.ά.), το Λονδίνο (ο ΥΠΕΞ Ουίλιαμ Χαγκ), η Χιλή, το Μεξικό και η Βολιβία του αριστερού Εβο Μοράλες ήταν κάποιες από τις δυνάμεις που, άλλες περισσότερο κι άλλες λιγότερο κατηγορηματικά, έσπευσαν να πάρουν θέση στο πλευρό της Ισπανίας. Στον αντίποδα, ο μόνος που στήριξε ανοιχτά το Μπουένος Αϊρες ήταν ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες.
Εντονότατη υπήρξε η αντίδραση της Μαδρίτης, η οποία ανακάλεσε τον πρεσβευτή της και απείλησε με διπλωματικά, βιομηχανικά και εμπορικά αντίποινα, ενώ ήδη κάποιοι εντός των ισπανικών συνόρων ζητούν από τους πολίτες να σταματήσουν να καταναλώνουν προϊόντα Αργεντινής (κρέας και σόγια).
Το υπουργικό συμβούλιο της κεντροδεξιάς κυβέρνησης Ραχόι προβλέπεται να αποφασίσει αύριο, Παρασκευή, για τις συγκεκριμένες κινήσεις στις οποίες θα προβεί, ενώ σύμφωνα με χθεσινές διαρροές η Μαδρίτη ενδέχεται να ζητήσει από την ΕΕ να προσφύγει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ή στο διαιτητικό δικαστήριο της Παγκόσμιας Τράπεζας) υποβάλλοντας καταγγελία ενάντια στην Αργεντινή.
Για το συγκεκριμένο θέμα πρόκειται να εκδώσουν απόφαση οι Ευρωπαίοι υπουργοί Εξωτερικών μετά το πέρας συνάντησης που θα έχουν την επόμενη Δευτέρα στο Λουξεμβούργο, ενώ πλέον υπάρχουν και φωνές που ζητούν την «εκδίωξη» της Αργεντινής από την ομάδα του G20.
Από την πλευρά του ο Αντόνιο Μπρουφάου, πρόεδρος της ισπανικής Repsol (η οποία αρχής γενομένης από το 1999 κατέχει το 57,4% της YPF), δήλωσε χθες πως η Αργεντινή «θα πρέπει να πληρώσει το τίμημα για τις λάθος και δόλιες αποφάσεις της». Οσο για το ύψος του συγκεκριμένου «τιμήματος», αυτό, πάντα σύμφωνα με τον Μπρουφάου, υπολογίζεται σε 10,5 δισ. δολ. (8 δισ. ευρώ) και για τη διεκδίκησή του ο ισπανικός ενεργειακός κολοσσός είναι αποφασισμένος να προσφύγει στα «αμερόληπτα» δικαστήρια (σε διεθνή διαιτησία).
Ωστόσο, σε πείσμα των ισπανικών πιέσεων, το Μπουένος Αϊρες δεν φαίνεται διατεθειμένο να πληρώσει όσα του ζητούν. «Δεν πρόκειται να πληρώσουμε όσα λένε, θα καθορίσουμε εμείς την τιμή», ξεκαθάρισε ο «ανερχόμενος» Αργεντινός υφυπουργός Οικονομικών Αξελ Κισιλόφ.
Και ενώ συνέβαιναν όλα τα παραπάνω, οι βρετανικοί «Financial Times» ήρθαν να εμπλέξουν στην υπόθεση και το Πεκίνο. Συγκεκριμένα, οι «FT« υποστηρίζουν πως η ισπανική Repsol βρισκόταν σε «κρυφές διαπραγματεύσεις» με τη Sinopec (τη δεύτερη μεγαλύτερη κινεζική πετρελαϊκή) προκειμένου να της πωλήσει το 57,4% που κατέχει στην YPF.
Μάλιστα, σύμφωνα με την ιστοσελίδα Caixin.com, οι δύο πλευρές φέρονται να είχαν συμφωνήσει και στην τιμή (περίπου 15 δισ. δολ.). Από την πλευρά της, η Repsol δεν διαψεύδει τα παραπάνω. Αντιθέτως, μάλιστα, παραδέχεται πως βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις όχι με έναν αλλά με «δυο-τρεις» ενδιαφερομένους, διαπραγματεύσεις που πλέον φυσικά έχουν καταρρεύσει.
ΜΑΔΡΙΤΗ
Ανησυχεί και για άλλες επενδύσεις
Η απόφαση του Μπουένος Αϊρες να πάρει πίσω την πετρελαϊκή YPF έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στη Μαδρίτη κι αυτό επειδή η Repsol δεν είναι η μοναδική ισπανική εταιρεία που δραστηριοποιείται στην Αργεντινή. Κάθε άλλο μάλιστα.
«Χωμένοι βαθιά» στην αργεντίνικη αγορά είναι και άλλοι ισπανικοί επιχειρηματικοί κολοσσοί, όπως για παράδειγμα οι: Telefonica S.A. (τηλεπικοινωνίες), Santander Group (χρηματοπιστωτικός τομέας) και η Inditex S.A. (ένδυση, ιδιοκτήτρια μεταξύ άλλων των: Massimo Dutti, Pull and Bear και Zara). Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Ισπανού υπουργού Βιομηχανίας Χοσέ Μανουέλ Σόρια, σύμφωνα με τον οποίο η μονομερής απόφαση της Αργεντινής να κρατικοποιήσει την YPF δημιουργεί κλίμα αβεβαιότητας και πρόκειται να διώξει μακριά τις ξένες επενδύσεις.
ΑΓΩΝΑΣ ΔΡΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΓΟΡΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
Η επέκταση της Κίνας και οι εθνικοποιήσεις στη Λ. Αμερική
Το μεγάλο κύμα αντιδράσεων που προκάλεσε παγκοσμίως η απόφαση της προέδρου Κριστίνα Φερνάντεζ να κρατικοποιήσει την πετρελαϊκή YPF, αλλά και το δημοσίευμα των Financial Times σύμφωνα με το οποίο οι Κινέζοι ενδιαφέρονταν να αγοράσουν το μερίδιο (57,4%) που κατέχει η Repsol στην αργεντίνικη εταιρεία, επαναφέρουν στο φως της δημοσιότητας τον φρενήρη αγώνα δρόμου που διεξάγεται παγκοσμίως, ανάμεσα σε κράτη και εταιρείες-κολοσσούς, με στόχο τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πηγών και της αγοράς ενέργειας.
Αξίζει να αναφερθεί πως η κρατική κινεζική πετρελαϊκή Sinopec (η εταιρεία που φέρεται να ενδιαφερόταν για την εξαγορά του ισπανικού μεριδίου της YPF) έχει μόνο τα τελευταία επτά χρόνια (από το 2005 και μετά) προχωρήσει παγκοσμίως σε περισσότερες από 74 εξαγορές εταιρειών καταβάλλοντας συνολικά περισσότερα από 48 δισ. δολ.
Ενδεικτικά, μόνο πέρυσι και πρόπερσι, ξόδεψε πάνω από 10 δισ. δολ. για να αγοράσει μέρος των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της ισπανικής Repsol και της πορτογαλικής Galp Energia στη Βραζιλία. Ωστόσο, όπως σημειώνει χαρακτηριστικά σε ανάλυσή της η βρετανική εφημερίδα Guardian, η κίνηση του Μπουένος Αϊρες να (επανα)κρατικοποιήσει την YPF δεν θα έπρεπε να ξενίζει.
Αντιθέτως, μάλλον θα έπρεπε να θεωρηθεί αναμενόμενη. Αλλωστε, σε ανάλογες κινήσεις έχουν προβεί τα τελευταία χρόνια κι άλλες χώρες της Λατινικής Αμερικής. Πιο συγκεκριμένα, πέρα από τον πρώτο διδάξαντα Ούγκο Τσάβες στη Βενεζουέλα, και η Βολιβία του Εβο Μοράλες (επανα)εθνικοποίησε τη βιομηχανία των υδρογονανθράκων της το 2006 (αν και έκτοτε, αξίζει να σημειωθεί πως έχει συνάψει συμφωνίες συνεργασίας με εταιρείες όπως η ισπανική Repsol), ενώ και το Εκουαδόρ υπό τον Ραφαέλ Κορέα ενίσχυσε τον έλεγχο που έχει στα εθνικά πετρελαϊκά του αποθέματα.
Ακόμη και η Βραζιλία, παρά τις μεγάλες ιδιωτικοποιήσεις της δεκαετίας του 1990, φρόντισε να διατηρήσει τον έλεγχο του ενεργειακού κολοσσού της Petrobras.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΚΑΦΙΔΑΣ
www.ethnos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου