Δεν υπάρχει, νομίζουμε, συμπατριώτης που να μην συνειδητοποιεί πλέον ότι η οικονομική και κοινωνική κατάσταση έχει φτάσει σε πλήρες αδιέξοδο. Παρά τις περί του αντιθέτου κυβερνητικές διαβεβαιώσεις, το κύρος της πατρίδας βρίσκεται σε πρωτοφανή για τη νεότερη Ιστορία της χαμηλά επίπεδα, κι έχουμε γίνει...
το παράδειγμα προς αποφυγή για όλες τις χώρες.
Η περίσταση αυτή έχει βαθιές ρίζες, αλλά η αρχή να ασχολούνται όλοι αρνητικά με την Ελλάδα έγινε με τη συστηματική δυσφήμιση της χώρας, την οποία ξεκίνησαν διάφοροι ανθελληνικοί κύκλοι με την αμέριστη συνδρομή επίσημων χειλέων της ελληνικής κυβέρνησης.
Αντί, κατά την προ-μνημονιακή περίοδο, να διαχειριστεί την κρίση χρέους με σύνεση, διακριτικότητα, προνοητικότητα και όραση του «καθ’ Όλου» - και προς τις τέσσερις, δηλαδή, γωνιές του ορίζοντα -, επέλεξε την πλέον μαρτυρική και δυσβάσταχτη για τους Έλληνες πολιτική, που ήταν ταυτόχρονα και η πιο επωφελής για τους δανειστές της.
Αυτό αναγνωρίστηκε από τις πανίσχυρες συσπειρώσεις της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας, που βράβευσαν τον Έλληνα πρωθυπουργό για την επιλογή του οδυνηρού δρόμου για τον λαό του, αλλά κερδοφόρου για το διεθνές τραπεζικό σύστημα. Έκτοτε, η χώρα διασύρεται, συκοφαντείται, υποβαθμίζεται, απαξιώνεται, με συνέπεια να γίνεται έρμαιο των αγοραίων ανέμων και των θελήσεων των ισχυρών, ακόμη και στη διαπραγμάτευση των κυρίαρχων και κρίσιμων εθνικών της θεμάτων.
Ο κατήφορος αυτός δεν έχει τέλος με την παρούσα πολιτική τάξη πραγμάτων. Η συνειδησιακή αλλοτρίωση και η ανεστραμμένη σύλληψη του προβλήματος της χώρας - που έχει τις βάσεις της στην «εκσυγχρονιστική» περίοδο της πιστωτικής υπερεπέκτασης με το υπερτιμημένο, για τους Έλληνες, ευρώ και της δημιουργίας καταναλωτικού προτύπου εισαγωγικού προσανατολισμού, σε συνδυασμό με την άνιση κατανομή των εισοδημάτων - δεν επιτρέπουν στην κυρίαρχη ομάδα του κυβερνώντος κόμματος να συλλάβει και να απαιτήσει άλλες λύσεις.
Γι’ αυτό πρέπει άμεσα να εκπονηθεί ένα πρόγραμμα σωτηρίας της πατρίδας, με ταυτόχρονη αλλαγή του πολιτικού σκηνικού.
Όσο, όμως, αυτή η ανάγκη συνειδητοποιείται τόσο αυξάνουν οι προτάσεις που διατυπώνονται, όπως και οι «προσφορές» διαφόρων πολιτικών υποκειμένων να τις υλοποιήσουν. Και η αναγκαία συνάρτηση της συγκρότησης του κατάλληλου πολιτικού σχήματος ή της συμμαχίας που θα θέσει σε εφαρμογή ένα ευέλικτο και αυτόνομο εναλλακτικό σχέδιο σωτηρίας, αργεί ακόμη να σχηματιστεί.
Μια πρώτη προσπάθεια ξεκαθαρίσματος του πολιτικού πεδίου θα ήταν η ομόθυμη και ακριβής διάγνωση της περίστασης.
Η δημιουργία ενός σύνθετου και απαιτητικού συνόλου κανόνων, ενός δηλαδή «μετρητή», με τα κριτήρια του οποίου πρέπει να πιστοποιηθεί η ικανότητα, η επάρκεια, η γνώση του ελληνικού προβλήματος, η προετοιμασία, η ενδογενής βούληση, και ο βαθμός αυτονομίας, τέλος πάντων, που απορρέει από την πρωτογενή λαϊκή εντολή. Όλα αυτά, δηλαδή, που έλειψαν κατά τη διαπραγμάτευση της προ-μνημονιακής περιόδου, και πρέπει να τεθούν υπό δημόσιο και κοινωνικό διάλογο.
Επιδείνωση
Είχαμε εξ αρχής προειδοποιήσει για τη λανθασμένη επιλογή και την καταστροφική τότε Συμφωνία, χωρίς να γνωρίζουμε τις υπόγειες διαδρομές και τις προσυνεννοήσεις.
Ένα χρόνο μετά, τον Ιούλιο του 2011, παρά τους αμήχανους και παραπλανητικούς πανηγυρισμούς και τα χειροκροτήματα στην αίθουσα του Υπουργικού Συμβουλίου, το δεύτερο πακέτο, οι όροι του, οι επιφυλάξεις ορισμένων χωρών, οι απαιτήσεις για εγγυήσεις και προ-δανεισμό των δανειστών, όπως και η έλλειψη συμμαχιών με τις ομοιοπαθείς χώρες του ευρωπαϊκού οικονομικού Νότου, επιδείνωσαν την κατάσταση.
Η πολιτική στήριξη του Μνημονίου – και κυρίως της απόφασης του Συμβουλίου Κορυφής της 21 Ιουλίου 2011, με την ενεργοποίηση Βενιζέλου και την αποκατάσταση των κοινοβουλευτικών εσωκομματικών ασυμμετριών – δεν καλυτέρευσε τα πράγματα. Το πακέτο του Ιουλίου ήταν καταστροφικότερο του πρώτου, όπως είχαμε προειδοποιήσει και όπως φάνηκε – καθαρά πλέον – σε όλους.
Οι εύγλωττες ασάφειες και οι υποσημειώσεις του ήταν σημαντικότερες των κύριων διατάξεών του και δημιούργησαν στις αγορές ακόμη μεγαλύτερη αναστάτωση, εκτοξεύοντας όλα τα μεγέθη, που αφορούν στο ελληνικό χρέος, στα επίπεδα της πλήρους χρεοκοπίας.
Όπως όλοι, πλέον, αντιλαμβάνονται, νέα διαπραγμάτευση εντός του πλαισίου του Μνημονίου και του Ευρωπαϊκού status – ακόμη και με οριακές αλλαγές του συσχετισμού των δυνάμεων που παρατηρούνται – δεν μπορεί να γίνει, παρά τα αντιθέτως υποστηριζόμενα από τη Ν.Δ. Η αξιωματική αντιπολίτευση, άλλωστε, έχει την ίδια ανεστραμμένη σύλληψη του ελληνικού προβλήματος.
Εξάλλου, με ποια συνολική πρόταση, με ποια πρόσωπα εναλλακτικής ιδεολογικής και κοινωνικής συγκρότησης, με ποια παρελθούσα εμπειρία και γνώση, με ποιο σθένος (που ουδόλως μπορεί να προκύψει από την καταδικασμένη, αμέσως προηγηθείσα, διακυβέρνηση), μπορεί να γίνει μια τέτοια διαπραγμάτευση; Όλα αυτά είναι προς εσωτερική κατανάλωση, και ο ελληνικός λαός πρέπει να τα απορρίψει, για να μην ζήσει άλλο ένα στάδιο τραγικότερης εξέλιξης.
«Καλύτεροι πωλητές»
Οι Έλληνες πολίτες δεν μπορούν να εμπιστευθούν τη Ν.Δ. και τα κύρια στελέχη της, που έχουν «ωριμάσει» εντός του καταστροφικού μοντέλου οικονομικής διαχείρισης, το οποίο διαπνέεται από αυθεντική – όπως υπερηφανεύονται – «βρυξελληνική» νοοτροπία.
Ενδεικτικό είναι ότι δηλώνουν – ακόμη και τώρα που καταστρέφεται η χώρα – «καλύτεροι πωλητές» της πατρίδας, για να δείξουν στους επικυρίαρχους ότι δεν διακατέχονται από τα, απωθημένα έστω, κρατικιστικά ένστικτα των στελεχών του ΠΑΣΟΚ.
Έτσι, αν επαναληφθεί η κωμωδία του δικομματισμού, η χώρα θα περιπέσει σε μεγαλύτερη περιπέτεια και ο λαός θα έχει επιλέξει τη διαρκή καταδίκη του και τελεσίδικη υποβάθμισή του στον διεθνή καταμερισμό της Εργασίας. «Οικουμενική» κυβέρνηση ή «κυβέρνηση προσωπικοτήτων», στο πλαίσιο του Μνημονίου για την καλύτερη και ταχύτερη υλοποίηση των προσταγών των δανειστών μας, θα είναι μια μεγαλύτερη εθνική υποχώρηση κι ένα τελειωτικό κοινωνικό ολοκαύτωμα.
Άλλωστε, μια τέτοια κυβέρνηση καθολικής ιδεολογικής αλλοτρίωσης δεν μπορεί να κάνει μια νέα εναλλακτική διαπραγμάτευση – και ως εκ τούτου, δεν μπορεί να την εμπιστευθεί ο ελληνικός λαός.
Ποιοι πολιτικοί, εξάλλου, από τα δύο κόμματα εξουσίας (που μας οδήγησαν σ’ αυτή την πτώση) και ποια πρόσωπα από την περιβάλλουσα αυτά τεχνοδομή συμβούλων, που πηδούν από τις δημόσιες θέσεις ευθύνης στην υπηρεσία του κερδοσκοπικού κεφαλαίου με μεγάλη ευκολία, χωρίς να αναγνωρίζουν την ευθύνη τους για το κατάντημα της χώρας, μπορούν να συγκροτήσουν μια τέτοια κυβέρνηση σωτηρίας;
Η προοπτική αυτή είναι παντελώς χρεοκοπημένη, γιατί προέρχεται από κόμματα που ψήφισαν το Μνημόνιο ή από τους μικρότερους οργανισμούς που αλληθωρίζουν περιστασιακά προς αυτό ή την κυβέρνηση του Μνημονίου. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει διέξοδος απ’ όλο αυτόν τον πολιτικό κύκλο.
Νέα Βουλή
Στη λαϊκή βάση και στην κοινωνική συνείδηση, όλο και περισσότερο ωριμάζουν οι ρωμαλέες και ριζοσπαστικές λύσεις, η πολιτική, δηλαδή, των πραγματικών ρήξεων, που τα υπάρχοντα πολιτικά υποκείμενα όχι απλώς αδυνατούν να συλλάβουν και να εκφράσουν, αλλά, τουναντίον, την υπονομεύουν συνειδητά. Κοντολογίς, δεν υπάρχει καμία συστημική ελπίδα.
Η πατριωτική στάση σήμερα επιτάσσει άμεση διενέργεια εκλογών για την ανάδειξη νέας Βουλής και νέας κυβέρνησης, με πρώτιστο καθήκον την καταγγελία του Μνημονίου και της αντεθνικής Δανειακής Σύμβασης, και ταυτοχρόνως τη νέα διαπραγμάτευση διάσωσης της πατρίδας.
Το σχέδιο αυτό είναι σχετικά απλό και μπορεί να περιλαμβάνει μια άνετη μεταβατική περίοδο εκτός ευρωζώνης, με πλήρη αποκλεισμό εκείνων που διαπραγματεύτηκαν το πρώτο Μνημόνιο και τις επικαιροποιήσεις του, όπως και ασφαλώς με αποκλεισμό όσων διετέλεσαν υπουργοί – χωρίς να συγκρουστούν δυναμικά με την πολιτική της «έκπτωσης» – από τη Μεταπολίτευση μέχρι σήμερα. Είναι αυτονόητο ότι όσοι ψήφισαν το Μνημόνιο, αμέσως ή εμμέσως, δεν μπορεί να έχουν θέση σ’ αυτή την κυβέρνηση σωτηρίας.
Βασικά σημεία του πατριωτικού αυτού σχεδίου εξόδου από την κρίση – που μόνο μια κυβέρνηση με νέα νομιμοποίηση μπορεί να το προτείνει – είναι και τα εξής:
1.Διαγραφή όλου του χρέους της πατρίδας, με προτεραιότητα την άμεση διαγραφή όλων των κουπονιών - λογαριασμών των τόκων, είτε πρωτογενών είτε προερχομένων από ανατοκισμό.
Σε όσους λοιδορούσαν και κατασυκοφαντούσαν ως ανεύθυνη μια τέτοια πρόταση, που εδώ και ενάμιση χρόνο προβάλλουμε, παραπέμπουμε άνευ άλλων αναφορών στην προχθεσινή κατηγορηματική ανάλυση και γνώμη του Ντομινίκ Στρος Καν, ο οποίος διατύπωσε – απελευθερωμένος πλέον από επίσημες ιδιότητες – τη μόνη αποτελεσματική κίνηση που έπρεπε να γίνει, όπως είπε, από την άστοχη ιδιοτελή και βραδυπορούσα Ευρωπαϊκή Τεχνοδομή, δηλαδή τη διαγραφή του ελληνικού χρέους, με την ανάληψη του βάρους του από τους δυνατούς.
Έπειτα από αυτή τη σοβαρή συστημική φωνή, ελπίζουμε ότι όλοι οι «κανιβαλίζοντες», επί του κοινωνικού σώματος και της εθνικής συνείδησης, δημοσιολόγοι θα αισθανθούν ως συν-Έλληνες την ανάγκη να ζητήσουν συγγνώμη για τις πλείστες όσες λοιδορίες και ύβρεις εξεστόμισαν εναντίον όσων υποστήριξαν αυτή τη θέση.
2.Προσφορά 100 τουλάχιστον δισ. ευρώ ή χαμηλότοκη αντίστοιχη δανειακή διευκόλυνση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ή τις κυβερνήσεις που επωφελήθηκαν με πολλά πλεονάσματα από το ενδοευρωπαϊκό εμπόριο, για την αντιμετώπιση των πρώτων μεταβατικών αναγκών μας και την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας, με την αποκατάσταση και των λαϊκών εισοδημάτων.
3.Έξοδος από το ευρώ ή μεταβατική περίοδος διπλού νομίσματος, με ταυτόχρονη απελευθέρωση από όλους τους οικονομικούς, δημοσιονομικούς και νομισματικούς δεσμούς, για να μπορέσει η χώρα να προβεί σε ελεύθερες οικονομικές συνεργασίες και συμφωνίες με όλες τις χώρες, στη βάση του εθνικού συμφέροντος.
4.Συγκρότηση μιας ευέλικτης συμφωνίας ειδικής σχέσης με την Ε.Ε., παρόμοιας αυτής ορισμένων εκτός ΟΝΕ ευρωπαϊκών χωρών, που διεξέρχονται την κρίση πολύ πιο ανώδυνα απ’ ότι οι αδύναμες χώρες της. Μια τέτοια σχέση είχε σχεδιάσει και ο κάποτε εγρήγορος οικονομολόγος και πολιτικός Ανδρέας Παπανδρέου, προτού απισχνανθεί ως ιδεολογική παρουσία και «ωριμάσει» η συστημική ενσωμάτωση του ΠΑΣΟΚ.
5.Ερώτημα για την επάνοδο ή όχι της χώρας με δημοψήφισμα στη νομισματική και οικονομική Ένωση, έπειτα από τουλάχιστον μια πενταετία αυτόνομης πορείας, κατά τη διάρκεια της οποίας η πολυτρόπως προστατευμένη εγχώρια αναπτυξιακή διαδικασία και η ελεύθερη διακρατική συνεργασία θα ανασυγκροτήσουν τον αδύναμο, ούτως ή άλλως, πρωτογενή και δευτερογενή - μεταποιητικό παραγωγικό τομέα, με δημόσιο έλεγχο των ροών του χρήματος προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων.
Σύμφωνα με τις παραπάνω παραδοχές, άλλη λύση φαίνεται πως δεν υπάρχει, πέρα από τη συμφωνημένη, ευνοϊκή, υποστηριζόμενη, ελεγχόμενη και παρακολουθούμενη έξοδο από την ΟΝΕ.
*Ο Αλέξης Π. Μητρόπουλος είναι πανεπιστημιακός και Πρόεδρος της Ένωσης για την Υπεράσπιση της Εργασίας και του Κοινωνικού Κράτους (ΕNΥΠΕΚΚ, www.enypekk.gr) (www. amitropoulos .gr, a-mitrop @otenet.gr)
Το μόνο σωτήριο και πατριωτικό σχέδιο
Επομένως, δεν μπορεί να υπάρξει συνέχεια του Μνημονίου, ούτε νέα διαπραγμάτευση για νέες περιπέτειες, ούτε έχουν υπόσταση οι λεονταρισμοί κάποιων αιθεροβαμόνων της Αριστεράς για μονομερή εγκατάλειψη του ευρώ, κάτι που θα άρχιζε μια πορεία προς το άγνωστο, με μιαν ανενημέρωτη και αμήχανη κοινή γνώμη και δογματικά ασαφή σκοπό. Η περιπέτεια της πατρίδας οδηγεί όλο και περισσότερους στο συμπέ- ρασμα ότι επιβάλλονται εκλογές, καταγγελία του Μνημονίου, νέα διαπραγμάτευση ειδικής σχέσης εξόδου με διαγραφή του χρέους και αναχρηματοδότηση της οικονομίας, με μια ελεύθερη και δημοκρατική συμφωνία επανόδου. Αυτό το σχέδιο φαντάζει ως το μόνο σωτήριο και πατριωτικό, και πρέπει να γίνει αντικείμενο επεξεργασίας από μια προοδευτική ομάδα ανεξάρτητων διανοητών που θα επιλεγούν χωρίς αποκλεισμούς με ειδικά κριτήρια και προδιαγραφές.
Πάνω σ’ αυτό το μόνο ρεαλιστικό πρόγραμμα σωτηρίας - για το οποίο θα αποφασίσει ο λαός - πρέπει να εργαστούμε. Αυτό νομίζουμε πως είναι και η σπουδαιότερη - αν όχι η μοναδική - πρόκληση της ευρείας Αριστεράς και της εναλλακτικής σκέψης, αν θέλουν να γίνουν χρήσιμες σ’ αυτή τη δύσκολη ώρα για τον λαό και τον τόπο.
topontiki.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου