H οικονομική πορεία της Ελλάδας διαμορφώνεται από δύο αντικρουόμενα ελλείμματα: το δημόσιο έλλειμμα, που λειτουργεί αναπτυξιακά, και το εξωτερικό έλλειμμα, που λειτουργεί υφεσιακά. Μέχρι πρόσφατα το ένα έλλειμμα εξουδετέρωνε πάνω κάτω το άλλο (άλλοτε λιγότερο, άλλοτε περισσότερο). Βέβαια το «κόστος» αυτής της εξουδετέρωσης ήταν....
ο υπέρμετρος δανεισμός της Ελλάδας και η σημερινή μειωμένη ανεξαρτησία της.
Από το φθινόπωρο του 2011 όμως η κατάσταση έχει αλλάξει. Ήδη η τελευταία δόση των 8 δισ. ευρώ το Δεκέμβριο ήταν ίσα ίσα αρκετή για να πληρωθούν τα τοκομερίδια και τα λήγοντα ομόλογα του Δεκεμβρίου, χωρίς να περισσέψει τίποτα για το πρωτογενές έλλειμμα του Δημοσίου. Η πρακτική αυτή θα συνεχιστεί κατά πάσα πιθανότητα και στο μέλλον. Δεδομένου του συνεχιζόμενου ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών, που θα είναι γύρω στα 20 δισ. το 2011 (ή 8 δισ. χωρίς τις πληρωμές τόκων, που εξακολουθούν να χρηματοδοτούνται από την τρόικα), ένας βίαιος ισοσκελισμός του πρωτογενούς δημοσίου ελλείμματος (3% του ΑΕΠ) θα έχει διπλή υφεσιακή επίπτωση, αφενός από την άμεση συρρίκνωση της εσωτερικής ζήτησης και αφετέρου από το εξωτερικό έλλειμμα.
Βάσει των στοιχείων του 2011, το δεύτερο σκέλος από μόνο του ισοδυναμεί με επιπλέον συρρίκνωση 4% (8 δισ. ευρώ από 200 δισ. ΑΕΠ), χωρίς να συνυπολογιστούν τυχόν πολλαπλασιαστές. Η συρρίκνωση αυτή θα συνεχιστεί μέχρις ότου ισοσκελιστεί το εξωτερικό έλλειμμα (δίχως τόκους), ώστε να σταματήσει η αφαίμαξη χρήματος από την ελληνική οικονομία (μειώσεις καταθέσεων). Πότε μπορεί να συμβεί αυτό; Όταν η πτώση του εισοδήματος επιφέρει την απαιτούμενη μείωση των εισαγωγών. Στην Ελλάδα τα «πάντα» σήμερα εισάγονται. Άρα είναι λογικό να υποθέσει κανείς πως η ελαστικότητα των εισαγωγών έναντι του εισοδήματος, καθώς και των τιμών των εισαγόμενων προϊόντων, είναι κοντά στο 11.
Όπως είδαμε, η απαιτούμενη μείωση των καθαρών εισαγωγών (μείωση εισαγωγών μαζί με την όποια αύξηση των εξαγωγών) είναι 8 δισ. Αν υποθέσουμε πως οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να αυξάνονται σχεδόν με τους φετινούς ρυθμούς (2 δισ. το χρόνο), τότε μπορούμε να προσμένουμε άλλα 2 χρόνια ύφεσης (4% και 3%), ώστε να κλείσει η ψαλίδα των 8 δισ. (4 δισ. από αύξηση των εξαγωγών και 4 δισ. από μείωση των εισαγωγών σε σύνολο εισαγωγών 58 δισ. ευρώ το 2011). Βλέπουμε άρα πως η απαιτούμενη μείωση του εισοδήματος είναι 4 από 58 δισ. ή 7%, εξού και τα δύο προβλεπόμενα έτη ύφεσης (4%+3%).
Αλλά δεν αρκεί μόνο αυτό. Θα πρέπει κάποτε να κλείσει και η ψαλίδα που περιλαμβάνει και τις εκροές τόκων. Οι τόκοι αυτοί μπορεί για τα επόμενα 3 χρόνια να χρηματοδοτούνται από το μνημόνιο δίχως εκροή ευρώ από τη χώρα, αλλά μετά αυτό θα πάψει να ισχύει. Εάν τη στιγμή εκείνη μπορέσει η Ελλάδα να βγει στις αγορές, τότε η εκροή από τους τόκους θα αντισταθμίζεται από το φρέσκο χρήμα των δανείων. Αλλά, όπως αντιλαμβάνεται κανείς, αυτό θα ξαναφουσκώσει το δανεισμό, με ό,τι αυτό συνεπάγεται (όπως παρατηρούμε σήμερα). Η μόνη βιώσιμη λύση είναι να μηδενιστεί το σύνολο του ελλείμματος εξωτερικών συναλλαγών. Στην ακραία περίπτωση που οι εξαγωγές δεν αυξηθούν άλλο (που δεν είναι και τόσο ακραία, διότι π.χ. δεν θα αρκέσει η τραπεζική χρηματοδότηση), οι εισαγωγές θα πρέπει να μειωθούν κατά 20 δισ. ή 34% (20÷58). Όμως το ίδιο αποτέλεσμα θα μπορούσε να επιφέρει μια καθαρή υποτίμηση του ίδιου μεγέθους, δηλαδή όπου θα ακρίβαιναν τα εισαγόμενα προϊόντα κατά 34% σε σχέση με τα εγχώρια2. Το ερώτημα λοιπόν εν συντομία είναι: τι είναι προτιμότερο, περαιτέρω μείωση του εισοδήματός μας κατά 25%-30% ή έξοδος από το ευρώ και καθαρή υποτίμηση κατά 25%-30%; Νομίζω πως η απάντηση είναι προφανής.
Σημειώσεις
1. Για τους μη «οικονομολογούντες», αυτό σημαίνει πως μια ποσοστιαία μείωση του εισοδήματος ή αύξηση τιμών των εισαγόμενων ειδών (χ) θα επιφέρει ισόποση μείωση των εισαγωγών (χ). Από τα επίπεδα του 2008 οι συνολικές εισαγωγές (αγαθά & υπηρεσίες) έχουν μειωθεί κατά 28% έως τα εκτιμώμενα επίπεδα του 2011 (από 80,7 δισ. στα 58,1 δισ.), που είναι παραπάνω από την επίσημη μείωση του ΑΕΠ, αλλά μάλλον αντικατοπτρίζει την πραγματική πτώση. Αυτό γι’ αυτούς που ισχυρίζονται πως οι εισαγωγές στην Ελλάδα είναι ανελαστικές λόγω της υπερβολικής εξάρτησης από αυτές. Οι δε εισαγωγές είναι τουλάχιστον το ίδιο, αν όχι περισσότερο, ελαστικές ως προς τις τιμές των εισαγόμενων προϊόντων.
2. Βέβαια η απαιτούμενη ονομαστική υποτίμηση στην περίπτωση εξόδου της χώρας από το ευρώ μπορεί να είναι μεγαλύτερη, στο βαθμό που θα αυξηθούν οι εγχώριες τιμές, αλλά αυτό θα αντισταθμίζεται σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση των εξαγωγών λόγω της υποτίμησης.
Γιάννης Δερπανόπουλος, οικονομολόγος, σύμβουλος για πολλά χρόνια στον τραπεζικό κλάδο.
Από: citypress.gr
hassapis-peter.blogspot.com
anti-ntp.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου