H κυβέρνηση, όπως πετυχημένα γράφεται στα blogs, θεωρεί ένα γιαούρτι σε βουλευτή –που κακώς,
κάκιστα πετάγεται– πράξη βίας, αλλά τους τόνους χημικών, που μπορούν να
προκαλέσουν ακόμα και καρκίνο, τους παρουσιάζει ως δείγμα δημόσιου
διαλόγου και ανοιχτής δια κυβέρνησης. Το πρόβλημα εδώ έγκειται στο ότι η
κυβέρνηση, αναφερόμενη σε πραγματικά γεγονότα, χρησιμοποιεί δυο μέτρα
και δυο σταθμά. Υπερβάλλει ως προς τον εαυτό της, αδιαφορεί ως προς την
άλλη μεριά.
Το ερώτημα είναι: Γνωρίζει ή όχι η
κυβέρνηση ότι οι αντιδράσεις στην πολιτική της είναι...
πολύ ευρύτερης
βάσης και προέλευσης από εκείνη που τους αποδίδει; Δεν άκουσε εκείνο το
μέλος του ΛΑΟΣ που ομολόγησε στο Πρώτο Θέμα ότι αυτός ήταν που
γιαούρτωσε τον Θ. Πάγκαλο; Δεν άκουσε τη διάψευση των όσων υποστηρίζει η
κυβέρνηση για τα γεγονότα των Τρικάλων από τον ίδιο τον πρώην γραμματέα
της ν. ΠΑΣΟΚ στον ομώνυμο νομό; Κάποιος μπορεί να πει ότι γνωρίζει,
αλλά παριστάνει πως δεν γνωρίζει. Και πάλι δεν θέλω να το πιστέψω.
Νομίζω ότι συμβαίνει κάτι άλλο.
Η κυβέρνηση
πιστεύει ότι είναι σε «αποστολή σωτηρίας» της χώρας. Αυτό της δημιουργεί
το ιδεολογικό υπόβαθρο που της επιτρέπει να μην είναι ιδιαίτερα
ευαίσθητη στην κοινωνία και στις διαμαρτυρίες της. Συχνά, μάλιστα, δίνει
την εντύπωση ότι είναι στρατηγική της να αποφεύγει να έχει πραγματική
εικόνα του κοινωνικού γίγνεσθαι, ώστε να μην αποκτήσει πλήρη συνείδηση
του πόσο άδικη είναι η πολιτική της και πόσο υποφέρουν οι πολίτες. Με
τον τρόπο αυτό επιδιώκει να αποκτήσει ένα είδος «κυβερνητικού
πλεονεκτήματος», ώστε να αυτο-απαλλάσσεται από τις ευθύνες της. Στόχος,
μέσα από την «αυτοτύφλωση λόγω αποστολής», να μην έχει αναστολές στην
υλοποίηση της μονόπλευρης και άδικης πολιτικής που ακολουθεί.
Με
αυτή την αυτοτύφλωση –αυτολογοκρισία από την αλήθεια–, η κυβέρνηση
δημιουργεί στον εαυτό της έναν «παράλληλο» κόσμο που συνίσταται, ανάμεσα
στα άλλα, και από τα εξής:
Πρώτον, επί ένα
χρόνο έλεγε στο εξωτερικό ότι, παρά την άδικη πολιτική λιτότητας, ο λαός
τη στηρίζει. Προς αυτό το σκοπό «διάβαζε» λανθασμένα τα αποτελέσματα
των περιφερειακών και δημοτικών εκλογών.
Δεύτερον,
τις αυθόρμητες αντιδράσεις του κόσμου –ως αυθόρμητες είναι και
ανεξέλεγκτες– δεν θέλει να τις αναγνωρίσει ως τέτοιες. Προτιμά να τις
χρεώνει στην Αριστερά, κι έτσι να ξεμπερδεύει με το πραγματικό πρόβλημα.
Τέλος, τρίτον, το 2007-2008 για την
ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ο εχθρός ήταν η διαπλοκή, οι φοροκλέφτες, τα μεγάλα
συμφέροντα, η Ακροδεξιά και εκείνοι οι ξένοι παράγοντες που ήθελαν να
παριστάνουν την «Ύπατη Αρμοστία» σε βάρος της χώρας. Σήμερα, ο εχθρός
είναι οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι, οι μικρομεσαίοι και ο Συνασπισμός.
Αντίθετα, φίλοι είναι όσοι διετέλεσαν προηγουμένως εχθροί. Δεν είναι
τυχαίο το γεγονός ότι οι κυβερνητικοί παράγοντες κάνουν κοινωνική παρέα
μόνο με τους τελευταίους.
Οι τρεις προαναφερθέντες παράγοντες
έχουν ως αποτέλεσμα την αποκοπή της κυβέρνησης από ένα σημαντικό κομμάτι
της πραγματικότητας. Να ορίζει, δε, τον εχθρό, τυφλωμένη από την
αποστολή της, με τρόπο αυθαίρετο και συχνά ανήθικο. Ο σημερινός
αετονύχης καπιταλισμός στην Ελλάδα δίνει, απ’ ό,τι φαίνεται, τη
δυνατότητα σε κάποιους στην κορυφή του συστήματος να χάνουν το μέτρο, να
θεωρούν ότι μπορούν να υποστηρίζουν ό,τι υπερβολικό και εξωπραγματικό
τους βολεύει, να παραβλέπουν την πραγματικότητα. Με τον τρόπο αυτό
χάνεται, όμως, η ουσία της πολιτικής. Η κυβερνητική στάση, εντέλει,
συμβαδίζει με τον τρόπο που συμπεριφέρονται οι τραπεζίτες φίλοι της:
Έχει την αυταπάτη ότι δικαιούται να λέει και να κάνει τα πάντα. Οι μεν
τραπεζίτες θέλουν κέρδη από την κρίση, για την οποία είναι συνυπεύθυνοι·
η δε κυβέρνηση κατηγορεί όποιον της αντιστέκεται με χαρακτηρισμούς και
μεθόδους που έχουν την ίδια ποιότητα και στόχους με την πολιτική της. Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό "Επίκαιρα" στις 14/7/11
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου