Το ερώτημα είναι τι μπορεί να κάνει...
αντίστοιχα ο πολίτης όταν χρωστάει στις τράπεζες. Η αλήθεια ότι το τελευταίο διάστημα ολοένα και περισσότεροι πολίτες κηρύσσουν και αυτοί από την πλευρά τους, μια στάση πληρωμών απέναντι στις τράπεζες. Είτε οφείλεται σε απώλεια εργασίας, είτε στην υπερφορολόγηση πολλοί Έλληνες δηλώνουν αδυναμία να πληρώσουν τα χρέη και κυρίως τις δόσεις των δανείων τα οποία αφειδώς μοίραζαν οι τράπεζες την τελευταία δεκαετία. Και γιατί να μην το κάνουν αφού οι ίδιες δανείζονταν με 1% και χορηγούσαν με 12%. Το πρόβλημα, τώρα είναι ότι με την έλλειψη ρευστότητας, τα πράγματα έχουν σφίξει. Οι πολίτες αδυνατούν να πληρώσουν, ενώ οι από τις αλλεπάλληλες προβλέψεις ζορίζονται ιδιαίτερα και καταφεύγουν σε κυνήγι των οφειλετών. όπως ακριβώς συμβαίνει και με τα επιχειρηματικά δάνεια, οι έλεγχοι της Blackrock δείχνουν εκτίναξη των κόκκινων δανείων (ή έστω αυτών που παρουσιάζουν σαφείς δυσκολίες αποπληρωμής) στο επίπεδο του 12-15% από 7-9% πριν ένα χρόνο. Και όλα αυτά ενώ οι εκτιμήσεις αναφέρουν ότι αν η ύφεση συνεχιστεί το ποσοστό θα φτάσει το 20%.
Αυτό σημαίνει ότι σε λίγους μήνες έχουν σχεδόν διπλασιαστεί αυτοί που δεν έχουν να πληρώσουν, ενώ οι υπηρεσίες των τραπεζών διαχειρίζονται δεκάδες χιλιάδες αιτήματα πελατών που ζητούν ρυθμίσεις για να μην γίνει το δάνειό τους κόκκινο. Και όπως δείχνουν τα πράγματα ο ρυθμός θα αυξάνεται με αλματώδη πρόοδο, απειλώντας πια τις ίδιες τις τράπεζες. Βέβαια αυτή η άτυπη στάση πληρωμών δεν συμφέρει ούτε τους πολίτες, που κινδυνεύουν συχνά με απώλεια της περιουσίας τους, ούτε όμως και τις τράπεζες, που θα πρέπει να καταγράψουν τη μη εξυπηρέτηση του δανείου και να προχώρησαν σε διαγραφή ή αναχρηματοδότηση. Και για τον λόγο αυτό, το τελευταίο διάστημα «διαφημίζουν» ευελιξία στις σχέσεις με τους δανειολήπτες που δεν μπορούν να πληρώσουν. Άλλωστε, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών, από τις αρχές του 2010 έχουν ρυθμιστεί συνολικά 689.000 δάνεια, ύψους άνω των 20 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 126.000 ήταν στεγαστικά, 495.000 καταναλωτικά (και αυτό δείχνει το μέγεθος του προβλήματος) και τα 68.000 επιχειρηματικά.
Τι μπορεί να πετύχει στην πραγματικότητα ένας πολίτης εάν δεν μπορεί να πληρώσει, τώρα, την τράπεζα, και έρθει σε συμβιβασμό;
Η αλλαγή των όρων του δανείου, εάν γίνει δεκτή από τράπεζα, μπορεί να περιλαμβάνει:
Επιμήκυνση της διάρκειας εξόφλησης. Στην περίπτωση αυτή αυξάνεται ο αριθμός των δόσεων, και μειώνεται αντίστοιχα το ποσό της δόσης. Εδώ ο δανειολήπτης ελαφρύνεται ως προς τη μηνιαία καταβολή αν και συνολικά θα πληρώσει περισσότερα, λόγω του συνυπολογισμού των τόκων στις περισσότερες δασείες, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τον δανεισμό του ελληνικού δημοσίου
Παροχή περιόδου χάριτος με πληρωμή μόνο των τόκων. Στην σπανιότερη αυτή ρύθμιση, η τράπεζα αναγνωρίζει την αδυναμία και δίνει στον πελάτη την ευκαιρία να πληρώνει μόνο τους τόκους για το διάστημα αδυναμίας. Συνήθως αυτή η ρύθμιση γίνεται σε άτομα που έχουν χάσει την εργασία τους και τους παρέχεται η δυνατότητα αυτή συνήθως για έξι μήνες, ή και ένα χρόνο.
Αναστολή καταβολής του συνόλου της δόσης για ένα διάστημα. Πρόκειται για μια ρύθμιση αντίστοιχη της προηγούμενες για πιο δύσκολες περιπτώσεις. Εδώ η τράπεζα αναγνωρίζει ότι αν δεν υπάρξει ρύθμιση θα πρέπει να γράψει το δάνειο ως κόκκινο, και για να μην το κάνεις δίνει μια ευκαιρία στον πελάτη. Συνήθως η ρύθμιση αυτή δεν ξεπερνά τους έξι μήνες σε διάρκεια.
Την ίδια στιγμή, ωστόσο, για την κάλυψη των ρυθμίσεων αυτών οι τράπεζες μπορεί να προχωρήσουν σε αύξηση του επιτοκίου, ειδικά αν πρόκειται για στεγαστικό δάνειο, ενώ ορισμένες επιβάλλουν χρέωση εξέτασης του αιτήματος που μπορεί να φτάνει έως και τα 150 ευρώ. Σε περιπτώσεις ολοκληρωμένων αναχρηματοδοτήσεων (που αφορούν ως επί το πλείστον μεγάλα δάνεια) υπάρχει σαφές ενδεχόμενο μιας επιπλέον προσημείωσης σε ακίνητο και βέβαια τα πρόσθετα τραπεζικά, συμβολαιογραφικά και δικηγορικά έξοδα σε βάρος του δανειολήπτη.
Κούρεμα στο δικαστήριο
Οι υπερχρεωμένοι κατραναλωτές μπορούν πάντως να «κουρέψουν» το χρέος τους προς τις τράπεζες και στα Ειρηνοδικεία βάσει του νόμου της Λ. Κατσέλη. Όμως, η διαδικασία μπορεί να κρύβει και σοβαρές παγίδες για ορισμένες κατηγορίες δανειοληπτών, ιδιαίτερα για όσους έχουν καταφέρει να «παγιδέψουν» οι τράπεζες με δήθεν ευνοϊκές ρυθμίσεις.
Το πρώτο βήμα για την εφαρμογή του νόμου, που είχε προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων από τους τραπεζίτες, αλλά τελικά δικαιώνει Λούκα Κατσέλη, έγινε με την πρόσφατη απόφαση του Ειρηνοδικείου Αθηνών. Στην περίσταση, συνταξιούχος που χρωστούσε σε τράπεζες περισσότερα από 222.000 ευρώ είδε τελικά το χρέος του να μειώνεται από το δικαστήριο κατά 170.000 ευρώ, δηλαδή το ποσοστό του «κουρέματος» ξεπέρασε το 75%. Επιπλέον, ο δανειολήπτης έσωσε την πρώτη κατοικία του, κέρδισε περίοδο χάριτος τριών ετών και μετά τη λήξη της θα πληρώνει κάτι παραπάνω από 300 ευρώ το μήνα για να εξοφλήσει το χρέος που απομένει.
Η περίπτωση αυτή δύσκολα θα επαναληφθεί, αλλά σίγουρα δίνει ελπίδες σε ορισμένους να επιδιώξουν ένα «κούρεμα». Βασική προϋπόθεση για την επιτυχή έκβαση μιας διαδικασίας με βάση το νόμο για τους υπερχρεωμένους, είναι να αποδείξει πράγματι στο δικαστήριο ο δανειολήπτης ότι η οικονομική του κατάσταση, όπως διαμορφώνεται σήμερα, αλλά και στο μέλλον, δεν του επιτρέπει να εξυπηρετήσει το χρέος του. Γι αυτό και οι συνταξιούχοι έχουν περισσότερες ελπίδες… Σε αυτή την περίπτωση, η πρώτη απόφαση έδειξε ότι οι δικαστές είναι ιδιαίτερα ευνοϊκοί για το δανειολήπτη και μπορεί να επιτύχει διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους του.
Ο νόμος 3869/2010 για τη ρύθμιση των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων απαιτεί να αποδειχθεί στο δικαστήριο ότι ο οφειλέτης έχει μόνιμη αδυναμία να εξυπηρετήσει το χρέος του και σε αυτή την περίπτωση προβλέπει ευνοϊκή ρύθμιση για εξόφληση, διαγραφή χρέους και δίνει τη δυνατότητα προστασίας της πρώτης κατοικίας, όχι όμως και των άλλων περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, τα οποία εκποιούνται υπέρ της τράπεζας.
Η διαδικασία της ρύθμισης έχει αρκετά στάδια και ουκ ολίγες ασφαλιστικές δικλείδες, για να διαχωρίζονται οι πράγματι υπερχρεωμένοι που τελούν σε αδυναμία από τους… τζαμπατζήδες:
- Σε πρώτη φάση, ο οφειλέτης είναι υποχρεωμένος να ζητήσει εξωδικαστικό συμβιβασμό από την τράπεζα.
- Αν δεν έχει θετικό αποτέλεσμα, καταθέτει αίτηση για ρύθμιση ενώπιον του Ειρηνοδικείου. Στην αίτηση θα πρέπει να καταγράφεται η περιουσιακή κατάσταση του οφειλέτη και της συζύγου του, τα πιθανά εισοδήματά τους και οι ενδεχόμενες ανείσπρακτες απαιτήσεις προς αυτούς, οι απαιτήσεις των πιστωτών κατά κεφάλαιο τόκους και έξοδα, καθώς και σχέδιο πιθανής αποπληρωμής.
Τα βήματα
Για τη διευκόλυνση των δανειοληπτών η Γενική Γραμματεία Καταναλωτή έχει αναρτήσει στην ιστοσελίδα www.efpolis.gr δύο ηλεκτρονικές εφαρμογές που διευκολύνουν τους οφειλέτες και όλους τους ενδιαφερόμενους (δικηγόρους, ενώσεις καταναλωτών, δικαστές κ.ά.) στην αξιοποίηση του νόμου. Με την πρώτη εφαρμογή διευκολύνεται ο οφειλέτης να προσδιορίσει τα ποσά στα οποία κατανέμεται η μηνιαία δόση του προς τους πιστωτές, σύμφωνα με το άρθρο 8 παρ. 2 ν.3869/10. Με τη δεύτερη εφαρμογή καθορίζεται η μηνιαία δόση που πρέπει να καταβάλλει ο οφειλέτης προκειμένου να διατηρήσει την κύρια ή μοναδική κατοικία του και η κατανομή της δόσης αυτής στους πιστωτές σύμφωνα με το άρθρο 9 παρ. 2 ν.3869/10.
Μετά, αίτηση συζητείται ενώπιον του Ειρηνοδικείου και επιχειρείται δικαστικός συμβιβασμός με τους πιστωτές. Για το συμβιβασμό αρκεί να συμφωνήσουν οι πιστωτές που εκπροσωπούν το 51% των απαιτήσεων κατά του οφειλέτη. Τον τελευταίο λόγο έχει το Ειρηνοδικείο, που καλείται να επιβεβαιώσει τη συμφωνία, αφού ελέγξει την οικονομική κατάσταση του οφειλέτη.
Ο νόμος προστατεύει τους ιδιοκτήτες πρώτης κατοικίας, η οποία εξαιρείται από τη ρευστοποίηση, με την προϋπόθεση ότι ο οφειλέτης θα αποπληρώσει ποσό που μπορεί να φθάσει μέχρι το 85% της εμπορικής αξίας της. Υπάρχει δυνατότητα ορισμού περιόδου χάριτος για την έναρξη καταβολής των δόσεων με λογικά επιτόκια και περίοδο αποπληρωμής μέχρι και 20 έτη.
Και οι παγίδες
Στην πρώτη πέφτουν όλοι οι δανειολήπτες που ήρθαν σε διαδικασία ρύθμισης της οφειλής τους σε συνεργασία με την τράπεζα. Σε αυτή την περίπτωση, ο οφειλέτης υπογράφει ότι αναδέχεται την οφειλή του και ουσιαστικά συνάπτει μια νέα δανειακή σύμβαση, πολλές φορές με προσημείωση ακινήτου. Έτσι χάνει το δικαίωμα να ζητήσει ρύθμιση με βάση το νόμο,
Επίσης, ο δανειολήπτης που αποδέχεται σε ρύθμιση με την τράπεζα το ύψος του χρέους του δεν μπορεί στη συνέχεια να το αμφισβητήσει: για παράδειγμα, μια οφειλή από πιστωτικές κάρτες, που μπορεί να ενσωματώνει πλήθος χρεώσεων που έχουν κριθεί ως παράνομες, μετατρέπεται σε ένα νέο καταναλωτικό δάνειο, με «φυσιολογικότερους» όρους, που δεν μπορεί εύκολα να αμφισβητηθεί ενώπιον της Δικαιοσύνης με επίκληση των καταχρηστικών όρων και χρεώσεων. Γι’ αυτό και θέλει μεγάλη προσοχή και συμβουλή από νομικούς, πριν ένας δανειολήπτης μπει σε ένα, ευνοϊκό εκ πρώτης όψεως, διακανονισμό με την τράπεζα.
Όσοι δανειολήπτες πληρούν τις προϋποθέσεις για να ρυθμίσουν τις οφειλές τους, αλλά διαθέτουν σημαντική ακίνητη περιουσία, αντιμετωπίζουν επίσης «θέματα». Εάν σταματήσουν και πάλι τις πληρωμές θα χάσουν όλα τα προσημειωμένα ακίνητά τους, πλην της πρώτης κατοικίας.
Το μόνο ερώτημα, είναι τι εμπιστεύεται κανείς περισσότερο σε αυτή τη χώρα: τις τράπεζες ή τα δικαστήρια…
topontiki.gr
και αν καποιος δεν εχει ουτε καρφι δικο του ???? δεν εχει μια,μετα απο 1 χρονο ανεργειας και ΤΙΠΟΤΑ απολυτως δικο του ...τι κάνει??????
ΑπάντησηΔιαγραφή